Στο 2,1% η πρόβλεψη ανάπτυξης το 2018
Χωρίς ανάκαμψη των επενδύσεων η οικονομία θα βρεθεί σε οδυνηρή στασιμότητα
Επιτάχυνση ανάπτυξης στην Ελλάδα το 2018, στην περιοχή του 2,1%, βλέπει το ΙΟΒΕ, στην τελευταία τριμηνιαία έκθεσή του. Εκτιμάται πως θα υπάρξει συνέχιση της περσινής ώθησης στην εγχώρια οικονομία από τις εξαγωγές (+7,0%). Ελαφρώς μικρότερη θα είναι η συμβολή των επενδύσεων στην αύξηση του ΑΕΠ (+16%), από αύξηση του ΠΔΕ, σε εξωστρεφείς τομείς (μεταποιητικούς, τουρισμό) και σε αποκρατικοποιήσεις - ιδιωτικοποιήσεις. Ακολουθεί η κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,3%), λόγω κάμψης ανεργίας, υπό περιοριστικές πιέσεις από τα νέα δημοσιονομικά μέτρα (αυξήσεις άμεσων και έμμεσων φόρων, επιβολή νέων έμμεσων φόρων). Παραμένει, πάντως, η πρόβλεψη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας όσον αφορά το σύνολο του 12μήνου του 2017, όχι οριακής για πρώτη φορά έπειτα από 9 έτη, κατά 1,3%. Κατά τους αναλυτές, προήλθε πρωτίστως από σημαντική διεύρυνση των εξαγωγών, κυρίως σε υπηρεσίες αλλά και σε αγαθά, από τη συνεχή βελτίωση του διεθνούς περιβάλλοντος. Παρέμεινε, δε, στη διάρκεια του 2017 αναιμική η επίδραση των επενδύσεων και μέσω μεταβολών στα αποθέματα, όχι από επενδύσεις σε πάγια.
Όπως ανέφερε, ειδικότερα, κατά την παρουσίαση της Έκθεσης ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, το 2017 ολοκληρώθηκε θετικά όσον αφορά τη δημοσιονομική ισορροπία, αλλά με χαμηλότερο από τον επιθυμητό ρυθμό μεγέθυνσης. Η ανάκαμψη στηρίζεται σε δύο κύριους λόγους. Σε αντίθεση με το παρελθόν υπάρχει πλέον συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για την ανάγκη να εφαρμοστούν τα προγράμματα και να αποφεύγονται διενέξεις με τους δανειστές και εταίρους. Η ισχυρή ανάπτυξη στο εξωτερικό περιβάλλον και ειδικά στην Ευρώπη, πλέον του αναμενομένου, λειτουργεί ευεργετικά και τραβά την οικονομία προς τα πάνω. Το 2018 θα είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό και κρίσιμο έτος. Στον βαθμό που δεν θα εκδηλωθούν σημαντικές εκπλήξεις, η ανάκαμψη της οικονομίας θα συνεχιστεί, και σχετικά θα ενδυναμωθεί, κατά τη νέα χρονιά. Η κεντρική εκτίμηση είναι ότι η μεγέθυνση σε πραγματικούς όρους λίγο κάτω από 1,5% την περασμένη χρονιά θα αυξηθεί σε λίγο πάνω από 2% για την τρέχουσα.
Η κεντρική αυτή πρόβλεψη, όμως, υπογράμμισε ο κ. Βέττας, προϋποθέτει συστηματική, έστω και μικρή, βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. «Χωρίς ανάκαμψη των επενδύσεων, η οικονομία θα βρεθεί και πάλι σε οδυνηρή στασιμότητα» σημείωσε, χαρακτηριστικά. Πρόσθεσε, δε, πως δεν μπορεί να υποτιμάται το γεγονός ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης για το περασμένο έτος ήταν μόνο στο μισό από τον στόχο που είχε τεθεί από την οικονομική πολιτική μέσω του προϋπολογισμού και του προγράμματος. Συνολικά, ακόμη και μια μεγέθυνση λίγο άνω του 2% στην τρέχουσα χρονιά θα υπολείπεται του επιπέδου που αφενός θα σηματοδοτούσε τη σημαντική άμβλυνση των κινδύνων για τους δυνητικούς επενδυτές και αφετέρου θα βελτίωνε αισθητά την κατάσταση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων που σήμερα κινούνται οριακά. Σε σύγκριση με τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών οικονομιών, η απόκλιση θα αυξάνεται αντί να μειώνεται. Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, είπε, ακόμη, ότι η αλλαγή στο εξωτερικό περιβάλλον κατά την περίοδο των ελληνικών προγραμμάτων δεν πρέπει να υποτιμάται. Η Ευρωζώνη δημιούργησε μηχανισμούς για να ελαχιστοποιήσει την επίπτωση των κρίσεων που προκύπτουν από οικονομικές και χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες. Η Ευρώπη εμφανίζεται έτοιμη να εμβαθύνει την ολοκλήρωσή της, συμπεριλαμβανομένης της τραπεζικής και δημοσιονομικής ένωσης, ενώ η οικονομία προχωράει καλά, παρά την απόφαση για Brexit. Ταυτόχρονα, οι κύριες υποχρεώσεις που συνεπάγονταν τα προγράμματα θα παραμένουν σε ισχύ. Εφόσον, λοιπόν, η εποπτεία της ελληνικής οικονομίας από τους πιστωτές της θα συνεχιστεί, στο ορατό μέλλον, κατ’ ελάχιστον μέσω των μέτρων ρύθμισης του χρέους, το ζητούμενο θα πρέπει να είναι όχι το να αγνοηθεί ως περιορισμός αλλά να μετατραπεί σε εργαλείο για μείωση του κόστους χρηματοδότησης και ενίσχυση των ρυθμών ανάπτυξης. [SID:11633867]