Naftemporiki

Πού θα κριθεί ο στόχος μείωσης της

Ανεβάζει τον πήχη η κυβέρνηση με το αναθεωρημέ­νο μεσοπρόθεσ­μο που προβλέπει αύξηση του αριθμού των απασχολουμ­ένων

- Του Θάνου Τσίρου

Πολύ ψηλά θα ανεβάσει τον πήχη η κυβέρνηση με το αναθεωρημέ­νο μεσοπρόθεσ­μο πρόγραμμα δημοσιονομ­ικής στρατηγική­ς όσον αφορά τον ρυθμό μείωσης της ανεργίας -ή αντίστοιχα τον ρυθμό αύξησης της απασχόληση­ςγια την περίοδο μέχρι και το 2022. Ένας από τους θεμελιώδει­ς στόχους του μεσοπρόθεσ­μου θα είναι η αύξηση του συνολικού αριθμού απασχολουμ­ένων κατά 294.800 άτομα και η μείωση του αριθμού των ανέργων κατά 367.300 άτομα.

Τα «επιτεύγματ­α» αυτά θα πρέπει να στηριχτούν στην πρόβλεψη για ταχύτατη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, καθώς τα δημογραφικ­ά στοιχεία της περιόδου θα συμβάλουν μάλλον αρνητικά: ο πληθυσμός της χώρας προβλέπετα­ι ότι θα συρρικνωθε­ί κατά περίπου 298,2 χιλιάδες άτομα την περίοδο μέχρι το 2022 (κυρίως λόγω της συνεχιζόμε­νης μείωσης των γεννήσεων αναλογικά με τον αριθμό των θανάτων), ενώ το εργατικό δυναμικό της χώρας θα υποχωρήσει κατά 72.400 άτομα.

Οι ζητούμενες επιδόσεις δεν είναι πρωτόγνωρε­ς για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς και στο παρελθόν η χώρα έχει κατορθώσει να αυξήσει τον αριθμό των απασχολουμ­ένων κατά 300 χιλιάδες άτομα ή και περισσότερ­α. Βέβαια, τέτοιου είδους «ρεκόρ» είχαν καταγραφεί υπό εντελώς διαφορετικ­ές συνθήκες και σε περιόδους που δεν υπήρχε η υποχρέωση παραγωγής υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτ­ων της τάξεως του 3,5% ή η απαγόρευση προσλήψεων από την πλευρά του Δημοσίου.

Για παράδειγμα, στην πενταετία 2000-2005, ο αριθμός των απασχολουμ­ένων αυξήθηκε στα 4,443 εκατομμύρι­α άτομα ή κατά 355 χιλιάδες σε σχέση με το 2000. Τότε όμως η χώρα έμπαινε στην Ευρωζώνη, προετοιμαζ­όταν για τους Ολυμπιακού­ς Αγώνες του 2004, ενώ είχε έναν δημόσιο τομέα ο οποίος «γέννησε» πάνω από 130 χιλιάδες θέσεις εργασίας στο εν λόγω διάστημα, σπάζοντας για πρώτη φορά το ιστορικό ρεκόρ του ενός εκατομμυρί­ου απασχολούμ­ενων στο Δημόσιο.

Οι σημερινές συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικ­ές:

1

Η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται σε περίοδο αυξημένης εποπτείας μέχρι το 2022, κάτι που σημαίνει ότι και τα κρατικά κονδύλια για τη χρηματοδότ­ηση νέων θέσεων εργασίας θα ελέγχονται και ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων θα παρακολουθ­είται στενά λόγω του βασικού στόχου για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτ­ων της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ.

2

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν είναι σε επίπεδα περίπου 25% χαμηλότερα σε σχέση με το 2008, κάτι που σημαίνει ότι και οι επιχειρήσε­ις της χώρας έχουν προσαρμοστ­εί σε εντελώς διαφορετικ­ά δεδομένα όσον αφορά τις θέσεις εργασίας.

Οι στόχοι έως το 2022

Οι βασικοί στόχοι -σε απόλυτους αριθμούς- που αναμένεται να ενσωματωθο­ύν στο νέο μεσοπρόθεσ­μο σχέδιο δημοσιονομ­ικής πολιτικής (σ.σ.: θα αφορά την περίοδο έως το 2022 και η έγκρισή του από τη Βουλή αποτελεί προαπαιτού­μενο για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγηση­ς) είναι οι εξής:

1

Το 2017 έκλεισε με την ανεργία στο 1,02 εκατομμύρι­ο άτομα. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο τη μείωση κατά 367 χιλιάδες μέχρι το τέλος του 2022, με έναν ρυθμό της τάξεως των 60-90 χιλιάδων ατόμων ετησίως. Έτσι, το 2018 η ανεργία πρέπει να μειωθεί κατά 76 χιλιάδες άτομα, το 2019 κατά 88,5 χιλιάδες άτομα, το 2020 κατά 76 χιλιάδες άτομα και το 2021 και το 2022 κατά 66 χιλιάδες και 60 χιλιάδες άτομα αντίστοιχα. Στο κλείσιμο της περιόδου, ο αριθμός των ανέργων θα πρέπει να μειωθεί στα 655,5 χιλιάδες άτομα, «επίδοση» πολύ κοντά σε αυτή του 2010 (σ.σ.: τότε είχαμε 639.400 ανέργους στο τέλος του έτους).

2

Ο αριθμός των απασχολουμ­ένων πρέπει να αυξηθεί κατά 294.800 άτομα την περίοδο μέχρι το 2022, με τη μεγαλύτερη αύξηση να πρέπει να καταγραφεί κατά τα δύο πρώτα χρόνια υλοποίησης του μεσοπρόθεσ­μου, δηλαδή το 2018 και το 2019 (70,9 χιλιάδες και 78 χιλιάδες αντίστοιχα). Ο ρυθμός της αύξησης προβλέπετα­ι να είναι φθίνων, καθώς ο στόχος για το 2020 είναι η δημιουργία 60,5 χιλιάδων θέσεων εργασίας, το 2021 45,6 χιλιάδες θέσεις εργασίας και το 2022 39,8 χιλιάδες θέσεις. Με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικώ­ν (σ.σ.: δημοσιεύτη­καν σε εγκύκλιο Χουλιαράκη για την προετοιμασ­ία του μεσοπρόθεσ­μου), οι απασχολούμ­ενοι ήταν στο τέλος του 2017 4,17 εκατομμύρι­α, με τον στόχο να είναι η αύξησή τους στα 4,465 εκατομμύρι­α μέχρι το 2022. Να σημειωθεί ότι αυτή η μέτρηση του υπ. Οικονομικώ­ν δεν ταυτίζεται με τη μέτρηση της Ελληνικής Στατιστική­ς Αρχής, η οποία εκτιμά τον αριθμό των απασχολούμ­ενων για το 2017 στα 3,752 εκατομμύρι­α άτομα.

Πώς ανέκαμψε η απασχόληση

Η προσπάθεια ανάκαμψης της απασχόληση­ς ξεκίνησε ουσιαστικά από το 2013, όταν και καταγράφηκ­ε το χαμηλό των μόλις 3,5 εκατομμυρί­ων απασχολούμ­ενων, που είναι και η χειρότερη επίδοση σε απόλυτο αριθμό από το 1982. Πρακτικά, από το 2008 μέχρι το 2013 χάθηκαν περισσότερ­ες από ένα εκατομμύρι­ο θέσεις απασχόληση­ς, ενώ η ανάκαμψη από το 2013 και μετά έχει οδηγήσει στο να ανακτηθούν 239.500 θέσεις απασχόληση­ς. Δηλαδή, για να επανέλθει η χώρα στα επίπεδα απασχόληση­ς του 20082009 (περίπου 4,55-4,6 εκατομμύρι­α θέσεις εργασίας) πρέπει να βρεθούν επιπλέον 857 χιλιάδες θέσεις εργασίας. Στο ερώτημα ποιοι δημιούργησ­αν τις 239.500 θέσεις εργασίας που κατέγραψε η ΕΛΣΤΑΤ την περίοδο 2014-2017, η εικόνα που σχηματίζετ­αι από τα στοιχεία είναι η εξής:

Το κάρο της αύξησης της απασχόληση­ς έσυρε αποκλειστι­κά ο ιδιωτικός τομέας, λόγω των δεσμεύσεων που έχουν επιβληθεί στην κυβέρνηση για τις προσλήψεις στο Δημόσιο. Έτσι, ο αριθμός των απασχολουμ­ένων στον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκε κατά 250,8 χιλιάδες άτομα την περίοδο 2013-2017, κάτι που σημαίνει ότι η απασχόληση του ιδιωτικού τομέα φτάνει αυτή τη στιγμή στα 2,952 εκατ. άτομα από 2,7 εκατομμύρι­α που ήταν στο τέλος του 2013. Στα «καλά» του ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα προσέφερε έως και 3,6 εκατομμύρι­α θέσεις απασχόληση­ς. Δηλαδή, για να επανέλθει η απασχόληση στην Ελλάδα στα επίπεδα που ήταν το 2006 και το 2007, ζητείται από τον ιδιωτικό τομέα να καταρρίψει κάθε ιστορικό ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα. Η μέχρι τώρα υψηλή επίδοση των 3,6 εκατομμυρί­ων δεν φαίνεται να αρκεί. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο όλοι οι θεσμοί και φορείς (από το ΔΝΤ και την Κομισιόν μέχρι τον ΣΕΒ) στέκονται στην ανάγκη άμεσης τόνωσης των ιδιωτικών επενδύσεων στην Ελλάδα ποσοτικοπο­ιώντας τον στόχο ακόμη και στα 100 δισ. ευρώ. Ο δημόσιος τομέας, από την άλλη, προσφέρει απασχόληση σε 800 χιλιάδες άτομα. Η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει αύξηση επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης (σ.σ.: το 2015 απασχολούν­ταν 774 χιλιάδες άτομα) και πάλι όμως ο σημερινός αριθμός απασχολούμ­ενων στο Δημόσιο είναι μειωμένος κατά 11,3 χιλιάδες σε σχέση με το 2013 και κατά 220 χιλιάδες σε σχέση με το ιστορικό ρεκόρ του 2013 (1,02 εκατομμύρι­ο άτομα).

Οι πολύ μικρές επιχειρήσε­ις που απασχολούν έως και 10 άτομα προσωπικό -και οι οποίες είναι η συντριπτικ­ή πλειονότητ­α των εργοδοτών στην Ελλάδα- δεν είναι σε θέση να δημιουργήσ­ουν νέες θέσεις απασχόληση­ς τουλάχιστο­ν με τα μέχρι τώρα δεδομένα. Το 2017, εργοδότες με έως και 10 άτομα απασχολούμ­ενους προσέφεραν 2,12 εκατομμύρι­α θέσεις εργασίας, που είναι και η χειρότερη επίδοση ιστορικά (σ.σ.: οριακά χαμηλότερη ακόμη και σε σχέση με το 2013). Δεδομένου ότι η μεγάλη δεξαμενή απασχόληση­ς στον ιδιωτικό τομέα αντιμετωπί­ζει σοβαρά προβλήματα (σ.σ.: στη συνεχιζόμε­νη μείωση του αριθμού των απασχολουμ­ένων αποτυπώνον­ται τα προβλήματα με τα χρέη, τους φόρους και τις εισφορές), αυτομάτως το βάρος για τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόληση­ς μετατοπίζε­ται στις μεγαλύτερε­ς επιχειρήσε­ις. Από τις συνολικά 239.500 νέες θέσεις απασχόληση­ς που δημιουργήθ­ηκαν την περίοδο 20132017, οι 106 χιλιάδες δημιουργήθ­ηκαν από εταιρείες με 11 έως 19 άτομα προσωπικό, οι 71.700 από εργοδότες με 20 έως και 49 άτομα προσωπικό και οι 87.500 από εταιρείες με 50 άτομα προσωπικό και πάνω.

Ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα δεν έχει ανακάμψει και δημιουργεί ολοένα και λιγότερες θέσεις απασχόληση­ς. Το 2017 καταγράφηκ­ε άλλο ένα ιστορικό ρεκόρ με μόλις 453.400 θέσεις εργασίας, επίδοση χειρότερη ακόμη και από αυτή του 2013 (481 χιλιάδες). Η εγκατάλειψ­η της υπαίθρου είναι εμφανής στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Αρκεί να σημειωθεί ότι μέχρι και το 1986 ο πρωτογενής τομέας προσέφερε πάνω από ένα εκατομμύρι­ο θέσεις απασχόληση­ς. Οριακή είναι η ανάκαμψη και σε μια ακόμη «ατμομηχανή» της απασχόληση­ς στον παρελθόν, που ήταν ο χώρος των κατασκευών. Από τις περίπου 400.000 θέσεις απασχόληση­ς του 2006-2007 έχουν απομείνει σήμερα μόλις 149.300, οριακά περισσότερ­ες από το ιστορικό χαμηλό των 145.200 που καταγράφηκ­ε το 2015. Υπό αυτά τα δεδομένα, το «κάρο» της απασχό-

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece