> Αιχμές κατά ΣΕΒ
τις δυνατότητες και τις αδυναμίες των ΜμΕ στα χρόνια της κρίσης, o πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ μίλησε για το διευρυμένο ως προς την κοινωνική του βάση αίτημα της οικονομικής δημοκρατίας, το οποίο έρχεται να αντιπαρατεθεί στο ευρέως διαδεδομένο ιδεολόγημα ενός οικονομικού δαρβινισμού, σύμφωνα με το οποίο το «βαρίδι» της ελληνικής οικονομίας είναι ο μεγάλος αριθμός μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, αφήνοντας με τον τρόπο αυτό να εννοηθεί ότι η μόνη λύση είναι η «οικονομική ευθανασία» για αυτήν την κατηγορία των επιχειρήσεων. Πρόκειται για μια σαφή αιχμή για τις θέσεις του ΣΕΒ, ο οποίος δύο εβδομάδες πριν διεξήγαγε συνέδριο με θέμα την ανάγκη μεγέθυνσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Η απάντηση Φέσσα
Παρά την αιχμή, ο ΣΕΒ, διά του παριστάμενου στο συνέδριο προέδρου του Θεόδωρου Φέσσα, επανάφερε την ίδια θέση. Στην παρέμβασή του, ο κ. Φέσσας ανέφερε ότι η υλοποίηση του Συμφώνου για τις ΜμΕ που προτείνει ο ΣΕΒ και προβλέπει αύξηση των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων κατά 8.000 έως το 2025 μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,7 δισ. ευρώ και να ενισχύσει την απασχόληση με 100.000 πρόσθετες θέσεις εργασίας. Προϋποθέτει βέβαια ευρεία συναίνεση, ανεξαρτήτως των κύκλων διακυβέρνησης και των πολιτικών εξελίξεων. Υπενθύμισε μάλιστα ότι τα μέλη του ΣΕΒ είναι κατά 70% δυναμικές ΜμΕ, σημειώνοντας ότι ένας ενάρετος κύκλος ανάπτυξης περιλαμβάνει και τη λογική της επιχειρηματικής μεγέθυνσης, όπου οι μικρές επιχειρήσεις επιδιώκουν να γίνουν μεσαίες και οι μεσαίες μεγάλες. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Φέσσας επισήμανε ότι σήμερα κρίσιμο στοιχείο της επιχειρηματικής στρατηγικής είναι το «μεγάλωσε, διαφοροποιήσου ή βγες έξω!». της αντιπολίτευσης ότι τα πάντα είναι θέμα φορολογίας. «Μακάρι να ήταν έτσι, όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις».
«Αναγνωρίζω ότι πράγματι η φορολογία στη χώρα είναι εξαιρετικά υψηλή και δεν μπορεί παρά να είναι στόχος και δέσμευση να προχωρήσουμε στη μείωσή της με τρόπο δίκαιο και στοχευμένο, ώστε να είναι και εφικτός και αποτελεσματικός», τόνισε.
Όπως είπε, η μείωση της φορολογίας υπακούει σε μια ιστορική πραγματικότητα και δεν αποτελεί μόνο ζήτημα πολιτικής βούλησης. «Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός επί σειρά ετών υψηλής ανάπτυξης -και κάποιοι έχουν την ευθύνη γι’ αυτό και είναι όσοι προβάλλουν τώρα αυτήν τη φόρμουλα- υποχρέωσε τη χώρα στην εξυπηρέτηση ενός πρωτοφανούς δημόσιου χρέους, μια δέσμευση που αφορά τις επόμενες δεκαετίες και υποχρεώνει τη σημερινή και τις επόμενες κυβερνήσεις να έχουν ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση και την απομείωση του διογκωμένου δημόσιου χρέους».
