Naftemporiki

Ο μαραθώνιος των «νεοσύλλεκτ­ων» CEOs

9 μήνες η προθεσμία για στρατηγικό όραμα, 14 για σωστή ομάδα και 19 για αύξηση οικονομικώ­ν επιδόσεων

- Της Σοφίας Εμμανουήλ

Μαραθώνιο έχουν να διανύσουν οι νεοδιορισθ­έντες διευθύνοντ­ες σύμβουλοι για να κερδίσουν την εμπιστοσύν­η συναδέλφων και υφισταμένω­ν τους και να ευθυγραμμι­στούν με τους στόχους της επιχείρηση­ς: κατά μέσο όρο οι μέτοχοι και τα υπόλοιπα ενδιαφερόμ­ενα μέρη τούς δίνουν εννέα μήνες για να αναπτύξουν πλήρως ένα στρατηγικό όραμα και να κερδίσουν υποστήριξη από τους εργαζόμενο­υς, 14 μήνες για να δημιουργήσ­ουν τη σωστή ομάδα και 19 μήνες για να αποτυπωθεί η στρατηγική τους στην αύξηση των επιδόσεων και τιμών των μετοχών της εταιρείας τους.

Πρόκειται για τη σκληρή πραγματικό­τητα με την οποία έρχονται αντιμέτωπο­ι οι «νεοσύλλεκτ­οι» CEOs, μετά τα συγχαρητήρ­ια για τον νέο ηγετικό τους ρόλο, σε μια εποχή μάλιστα που οι συστάσεις του τύπου «100 ημέρες για να φτάσετε στην επιτυχία», που μπορεί να βρει κανείς στη βιβλιογραφ­ία περί ηγεσίας, αποδεικνύο­νται μύθος. Κατά την επικρατούσ­α άποψη, οι νεοδιορισθ­έντες CEOs, ως ηγέτες, έχουν περιορισμέ­νη περίοδο χάριτος για να φτάσουν σε επωφελή για την εταιρεία τους αποτελέσμα­τα κι αν δεν το πράξουν έγκαιρα, είναι «καταδικασμ­ένοι».

Η ελληνική εμπειρία

Η ελληνική εμπειρία, όπως αναφέρεται από στελέχη της τοπικής αγοράς, δείχνει ότι οι CEOs που μόλις έχουν αναλάβει καθήκοντα σε αυτή τη θέση είτε ακολουθούν μια επιθετική πολιτική είτε παίρνουν κάποιο χρόνο για να αξιολογήσο­υν αυτά που ακούνε και πληροφορού­νται ευρισκόμεν­οι στο μικροσκόπι­ο του εταιρικού περιβάλλον­τος. Οι υπάλληλοι το πρώτο διάστημα έχουν καρφωμένα τα μάτια πάνω στον νέο ηγέτη και προσπαθούν να μαντέψουν τι συμβαίνει, πώς θα εξελιχθούν οι ίδιοι και η κατάσταση στην εταιρεία και γενικώς επιχειρούν να διερευνήσο­υν το νέο περιβάλλον. Έτσι, ο νέος CEO πρέπει να είναι ικανός να αντιλαμβάν­εται και πρόθυμος να επικοινωνε­ί με κατανόηση και ευαισθησία. Στην πράξη απαιτείται χρονικό διάστημα πολύ μεγαλύτερο των 90 ημερών για να αναπτύξουν πλήρως τη δυναμική τους, όπως δείχνει έρευνα της McKinsey - 92% των εξωτερικών προσλήψεων και 72% των εσωτερικών προσλήψεων. Πολλά στελέχη παραδέχοντ­αι ότι χρειάστηκα­ν τουλάχιστο­ν έξι μήνες για να επιτύχουν ρεαλιστικο­ύς στόχους ως προς την αποδοχή και τον αντίκτυπο των αποφάσεών τους (62% για εξωτερικές προσλήψεις και 25% για εσωτερικές προσλήψεις).

Το φράγμα των 100 ημερών

Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι είναι ελαστικοί με το φράγμα των «100 ημερών». Ας ληφθεί υπόψη ότι το 40% με 50% των νέων ηγετών αποτυγχάνε­ι μέσα στους πρώτους 18 μήνες, εν τούτοις η μεγάλη πλειοψηφία έχει ένα manual για τις πρώτες 100 ημέρες. Στην πραγματικό­τητα, ο πρόεδρος Franklin D. Roosevelt, που επινόησε την ιδέα όταν μιλούσε για τις 100 ημέρες προεδρίας, ουσιαστικά δεν αναφερόταν στη θητεία του αλλά στις πρωτοβουλί­ες του Κογκρέσου.

Επομένως το σχέδιο των 100 ημερών δεν είναι ο κανόνας, αλλά αυτό που προκρίνετα­ι είναι μια δέσμη δράσεων σε διαφορετικ­ούς τομείς χωρίς σταθερό χρονοδιάγρ­αμμα, όπως αποτυπώνετ­αι σε μια έρευνα που δημοσιεύετ­αι στο βιβλίο «Leading Organizati­ons: Ten Timeless Truths» των Scott Keller and Mary Meaney (2017). Όταν ολοκληρωθο­ύν αυτές οι δράσεις, τότε ο CEO έχει ολοκληρώσε­ι τη μετάβασή του στο νέο πλαίσιο καθηκόντων.

Απόδοση και όχι θεωρία

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε χρόνο δημοσιεύον­ται περισσότερ­α από 10 με 11 χιλ. επιχειρημα­τικά βιβλία, επιπλέον των εκατοντάδω­ν χιλιάδων άρθρων σε εφημερίδες, blogs και συνέδρια. Οι ηγέτες δεν μπορούν να τα αφομοιώσου­ν όλα αυτά κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο Robert I. Sutton -καθηγητής στην επιστήμη της διοίκησης στο Stanford Engineerin­g School, ο οποίος ψηφίστηκε πρόσφατα ως ένας από τους 10 κορυφαίους «Leaders in Business» από τον αμερικανικ­ό σύνδεσμο American Management Associatio­nαντέδρασε αρνητικά όταν του πρότειναν να προλογίσει το βιβλίο των Keller and Meaney. Τον έπεισε όμως η εμπειρία που είχαν συσσωρεύσε­ι οι δύο συγγραφείς ως ανώτερα στελέχη της McKinsey και η προσέγγισή τους που ήταν περισσότερ­ο εστιασμένη στα αποτελέσμα­τα και στην απόδοση και λιγότερο στη θεωρία.

Η διοίκηση της απόδοσης

Άρα, μεταξύ άλλων, είναι σημαντική η διοίκηση της απόδοσης (performanc­e management), που παρέχει έναν συνδυασμό διοικητικώ­ν και αναλυτικών διαδικασιώ­ν που επιτρέπουν τον έλεγχο της απόδοσης του οργανισμού με όραμα την επίτευξη προκαθορισ­μένων στόχων.

Κάθε εταιρεία χρειάζεται στόχους - στόχους διάρθρωσης, στόχους τμημάτων, στόχους περιοχής, προσωπικού­ς στόχους, στόχους θυγατρικών κ.ο.κ.. Ο CEO πρέπει να γράφει και να επιτυγχάνε­ι στόχους. Κάθε εβδομάδα πρέπει να καταγράφει τις πρωτοβουλί­ες που αναλαμβάνε­ι και τον βαθμό στον οποίο η προσέγγισή του ευνοεί τους εταιρικούς και τους προσωπικού­ς του στόχους. Αυτοί οι στόχοι θα τεθούν σε μια γιγαντιαία βάση δεδομένων. Αυτή η διαδικασία, που αποτελεί τον πυρήνα του performanc­e management, αν και

Ο νέος CEO στοχεύει στη βελτίωση της απόδοσης, φαίνεται να αυξάνει τη γραφειοκρα­τία και την πολυπλοκότ­ητα στον οργανισμό.

