Www.naftemporiki.gr
Ηετήσια Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το Επιχειρείν (Doing Business- DB) είναι ίσως η πιο γνωστή δημοσίευσή της. Είναι επίσης η πλέον αμφιλεγόμενη και με τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης για το 2018 τον περασμένο Οκτώβριο η αντιπαράθεση για αυτήν χτύπησε κόκκινο, με ορισμένους επικριτές να κατηγορούν την τράπεζα για συσκότιση, παραποίηση δεδομένων και πολιτική χειραγώγηση.
Είχα στενή εμπλοκή στην Έκθεση Doing Business από το 2012 έως το 2016 και έτσι έπρεπε να αποφύγω τη συμμετοχή στη δημόσια αντιπαράθεση για το θέμα. Τώρα, όμως, μία επανεξέταση του δείκτη DB και της ετήσιας Έκθεσης αξίζει τον κόπο.
Γνώρισα για πρώτη φορά την DB όταν ήμουν σύμβουλος της ινδικής κυβέρνησης και αναζητούσα σε αυτήν ιδέες για το πώς να περιοριστεί η διαβόητη γραφειοκρατία της Ινδίας. Όταν λοιπόν εντάχθηκα στην Παγκόσμια Τράπεζα και έμαθα ότι θα είχα την εποπτεία της ομάδας DB, ήταν σαν από τακτικός θαμώνας εστιατορίου να έπρεπε να αναλάβω την εποπτεία της κουζίνας.
Έτσι έμαθα ό,τι συνέβαινε στα παρασκήνια. Και παρόλο που είχα ορισμένες εννοιολογικές διαφωνίες, εντυπωσιάστηκα από την ακεραιότητα της διαδικασίας.
Ο δείκτης DB έχει ως στόχο να μετρά, ανά τις χώρες, τη διευκόλυνση της έναρξης επιχειρήσεων, την απόκτηση των σχετικών αδειών, την πρόσβαση σε καθοριστικής σημασίας υποδομές και ούτω καθεξής. Περιλαμβάνει δέκα δείκτες, καθένας από τους οποίους στηρίζεται με τη σειρά του σε διάφορους υποδείκτες. Όλοι αυτοί προσμετρώνται στη βάση ενός σταθερού κανόνα, σε μία τελική βαθμολογία, η οποία καθορίζει την κατάταξη της κάθε χώρας μεταξύ 190 οικονομιών.
Σύμφωνα με την Έκθεση για το 2018, η Νέα Ζηλανδία και η Σιγκαπούρη είναι αντίστοιχα η καλύτερη και δεύτερη καλύτερη χώρα για το Επιχειρείν, ενώ η Ερυθραία και η Σομαλία είναι οι χειρότερες, στην 189η και την 190ή θέση αντίστοιχα.
Αν και υπήρχαν πτυχές της κατάταξης του DB που δεν μου άρεσαν, εκτιμώ ότι οι πρόσφατες κατηγορίες για παραποίηση δεδομένων είναι αναξιόπιστες. Έχοντας προσωπικά επιβλέψει τη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει μία τεράστια ομάδα για τη συγκέντρωση οικονομικών δεδομένων ανά τον κόσμο, μπορώ να εγγυηθώ για τα πολλαπλά επίπεδα ελέγχων που υπάρχουν.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σίγουρα τρόποι να επηρεάσεις την κατάταξη, χωρίς να μαγειρέψεις δεδομένα. Σε κάθε μεγάλο εγχείρημα -είτε πρόκειται για το DB είτε για προσπάθεια καταμέτρησης του ΑΕΠ- μπορεί κανείς ενίοτε να ανακαλύψει εννοιολογικά σφάλματα.
Για παράδειγμα, όταν αρχικά ανέλαβα τη διαδικασία, διαφώνησα με την επικρατούσα αντίληψη ότι ένας υψηλότερος φορολογικός συντελεστής είναι αναγκαστικά χειρότερος για μία οικονομία.
Η λογική αυτή υπαγορεύει πως όσο χαμηλότερος είναι ο φορολογικός συντελεστής τόσο καλύτερα. Επομένως ένας μηδενικός συντελεστής θα ήταν ιδανικός. Αυτό προφανώς είναι παράλογο. Ακόμη και εάν κανείς αγνοήσει την ηθική διάσταση, ένας πολύ χαμηλός φορολογικός συντελεστής αφήνει μια χώρα περισσότερο εκτεθειμένη στην απειλή σοβαρών δημοσιονομικών Πολλές χώρες και πολιτικοί ηγέτες κάνουν το λάθος να εξισώνουν την κατάταξη της DB με τη συνολική ευημερία. Αλλά ο δείκτης DB απλώς μετρά αυτό που λέει ότι μετρά: τη διευκόλυνση του Επιχειρείν. Όταν εντάχθηκα στην Παγκόσμια Τράπεζα και έμαθα ότι θα είχα την εποπτεία της ομάδας DB, ήταν σαν από τακτικός θαμώνας εστιατορίου να έπρεπε να αναλάβω την εποπτεία της κουζίνας. κρίσεων, γεγονός που θα ήταν εφιάλτης για τις επιχειρήσεις. Έγιναν έτσι βήματα ώστε να υπάρξουν μικρές διορθώσεις, που δεν προκαλούσαν στρεβλώσεις.
Η αναγνώριση τέτοιου είδους προβλημάτων προβάλλει ένα δίλημμα. Δεν είναι ποτέ ιδανικό να αλλάζεις ένα μέτρο σύγκρισης που έχει χρησιμοποιηθεί για να καταγράφει εξελίξεις επί πολλά χρόνια. Ούτε όμως είναι σωστό να στηρίζεσαι σε μία υπόθεση που γνωρίζεις πως είναι λάθος. Τελικά είναι θέμα κρίσης. Από την πλευρά μου περιόρισα τυχόν μεροληψίες, επιλέγοντας να μην κοιτάξω το τελικό αποτέλεσμα προτού αποφασίσω, χρησιμοποιώντας αφαιρετική λογική, ποιες αλλαγές ήταν αναγκαίες.
Στην τελευταία Έκθεση, οι δύο μεγάλες αντιπαραθέσεις αφορούν την άνοδο της Ινδίας και την πτώση της Χιλής. Ανάμεσα στο 2016 και το 2017 η Ινδία ανέβηκε από την 130ή στην 100ή θέση. Δεν έχω πλέον εσωτερική πληροφόρηση για τα δεδομένα, αλλά μπορώ να διακρίνω δύο λόγους για τους οποίους συνέβη αυτό.
Πρώτον, εάν μία χώρα είναι αποφασισμένη να ανέβει στην κατάταξη, μπορεί να το πετύχει εστιάζοντας στους δέκα δείκτες που καθορίζουν την τελική βαθμολογία. Αν και εγώ δεν θα συμβούλευα κανέναν να ακολουθήσει μία τέτοια εθνική στρατηγική για την οικονομία.
Δεύτερον, η όποια αλλαγή στην κατάταξη μπορεί να οφείλεται είτε στο πώς τα πηγαίνει μία χώρα συγκριτικά με τις υπόλοιπες είτε με αλλαγές στον τρόπο μέτρησης ορισμένων δεικτών, όπως αυτές στις οποίες αναφερθήκαμε νωρίτερα για τη φορολογία. Για παράδειγμα, όταν η Ινδία σκαρφάλωσε από την 142η στην 130ή θέση ανάμεσα στο 2014 και το 2015, η ομάδα DB και εγώ καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως μόνο τέσσερις από τις δώδεκα θέσεις που ανέβηκε η χώρα οφείλονταν σε αλλαγές που είχε κάνει η ίδια, και οι υπόλοιπες ήταν αποτέλεσμα των αλλαγών στη μεθοδολογία της DB.
Για τη Χιλή, η οποία διολίσθησε από την 48η στην 57η θέση μεταξύ 2015 και 2016 και σήμερα βρίσκεται στην 55η, θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει εντονότατος ανταγωνισμός σε αυτά τα επίπεδα της κλίμακας. Μικρές αλλαγές από χώρες που συνορεύουν, μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα μεγάλες ανακατατάξεις στον δείκτη.
Είναι όμως επίσης γεγονός ότι η κυβέρνηση της Μισέλ Μπασελέ έχει δώσει πολύ μεγαλύτερη έμφαση σε κοινωνικούς απ’ ό,τι σε οικονομικούς δείκτες. Στη δική μου λογική αυτός είναι λόγος επιβράβευσης και όχι κριτικής. Έχοντας εργαστεί με τη Μ. Μπασελέ για την Έκθεση Παγκόσμιας Ανάπτυξης 2018 της Παγκόσμιας Τράπεζας σε θέματα εκπαίδευσης, γνωρίζω πολύ καλά πως είναι αυτό το σπάνιο είδους πολιτικού πραγματικά αφοσιωμένου στη βελτίωση του κοινωνικού κράτους.
Πολλές χώρες και πολιτικοί ηγέτες κάνουν το λάθος να εξισώνουν την κατάταξη της DB με τη συνολική ευημερία. Αλλά ο δείκτης DB απλώς μετρά αυτό που λέει ότι μετρά: τη διευκόλυνση του Επιχειρείν. Πρόκειται για κάτι που είναι σίγουρα σημαντικό για την οικονομία, αλλά δεν είναι τα πάντα. Στην πραγματικότητα, ένα από τα πρώτα μαθήματα στα Οικονομικά είναι πως όλα τα καλά πράγματα στη ζωή περιλαμβάνουν ανταλλάγματα. Θα ήταν λοιπόν κρίμα να δει κανείς περισσότερες χώρες να εστιάζουν στη διευκόλυνση του Επιχειρείν εις βάρος άλλων δεικτών ευημερίας.