«Αισθάνομαι ευτυχής, γιατί μέσα από τη δύσκολη πορεία καταφέραμε να πείσουμε τους δύσπιστους εταίρους μας ότι δικαιούται ο ελληνικός λαός και οφείλουν αυτοί απέναντι στις θυσίες του ελληνικού λαού να προχωρήσουν σε μέτρα εξασφάλισης της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, με τρόπο που να μην υπονομεύει άλλο την ανάπτυξη. Αυτό σημαίνει ότι η φορολογία πρέπει να κατέβει σταδιακά σε βιώσιμα επίπεδα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η ελάφρυνση χρέους που επίκειται σας διαβεβαιώνω ότι θα λάβει σοβαρά αυτή την παράμετρο». Μάλιστα, θύμισε ότι στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που έχει ψηφιστεί, προβλέπεται μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 29% στο 26%, ενώ στον νέο αναπτυξιακό νόμο υπάρχουν σημαντικά φορολογικά κίνητρα στην έρευνα και την καινοτομία.
Κατά τον πρωθυπουργό, η σταδιακή μείωση της φορολογίας είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επόμενη ημέρα, αλλά θέλει συγκεκριμένα βήματα. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, αλλά υπάρχει οδικός χάρτης. Θα επιτευχθεί και θα είναι αποτέλεσμα καλά σχεδιασμένης δουλειάς.
Αν το ζήτημα της ανάπτυξης είναι θέμα φορολογίας, θα φαινόταν παράδοξο πώς χώρες με υψηλή φορολογία είναι πρώτες σε προσέλκυση επενδύσεων, σημείωσε ο κ. Τσίπρας και αναφέρθηκε σε μια σειρά άλλους κρίσιμους παράγοντες.
Μεταξύ αυτών, τη λειτουργία του ανταγωνισμού, τη μείωση της γραφειοκρατίας, τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, τη διαδικασία αδειοδότησης, τη ρευστότητα, τον πτωχευτικό κώδικα, το ενεργειακό κόστος, το επίπεδο της εκπαίδευσης, τα κίνητρα για έρευνα και καινοτομία.
Ο Γιώργος Καββαθάς
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς, αναφερόμενος στον τίτλο του συνεδρίου, τόνισε ότι «ο όρος και η έκφραση “οικονομική δημοκρατία” έχει μια συγκεκριμένη καταγωγή και προέλευση πολλών δεκαετιών. Για τους περισσότερους από εμάς η έκφραση “οικονομική δημοκρατία”, είναι αυτονόητα συσχετισμένη με τα αιτήματα του οργανωμένου εργατικού κινήματος και των εργατικών συνδικάτων, για συμμετοχή των εκπροσώπων τους στις αποφάσεις που λαμβάνονται στο εσωτερικό είτε μεμονωμένων επιχειρήσεων είτε συγκεκριμένων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας ή ακόμα και σε επίπεδο μιας εθνικής οικονομίας. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια επέκταση των αρχών της δημοκρατίας από το πολιτικό σύστημα στην ίδια την οικονομία».
Ο κ. Καββαθάς αναφέρθηκε και στις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης επισημαίνοντας ότι «είναι γνωστό ότι σε αυτή τη δύσκολη και τραυματική χρονική περίοδο για όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, οι συνέπειες από την κρίση αλλά και από την πολιτική της διαχείρισής της υπήρξαν επώδυνες σε ακραίο βαθμό. Και ξεκινάω την αναφορά μου με το πιο γνωστό σε όλους σας στοιχείο: στη διάρκεια αυτής της περιόδου και μέχρι το 2014, εξαφανίστηκε ένας μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων κυρίως μικρές και μεσαίες. Σύμφωνα με τις πιο έγκυρες εκτιμήσεις, ο αριθμός αυτός έφτασε τις 220.000, αφού ο αριθμός των επιχειρήσεων μειώθηκε από 840.000 το 2008 στις 620.000 το 2014. Από το “κλείσιμο” αυτών των επιχειρήσεων, αλλά και από τις απολύσεις, περίπου 780.000 άτομα προστέθηκαν στο απόθεμα της ανεργίας».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας στο έλλειμμα χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων καταθέτοντας τις προτάσεις της ΓΣΕΒΕΕ, για τη μερική παράκαμψη των συστημικών τραπεζών, κάτι που έχει συμβεί σε πιο ομαλές εποχές σε άλλες χώρες.