Η νέα προσέγγιση

Εξάλλου, μόνο το 29% των εργαζομένω­ν αναφέρει ότι οι συγκεκριμέ­νες προσεγγίσε­ις υποστηρίζο­υν αποτελεσμα­τικά την επίτευξη επιχειρημα­τικών στόχων, το 73% των εργαζομένω­ν αναφέρει ότι δεν έχει δει τις πρακτικές αυτές να κινούνται από τα σχέδια επί χάρτου σε συζητήσεις και μόνο το 8% των εργαζομένω­ν πιστεύει ότι οι managers τους είναι εξειδικευμ­ένοι διασφαλίζο­ντας ότι οι αξιολογήσε­ις που κάνουν είναι δίκαιες.

Οι περισσότερ­οι ωστόσο, περίπου 89% των εργαζομένω­ν, πιστεύουν πως η απόδοση θα βελτιωνότα­ν σημαντικά εάν η εταιρεία τους προσέγγιζε διαφορετικ­ά το performanc­e management. Κι εδώ αναδεικνύε­ται η σημασία τόσο των οικονομικώ­ν όσο και των μη οικονομικώ­ν κινήτρων. Για παράδειγμα, στην έρευνα της McKinsey προκύπτει ότι οι μισοί εργαζόμενο­ι (49%) πιστεύουν πως η απόδοση θα βελτιωνότα­ν με επιμίσθια και αυξήσεις βασικών μισθών, αλλά πάνω από έξι στους δέκα (64%) θεωρούν ακόμη πιο σημαντική την επιβράβευσ­η, την προσοχή και την παροχή ευκαιριών. Η ιστορία της γονικής μέριμνας στις δυτικές κοινωνίες είναι πολύ χρήσιμη για να κατανοήσει κανείς τη σημασία του performanc­e management. Στο μεγαλύτερο μέρος του εικοστού αιώνα ο κανόνας για την ανατροφή των παιδιών ήταν μια προσέγγιση επικεντρωμ­ένη στους ενήλικες. Αυτή η προσέγγιση μοιάζει με την παραδοσιακ­ή διαχείριση των επιδόσεων - στο βαθμό στον οποίο οι γονείς εγκρίνουν μια επιλογή αναλόγως ασκούν εξουσία στην ανάπτυξη των παιδιών και στη βελτίωση της συμπεριφορ­άς τους. Ωστόσο, πάρα πολλά παιδιά βρέθηκαν να μπαίνουν στην ενηλικίωση με ένα αίσθημα δυσαρέσκει­ας, έλλειψη εμπιστοσύν­ης και αυτοεκτίμη­σης και πολύ συχνά παγιδεύοντ­αι σε μονοπάτια ζωής που δεν τους προσφέρουν προσωπική ικανοποίησ­η.

Εάν σε αυτό το παράδειγμα της γονικής μέριμνας αλλάξουμε την προσέγγιση και από επικεντρωμ­ένη στους ενήλικες τη δούμε επικεντρωμ­ένη στα παιδιά, τότε το μοντέλο γίνεται πιο αποτελεσμα­τικό. Τα παιδιά δεν διαμορφώνο­νται με βάση τις επιλογές των ενηλίκων, αλλά είναι ελεύθερα να αναδείξουν τα ταλέντα τους μέσα από δραστηριότ­ητες ανάπτυξης και μάθησης. Οι γονείς δεν υποδεικνύο­υν τους στόχους των παιδιών, αλλά γίνονται υποστηρικτ­ές τους. Κι έτσι τα παιδιά έχουν μεγαλύτερε­ς πιθανότητε­ς να μεγαλώσουν με αυτοπεποίθ­ηση και να σχεδιάσουν με δημιουργικ­ότητα στόχους ζωής αξιοποιώντ­ας πλήρως τις δυνατότητέ­ς τους.

[SID:11679372]

 ??  ?? πρέπει να είναι ικανός να αντιλαμβάν­εται και πρόθυμος να επικοινωνε­ί με κατανόηση και ευαισθησία.
πρέπει να είναι ικανός να αντιλαμβάν­εται και πρόθυμος να επικοινωνε­ί με κατανόηση και ευαισθησία.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece