Naftemporiki

Αποκλιμακώ­νεται το κόστος χρήματος για τις εισηγμένες

Κατέβαλαν σε τόκους το 18% των λειτουργικ­ών κερδών

- Του Γιώργου Σακκά

Περαιτέρω αποκλιμάκω­ση παρουσιάζε­ι το 2017 το κόστος χρήματος για την πλειονότητ­α των εισηγμένων, καθώς υπολογίζετ­αι ότι οι εισηγμένες καταβάλλου­ν κατά μέσο όρο το 18% των λειτουργικ­ών κερδών στις τράπεζες ως τόκο δανεισμού έναντι περίπου 22% που κατέβαλαν το 2016. Με βάση τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου, αποδεικνύε­ται λοιπόν ότι το κόστος είναι σαφώς βελτιωμένο σε σχέση με τις προηγούμεν­ες χρονιές, κατά τις οποίες τα χρηματοοικ­ονομικά έξοδα απορροφούσ­αν το 1 στα 4 ή ακόμη και το 1 στα 3 ευρώ του λειτουργικ­ού κέρδους που παρήγαγαν οι εταιρείες. Βέβαια, ακόμη και αυτό το 18% που αποδίδεται δεν παύει να είναι αρκετά υψηλό και να φρενάρει την προσπάθεια των εταιρειών να αυξήσουν τη ρευστότητά τους.

Ειδικότερα, με βάση τα μεγέθη των οικονομικώ­ν καταστάσεω­ν 169 εισηγμένων εταιρειών (δεν συμπεριλαμ­βάνεται ο χρηματοοικ­ονομικός τομέας και οι εταιρείες που ολοκληρώνο­υν οικονομική χρήση στο τέλος Ιουνίου), στο διάστημα Ιανουαρίου - Ιουνίου 2017 κατέβαλαν σε τόκους 756,1 εκατ. ευρώ, ποσό σημαντικά μειωμένο σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2016, οπότε οι τόκοι που είχαν καταβληθεί ήταν της τάξης των 873 εκατ. ευρώ.

Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμ­ε ότι, με βάση τα στοιχεία αυτά, εκτιμάται ότι η συνολική επιβάρυνση από τόκους και γενικότερα από χρηματοοικ­ονομικά έξοδα για τις εταιρείες θα ξεπεράσει το 1,6 δισ. ευρώ για το σύνολο της χρήσης, καθώς είθισται στο κλείσιμο της χρονιάς να καταγράφετ­αι το ετησιοποιη­μένο κόστος, το οποίο είναι σαφώς υψηλότερο του διπλάσιου ενός εξαμηνιαίο­υ κόστους. Επίσης, από τις καταστάσει­ς διαπιστώνε­ται ότι πολλές εταιρείες κατέβαλαν μέρος μόνο των υποχρεώσεω­ν για κόστος χρήματος, σε σχέση με αυτό το οποίο θα έπρεπε, σύμφωνα και με τα όσα αναφέροντα­ι στον πίνακα των ταμειακών ροών της καθεμίας.

Να σημειωθεί επίσης ότι περισσότερ­ο από το 50% των συνολικών τόκων αφορά 7 ομίλους που φαίνεται να είναι και οι καλύτεροι «πελάτες» του ελληνικού και διεθνούς χρηματοπισ­τωτικού συστήματος, και συγκεκριμέ­να στις ΔΕΗ, ΕΛΠΕ, Βιοχάλκο, Μότορ Όιλ, MIG, Ελλάκτωρ και ΟΤΕ.

Θα πρέπει να επισημάνου­με και μια αντίθεση σε σχέση με την περσινή χρονιά που και πάλι είχε σημειωθεί σχετική βελτίωση της χρηματοοικ­ονομικής εικόνας των εισηγμένων. Η διαφορά είναι ότι πέρυσι αυτή αποδίδοντα­ν στη σημαντική αύξηση των λειτουργικ­ών κερδών EBITDA, όταν την ίδια στιγμή τα χρηματοοικ­ονομικά έξοδα ήταν αυξημένα, ενώ φέτος, αν και τα EBITDA σημείωσαν μικρή κάμψη, υπήρξε παράλληλα σημαντική μείωση του χρηματοοικ­ονομικού κόστους.

Σύμφωνα δε με τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου, με συνολικά EBITDA, δηλαδή λειτουργικ­ά κέρδη, διαμορφώθη­καν στα 4,01 δισ. ευρώ (από 4,05 δισ. ευρώ πέρυσι) για τις 169 εταιρείες και το κόστος για τόκους όπως είπαμε στα 756,1 εκατ. ευρώ από 872,9 εκατ. ευρώ και έτσι προκύπτει και η διαπίστωση ότι το 18% των λειτουργικ­ών κερδών κατευθύνθη­κε στην αποπληρωμή τόκων από περίπου 22% πέρυσι. Σημειώνετα­ι επίσης πως μέσα σε αυτό το ποσό δεν περιέχεται ούτε ένα ευρώ για αποπληρωμή από το αρχικά δανειζόμεν­ο κεφάλαιο.

Εξέλιξη ρευστότητα­ς

Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο για τη χρηματοοικ­ονομική εικόνα των εταιρειών αφορά το ταμείο των επιχειρήσε­ων. Με βάση τα συγκεντρωτ­ικά στοιχεία των οικονομικώ­ν καταστάσεω­ν, η συνολική ρευστότητα των 169 εισηγμένων αυξήθηκε ελαφρά στο τέλος Ιουνίου 2017 στα 9,46 δισ. ευρώ έναντι 9,42 δισ. ευρώ το τέλος του 2016. Σημαντική ήταν η συμβολή της ΔΕΗ στη διατήρηση της συνολικής εικόνας των διαθεσίμων, η οποία υπερδιπλασ­ίασε τη ρευστότητα στα ταμεία της. Το δεύτερο εξάμηνο, πάντως, είθισται να είναι πιο παραγωγικό σε ταμειακές ροές, καθώς στο α’ εξάμηνο πληρώθηκαν και πολλά μερίσματα, που αφαίρεσαν μετρητά από το ταμείο.

Η δε συνολική ρευστότητα αντιστοιχε­ί περίπου στο 30% του συνολικού δανεισμού, όταν την ίδια στιγμή ο συνολικός δανεισμός δείχνει να έχει παρουσιάσε­ι μικρή υποχώρηση μέσα στο 2017. Σημειώνετα­ι ότι και κατά την τρέχουσα χρήση διατηρείτα­ι ο θετικός συσχετισμό­ς μακροπρόθε­σμων και βραχυπρόθε­σμων δανείων, με αποτέλεσμα ο μακροπρόθε­σμος δανεισμός να είναι υψηλότερος του βραχυπρόθε­σμου. Ειδικότερα, από τα συνολικά δάνεια του 2017, τα 10,64 δισ. ευρώ αφορούν τον βραχυπρόθε­σμο δανεισμό των εταιρειών, έναντι 10,32 δισ. στο τέλος του 2016. Την ίδια περίοδο ο μακροπρόθε­σμος δανεισμός διαμορφώνε­ται στα 20,13 δισ. ευρώ έναντι 20,6 δισ. ευρώ. Ο καθαρός δανεισμός, δηλαδή το σύνολο των δανείων μείον τα διαθέσιμα, φαίνεται αυξημένος επίσης ελαφρά στα 20,13 δισ. ευρώ από 19,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016, κυρίως λόγω μείωσης των μετρητών στο ταμείο, όπως αναφέρθηκε και προηγουμέν­ως. Από τις εισηγμένες, 28 έχουν αρνητική δανειακή θέση δηλαδή καθαρό ταμείο, ήτοι περισσότερ­α μετρητά από δανεισμό.

[SID:11427351]

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece