Συνασπισμός αντι-Ερντογάν από την αντιπολίτευση
Προεκλογικός πυρετός με τη λίρα σε ελεύθερη πτώση μετά την υποβάθμιση από τον S&P
Συνασπισμό αντι-Ερντογάν ανακοινώνουν σήμερα τα τέσσερα κόμματα της αντιπολίτευσης εν όψει των πρόωρων εκλογών της 24ης Ιουνίου. Την ίδια στιγμή αναζωπυρώνεται η ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας, μετά την υποβάθμιση του τουρκικού αξιόχρεου από τον οίκο Standard & Poor’s στην κατηγορία «junk(σκουπίδια)».
Το κυριότερο τουρκικό κόμμα της αντιπολίτευσης, το κεμαλικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), και τα τρία άλλα κόμματα, το Iyi (Καλό), το ισλαμιστικό Σααντέτ και το Δημοκρατικό Κόμμα, ανακοίνωσαν χθες ότι κατέληξαν σε συμφωνία για τον σχηματισμό συνασπισμού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η παντοδυναμία του Ερντογάν στις εκλογές της 24ης Ιουνίου. Τα τέσσερα αντιπολιτευόμενα κόμματα θα ανακοινώσουν επίσημα σήμερα τη συμφωνία τους σε συνέντευξη τύπου. Με τη συμφωνία αυτή δίνεται η δυνατότητα στα μικρότερα κόμματα να παρακάμψουν τον κανονισμό που υποχρεώνει τα κόμματα να λάβουν τουλάχιστον 10% των ψηφοφόρων προκειμένου να εισέλθουν στο Κοινοβούλιο. Ήδη η πρόσφατη αποσκίρτηση από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα 15 βουλευτών προς το Iyi είχε ερμηνευτεί ως προσπάθεια των κεμαλικών να δώσουν ώθηση στη μοναδική αντι-Ερντογάν υποψηφιότητα που είχε ανακοινωθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή, αυτήν της Μεράλ Ακσενέρ, υποψήφιας του κόμματος Iyi.
Το κυβερνών AP του Ερντογάν συνεργάζεται ήδη με το Εθνικιστικό Κόμμα (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Την Κυριακή λήγει η προθεσμία για τη συγκρότηση εκλογικών συνασπισμών και κατάθεσή τους στο Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή της χώρας από τότε που το ισλαμιστικό κόμμα του, το AP, ανήλθε πρώτη φορά στην εξουσία το 2002, προκήρυξε πρόωρες εκλογές κατά ένα και πλέον χρόνο νωρίτερα. Στόχος του είναι να εκμεταλλευτεί το ευνοϊκό κλίμα που έχει δημιουργηθεί υπέρ του, με τις εθνικιστικές και πολεμοχαρείς κορόνες του, προκειμένου να ισχυροποιήσει ακόμη περισσότερο τη θέση του, μετά το περσινό δημοψήφισμα και τη συνταγματική αναθεώρηση για ενίσχυση των προεδρικών εξουσιών.
Η αντιπολίτευση φοβάται, με δεδομένο μάλιστα το κύμα διώξεων με την κατηγορία του «γκιουλενιστή» προς οποιονδήποτε επιχειρεί να εκφέρει διαφορετικό πολιτικό λόγο, ότι ο Ερντογάν θα εδραιωθεί ως «απόλυτος μονάρχης» στην τουρκική πολιτική σκηνή. Μένει πάντως να φανεί πως η συμμαχία των τεσσάρων, με εντελώς διαφορετική ιδεολογική αφετηρία κομμάτων της τουρκικής αντιπολίτευσης θα λειτουργήσει στην πράξη. Το CHP είναι το παραδοσιακό κεμαλικό κόμμα, το οποίο τάσσεται υπέρ μιας κοσμικής Τουρκίας, εν μέσω αυξανόμενης «ισλαμοποίησης» από την πλευρά του Ερντογάν. Η Ακσενέρ, πρώην υπουργός και μέλος του κυβερνώντος AK, εκφέρει ένα μίγμα κεμαλισμού-εθνικισμού, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα προέρχεται από το άλλοτε φιλελεύθερο Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας του Τουργκούτ Οζάλ.
Δεύτερος στόχος της προκήρυξης πρόωρων εκλογών είναι η αντιμετώπιση της κακής οικονομικής κατάστασης, πριν τα πράγματα γίνουν χειρότερα... Η προκήρυξη των πρόωρων εκλογών φάνηκε μάλιστα προς στιγμήν να βελτιώνει το οικονομικό κλίμα, ωστόσο η υποβάθμιση αργά προχθές το βράδυ του τουρκικού αξιόχρεου από τον οίκο Standard & Poor’s αναζωπύρωσε την ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας.
Ο S&P υποβάθμισε την αξιολόγηση της χρηματοπιστωτικής αξιοπιστίας της Τουρκίας στη βαθμίδα της κατηγορίας «junk (σκουπίδια)», «ΒΒ-/Β» από «ΒΒ/Β». Για την απόφασή του ο S&P επικαλείται «τον κίνδυνο απότομης προσγείωσης της υπερθερμαινόμενης λόγω πιστώσεων τουρκικής οικονομίας». Επισημαίνει ακόμη «τη συνεχιζόμενη εξασθένιση της τουρκικής λίρας, η οποία όχι μόνο τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, αλλά εμπεριέχει και κινδύνους αναφορικά με το υψηλό τουρκικό εξωτερικό χρέος».
Μετά την υποβάθμιση από τον S&P, η τουρκική λίρα υποχώρησε πάνω από 1,6% στις 4,17 έναντι του δολαρίου, στο χαμηλότερο επίπεδο από τα μέσα Απριλίου, όταν είχε υποχωρήσει στο ρεκόρ των 4,1944 λιρών ανά δολάριο. Η τουρκική λίρα έχει υποχωρήσει περισσότερο από 8% από τις αρχές του έτους έναντι του δολαρίου, καταγράφοντας αλλεπάλληλα χαμηλά ρεκόρ, τόσο έναντι του αμερικανικού νομίσματος όσο και έναντι του ευρώ, με αποτέλεσμα να συγκαταλέγεται σε ένα από τα χειρότερα σε επιδόσεις νομίσματα στις αναδυόμενες αγορές.
Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τη φυγή κεφαλαίων από τη λίρα, αύξησε την προηγούμενη εβδομάδα πολύ περισσότερο από το αναμενόμενο τα επιτόκια, κατά 0,75%, ανεβάζοντας το υψηλότερο επιτόκιό της στο 13,5%.