Στην ατζέντα φορολογικό, ασφαλιστικό και εργασιακά
Διεύρυνση της φορολογικής βάσης, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και περαιτέρω ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας
Την προώθηση μεταρρυθμίσεων για την αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, τη βελτίωση της κοινωνικής ασφάλισης και την περαιτέρω ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας συστήνει στην κυβέρνηση ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, η οποία παραδόθηκε από τον γενικό γραμματέα του Οργανισμού Α. Γκουρία στον υπουργό Οικονομικών Ευ. Τσακαλώτο κατά τη συνάντηση που είχαν τη Δευτέρα το πρωί στην Αθήνα.
Μεταξύ άλλων, ο διεθνής οργανισμός εισηγείται μέτρα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, όπως η κατάργηση εκπτώσεων, μειώσεων και απαλλαγών στον ΦΠΑ και τους φόρους στα καύσιμα, η ηλεκτρονική τιμολόγηση και η υποχρεωτική χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής για όλες τις συναλλαγές των ατομικών επιχειρήσεων και των ελευθέρων επαγγελματιών. Προτείνει επίσης την ενοποίηση προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και χορήγησης επιδομάτων, την περιορισμένη εφαρμογή της επεκτασιμότητας στις συλλογικές κλαδικές συμβάσεις εργασίας και την εφαρμογή του υπο-κατώτατου μισθού όχι με κριτήριο την ηλικία του εργαζόμενου αλλά τα έτη προϋπηρεσίας.
Ο Οργανισμός καλεί, εξάλλου, την κυβέρνηση να προχωρήσει στον εξορθολογισμό των δημόσιων δαπανών, στη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, στην καταπολέμηση της διαφθοράς και την τόνωση της ανταγωνιστικότητας. Θεωρεί δε ότι όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν «κλειδιά» για την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της παραγωγικότητας, που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν σε αναβάθμιση των βιοτικών συνθηκών και επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας.
Ο Οργανισμός εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα διαμορφωθεί στο 2% το 2018 (έναντι 2,3% που προβλέπει πλέον η κυβέρνηση) και στο 2,3% το 2019. Προβλέπει, επίσης, πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 4% του ΑΕΠ για το 2018 και 3,6% του ΑΕΠ για το 2019, ενώ για τα επόμενα έτη θεωρεί ότι είναι εφικτό να διατηρηθούν πρωτογενή πλεονάσματα στα επίπεδα του 2,2% του ΑΕΠ έως και το 2060.
Εκτιμά ακόμη ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους φέτος και τον επόμενο χρόνο (εν αντιθέσει με το ΔΝΤ, το οποίο στις τελευταίες του εκτιμήσεις έκανε λόγο για έκρηξη χρέους κατά 10% του ΑΕΠ φέτος, συνυπολογίζοντας τις δόσεις που εκτιμούσε ότι θα λάβει η Ελλάδα από τους δανειστές).
Σύμφωνα με τις βασικότερες επισημάνσεις της έκθεσης, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης, η απασχόληση αυξάνεται και η δημοσιονομική προσαρμογή έχει σημειώσει θεαματική πρόοδο. Ωστόσο, όπως τονίζεται, πίσω από την ανάπτυξη κρύβονται υψηλά επίπεδα φτώχειας, σοβαρά προβλήματα στην αγορά εργασίας, υπερφορολόγηση και στρεβλώσεις στο φορολογικό σύστημα, μεγάλη έλλειψη επενδύσεων και αδιαφάνεια στο νομοθετικό - ρυθμιστικό πλαίσιο.
Στην έκθεση τονίζεται, ειδικότερα, ότι παρά τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις, το δυσκίνητο ρυθμιστικό πλαίσιο και η έλλειψη χρηματοδότησης εμποδίζουν τις ιδιωτικές επενδύσεις. Διαπιστώνεται επίσης ότι παρά την πολύ μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή το φορολογικό σύστημα στηρίζεται ακόμα σε υψηλούς συντελεστές και στενή φορολογική βάση (σ.σ.: αφήνεται να εννοηθεί ότι είναι αναγκαία πλέον η μείωση του αφορολογήτου). Ως βασική αιτία για τη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης θεωρείται από τον διεθνή οργανισμό η φοροδιαφυγή.
Οι βασικότερες προτάσεις του διεθνούς οργανισμού για την επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας έχουν ως εξής:
1. Νέες παρεμβάσεις στο φορολογικό.
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι ενώ οι φορολογικοί συντελεστές είναι υψηλοί, η απόδοση των φόρων και τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλά, ειδικά στο πεδίο του ΦΠΑ. Τονίζει ειδικότερα ότι οι συντελεστές φορολόγησης των εισοδημάτων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και οι συντελεστές του ΦΠΑ είναι υψηλότεροι στην Ελλάδα απ’ ό,τι στις υπόλοιπες 22 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι μέλη του ΟΟΣΑ. Από την άλλη πλευρά, όμως, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος στην εισπραξιμότητα των φόρων, μετά το Μεξικό και την Ιταλία.
Σύμφωνα με την ανάλυση στην οποία προβαίνει ο διεθνής οργανισμός, το μεγαλύτερο πρόβλημα του ελληνικού φορολογικού συστήματος είναι η μικρή φορολογική βάση και η υπερφορολόγηση των συνεπών φορολογουμένων που ήδη περιλαμβάνονται στη βάση αυτή.
Η συνταγή που εισηγείται για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων περιλαμβάνει τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, με την κατάργηση των εξαιρέσεων και απαλλαγών στον ΦΠΑ αλλά και των εκπτώσεων και απαλλαγών που ισχύουν στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης και άλλους φόρους. Εμμέσως πλην σαφώς, μάλιστα, ο ΟΟΣΑ δεν διστάζει να προτρέψει την κυβέρνηση να επανεξετάσει τα διαφορετικά επίπεδα φόρων σε βενζίνη και πετρέλαιο και να μελετήσει το ενδεχόμενο για την εξίσωσή τους. Ο διεθνής οργανισμός εκτιμά πως τα μέτρα που προτείνει για το φορολογικό σύστημα θα μπορούσαν να αυξήσουν τα δημόσια έσοδα κατά 0,8% του ΑΕΠ έως το 2020 και κατά 1,9% έως το 2030.
Επιπλέον, ο διεθνής οργανισμός προτρέπει την κυβέρνηση να επεκτείνει την υποχρεωτική χρήση των ηλεκτρονικών τιμολογίων και των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής σε όλες τις συναλλαγές των ατομικών επιχειρήσεων.
2. Αλλαγές στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.
Ο οργανισμός προτείνει την ενοποίηση των διαφορών προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης και επιδομάτων και την καλύτερη στόχευσή τους. Τονίζει ακόμη ότι η εφαρμογή των νομοθετημένων αλλαγών στα όρια συνταξιοδότησης θα συμβάλει «Ήρθε η ώρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ Άνχελ Γκουρία, μετά τη συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Σύμφωνα με τον κ. Γκουρία η χώρα μας έκανε όλες αυτές τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για να υπάρξει πλέον και ελάφρυνση του χρέους.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για την επόμενη μέρα της Ελλάδας, μετά την έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο, ο κ. Γκουρία τόνισε πως η «Η Ελλάδα είναι που θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με πεφωτισμένες ηγεσίες και με την υποστήριξη των φίλων σας».
«Η Ελλάδα έγινε πρωταθλήτρια χώρα στις μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο στην Ευρώπη και στην Ευρωζώνη, αλλά και μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, τα τρία τελευταία χρόνια», σημείωσε ο πρωθυπουργός.
«Μεταρρυθμίσεις δίκαιες αλλά αναγκαίες πολλές από αυτές, καθώς ανοίγουν μια πολύ σημαντική προοπτική για την ανάπτυξη της οικονομίας, για την εγκαθίδρυση μιας πιο δίκαιης προοπτικής ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια», επισήμανε ο πρωθυπουργός.
Αλέξης Τσίπρας και Άνχελ Γκουρία συμφώνησαν πως η ετήσια οικονομική έρευνα του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα φέρνει καλά νέα, με τον πρωθυπουργό να δηλώνει ικανοποιημένος «για όλα αυτά που καταφέραμε να πετύχουμε».
στην ανάπτυξη της οικονομίας και ειδικότερα ότι η δρομολογημένη αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης κατά τρία χρόνια έως το 2030 θα οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 7,5 μονάδες έως το 2060. 3. Παρεμβάσεις και στο καθεστώς των εργασιακών σχέσεων.
Η γενική σύσταση του ΟΟΣΑ είναι ότι η ενεργοποίηση των συλλογικών κλαδικών συμβάσεων, μετά τη λήξη του μνημονίου, θα πρέπει να «πατάει» στις διεθνείς πρακτικές, έτσι ώστε να μη δημιουργηθούν αντικίνητρα στην απασχόληση. Σύμφωνα, ειδικότερα, με τον διεθνή οργανισμό, οι νέες συλλογικές κλαδικές συμβάσεις δεν πρέπει να επεκτείνονται αυτόματα σε όλες τις επιχειρήσεις του εκάστοτε κλάδου, ενώ θα πρέπει να είναι αρκετά «ευέλικτες» ώστε να μπορούν να προσαρμοστούν στις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε εταιρεία.
Ο ΟΟΣΑ προτείνει, εξάλλου, ο μειωμένος κατώτατος βασικός μισθός που σήμερα καταβάλλεται σε νέους εργαζόμενους ηλικίας κάτω των 25 ετών να συνδεθεί
εφεξής με την προϋπηρεσία και όχι με την ηλικία. Στην πράξη αυτό σημαίνει πως ακόμα και μεσήλικες ή μεγάλης ηλικίας νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας θα λαμβάνουν τον μειωμένο κατώτατο μισθό των 510,95 ευρώ.
Στην έκθεση προτείνεται επίσης η μόνιμη κατάργηση των ωριμάνσεων και των όποιων επιδομάτων λάμβαναν όσοι αμείβονται με τον βασικό μισθό - οι οποίες ούτως ή άλλως έχουν ανασταλεί έως ότου η ανεργία πέσει κάτω από το 10%. Ο οργανισμός επισημαίνει πως τα διάφορα επιδόματα δημιουργούν πολλά «φουσκωμένα» κλιμάκια κατώτατου μισθού, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα.
Όσον αφορά τη μετα-μνημόνιο εποχή, ο ΟΟΣΑ αποφεύγει να ταχθεί υπέρ της αύξησης του κατώτατου βασικού μισθού την οποία επιθυμεί η κυβέρνηση, προτρέποντας την Αθήνα να συστήσει επιτροπή κοινωνικών εταίρων και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων οι οποίοι θα εξετάσουν ανοιχτά τυχόν προσαρμογές.