Απειλή για νέα κρίση η νομισματική πολιτική
Προειδοποιεί για αναταράξεις από τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών
Στην κρίση του 2008, oι κεντρικές τράπεζες λειτούργησαν ως σωτήρες της παγκόσμιας οικονομίας και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τώρα όμως κινδυνεύουν να γίνουν η αιτία να ξεσπάσει η επόμενη κρίση, όπως προειδοποιεί η JPMorgan. Την ώρα που οι κεντρικές τράπεζες προετοιμάζονται για τη συρρίκνωση των ισολογισμών τους, εγείρεται ο κίνδυνος να πυροδοτήσουν μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση, όπως υποστηρίζει στους «F.T.» ο Μάρκο Κολάνοβιτς, επικεφαλής έρευνας παραγώγων και ποσοτικής χαλάρωσης στην JPMorgan.
Οι κεντρικές τράπεζες αναμένεται από την επόμενη χρονιά να σημάνουν την έναρξη της διαδικασίας ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων -η συνολική αξία των οποίων ανέρχεται στα 15 τρισ. δολάρια- που αγόρασαν στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας στο πλαίσιο των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, τονίζει ο κ. Κολάνοβιτς.
«Οι εκροές αυτές (ή η έλλειψη νέων εισροών) ενδεχομένως να οδηγήσουν σε προβλήματα ρευστότητας και μεταβολές στις τιμές των στοιχείων ενεργητικού, προκαλώντας δυνητικά μια νέα οικονομική κρίση» υποστηρίζει ο στρατηγικός αναλυτής της JPMorgan.
Το πότε θα συμβεί αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από διάφορους παράγοντες, όπως τους ρυθμούς ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής, γι’ αυτό και δεν μπορούν να γίνουν προβλέψεις με ακρίβεια, επεξηγεί ο κ. Κολάνοβιτς.
Ο κ. Κολάνοβιτς επισημαίνει ότι «κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και με τη μεγάλη κρίση του 2008, όταν εκείνοι που προέβλεψαν με ακρίβεια τη φύση της κρίσης άρχισαν να το κάνουν περίπου το 2006». Ο ίδιος στρατηγικός αναλυτής είχε προειδοποιήσει το καλοκαίρι τους επενδυτές να προετοιμάζονται για πιθανές αναταράξεις στις αγορές, κάτι που δεν συνέβη τελικά, όπως παρατηρούν οι «F.T.».
Σύμφωνα με τον κ. Kολάνοβιτς, ένα σοκ που θα προερχόταν από την άσκηση πιο αυστηρής νομισματικής πολιτικής μπορεί να επιδεινωθεί από δραματική στροφή από την ενεργό επενδυτική στρατηγική -για παράδειγμα μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων- σε προϊόντα παθητικής στρατηγικής, όπως τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια(ETFs).
Στην πραγματικότητα, μια ένδειξη του πόσο ραγδαία είναι η άνοδος της παθητικής διαχείρισης αποτελούν οι εκτιμήσεις της Morningstar, σύμφωνα με τις οποίες οι παθητικοί επενδυτές θα μπορούσαν έως το 2021 να έχουν υπό τον έλεγχό τους περισσότερο από το ήμισυ της αμερικανικής αγοράς μετοχών και ομολόγων.
«Η στροφή από ενεργητικά σε παθητικά στοιχεία ενεργητικού μειώνει τις ικανότητες της αγοράς να αποφύγει ή να επανέλθει έπειτα από μεγάλες εκροές» αναφέρει ο κ. Κολάνοβιτς.
Πέραν των παθητικών επενδύσεων, η επιστροφή των επενδυτών προς ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία -στοιχεία που δεν είναι υπό διαπραγμάτευση στις διεθνείς αγορές, όπως ακίνητη περιουσία ή private equity- μπορεί επίσης να προκαλέσει προβλήματα. Ως παράδειγμα ο κ. Κολάνοβιτς αναφέρει τις τοποθετήσεις των συνταξιοδοτικών ταμείων σε μετοχικό κεφάλαιο εισηγμένων επιχειρήσεων, που έχουν μειωθεί κατά 10% στη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας, ενώ οι τοποθετήσεις σε ιδιωτικά κεφάλαια έχουν αυξηθεί 20%.
Το ζήτημα είναι ότι παρότι τέτοιου είδους επενδύσεις σε γενικές γραμμές μειώνουν τη μεταβλητότητα στα χαρτοφυλάκια, σε περιόδους δυσκολιών είναι δύσκολο να ρευστοποιηθούν ή να τεθούν υπό διαπραγμάτευση. «Η ρευστότητα σε ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία μπορεί να διαταραχθεί για μεγαλύτερο διάστημα σε περιόδους κρίσης», σύμφωνα με τον αναλυτή της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας. Τέλος, ο κ. Κολάνοβιτς σημειώνει ότι οι fund managers ίσως να μην υπολογίζουν σωστά το ευρύτερο ρίσκο όταν υποθέτουν ότι οι αγορές ομολόγων θα αναπληρώσουν τους κλυδωνισμούς που ενδεχομένως να προκληθούν στις αγορές μετοχών. Μπορεί η συγκεκριμένη στρατηγική να απέδωσε τα τελευταία χρόνια, ίσως όμως να αποτύχει αυτή τη φορά.
Στις ΗΠΑ, η Φέντεραλ Ριζέρβ έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα αρχίσει εντός του έτους να συρρικνώνει τον ισολογισμό της, ενώ στην Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται εντός του Οκτωβρίου να αποφασίσει για το μέλλον του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, ύψους 2,3 τρισ. ευρώ, που διαρκεί έως τα τέλη Δεκεμβρίου.
Η ΕΚΤ θα πρέπει με προσοχή να αποσύρει τα μέτρα στήριξης, αποφεύγοντας απότομες αλλαγές, όπως υποστήριξε χθες ο Έβαλντ Νοβότνι, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας.
[SID:11381877]