4 «αγκάθια» πριν από το θέμα του χρέους
Σε δημοσιονομικό, εργασιακά, φορολόγηση ακινήτων και αναπτυξιακή τράπεζα εντοπίζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες
Με το χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη συμφωνίας επί του ελληνικού ζητήματος να είναι εκ των πραγμάτων ασφυκτικό, οι εμπλεκόμενες πλευρές επιταχύνουν από τη Δευτέρα τις επαφές εξ αποστάσεως, προκειμένου οι εκ του σύνεγγυς διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν στις 15-16 Μαΐου, να περιοριστούν όσο το δυνατόν περισσότερο στα σημεία-κλειδιά.
Από τις συζητήσεις που έγιναν όλο το προηγούμενο διάστημα, έχουν πλέον αναδειχτεί τα πεδία που μπορεί να προκαλέσουν έντονες διαφωνίες και κατά συνέπεια καθυστερήσεις: είναι το δημοσιονομικό και το περιεχόμενο του μεσοπρόθεσμου σχεδίου δημοσιονομικής προσαρμογής, η φορολόγηση των ακινήτων, το ενδεχόμενο να λειτουργήσει αναπτυξιακή τράπεζα στην Ελλάδα, και φυσικά το πακέτο των εργασιακών, καθώς η ελληνική πλευρά αναμένεται να επιμείνει στο αίτημα για διαμόρφωση του πλαισίου που θα οδηγήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού έστω και σταδιακά. Τα μέτρα για το χρέος αποτελούν -με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα- το πεδίο στο οποίο εντοπίζονται οι περισσότερες διαφωνίες. Γι’ αυτό και έχει ήδη αποφασιστεί πρώτα να ολοκληρωθεί η συζήτηση για την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης και μετά να μπει στην τελική ευθεία και η διαπραγμάτευση για το χρέος.
88 προαπαιτούμενα
Τα εκπληρωμένα προαπαιτούμενα ανέρχονται αυτή τη στιγμή σε περίπου 15-16, αλλά, με βάση στελέχη από το ελληνικό στρατόπεδο, έχει γίνει πολύ μεγάλη πρόοδος σε επιμέρους δράσεις των υπόλοιπων προαπαιτούμενων, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι την έναρξη των διαπραγματεύσεων στις 15-16 Μαΐου (σ.σ.: ενδέχεται να υπάρξει αναβολή μίας-δύο ημερών στις διαβουλεύσεις λόγω της συνεδρίασης του Euro Working Group) αναμένεται μεγάλη αύξηση στον αριθμό των ολοκληρωμένων προαπαιτούμενων. Από τον μακρύ κατάλογο το ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή εστιάζεται στο θέμα της φορολόγησης των ακινήτων και φυσικά στο δημοσιονομικό. Το οικονομικό επιτελείο θα επιδιώξει να ανακοινώσει τις νέες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων μετά τις πρώτες επαφές με τους επικεφαλής των θεσμών και αφού προηγουμένως συμφωνηθεί το σχέδιο των αλλαγών στους φορολογικούς συντελεστές, προκειμένου οι δύο πλευρές να καταλήξουν ότι δεν θίγονται τα έσοδα ειδικά από τον ΕΝΦΙΑ. Οι αλλαγές στους συντελεστές είναι πολύ πιθανό να προκαλέσουν αντιδράσεις από τη μεριά των δανειστών, καθώς η ελληνική πλευρά ενδιαφέρεται κυρίως στο να μη θιγεί η μικρή ακίνητη περιουσία, ενώ οι δανειστές να μην επηρεαστεί η εισπραξιμότητα ενός φόρου που έχει αποδειχτεί από τους πιο αποδοτικούς.
Το δεύτερο πεδίο στο οποίο αναμένεται να υπάρξουν συγκρούσεις απόψεων είναι το δημοσιονομικό. Η ελληνική πλευρά προσέρχεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ένα καλό και ένα κακό χαρτί. Το καλό είναι προφανές ότι αφορά το υπερπλεόνασμα του 2017, το οποίο κινήθηκε τελικώς πάνω και από τις ελληνικές προβλέψεις. Το κακό χαρτί είναι η κατώτερη του αναμενομένου πορεία του ΑΕΠ για το 2017, η οποία προκάλεσε και τις τρεις αρνητικές αναθεωρήσεις (από ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και Κομισιόν αντίστοιχα) όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης του 2018 και του 2019. Η δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να παράξει τα συμφωνημένα πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον για φέτος δεν φαίνεται να αμφισβητείται από καμία πλευρά. Αυτό που θα «παιχτεί» είναι η πρόβλεψη του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019. Στο ελληνικό στρατόπεδο θέλουν να υπάρξει συμφωνία ότι αν προχωρήσει και η μείωση των συντάξεων από την Πρωτοχρονιά, το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει τουλάχιστον στο επίπεδο του 4,5%. Και αυτό προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαιτούμενος δημοσιονομικός χώρος για την ενεργοποίηση του πρώτου πακέτου με τα αντίμετρα, το οποίο περιλαμβάνει τη μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα, την αύξηση του αριθμού των σχολικών γευμάτων, την καταβολή επιδόματος στέγασης και την πιθανή περαιτέρω αύξηση του επιδόματος τέκνων. Στο δημοσιονομικό θα παίξει κεντρικό ρόλο η στάση του ΔΝΤ, το οποίο προς το παρόν βλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% μόνο με μείωση του αφορολογήτου από το 2019 και φυσικά χωρίς ενεργοποίηση των αντίμετρων. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου ότι κατά την εκτίμησή του «δεν υπάρχει χώρος αυτή τη φορά για να περάσουν οι παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ», υποδηλώνουν και την αισιοδοξία της ελληνικής πλευράς ότι θα γίνει αποδεκτό το ελληνικό επιχείρημα που ορίζει πως με μεγαλύτερη ανάπτυξη το 2018 και το 2019 συγκριτικά με το 2017 (έστω και μετά την αναθεώρηση των προβλέψεων) δεν είναι δυνατόν να παραχθεί μικρότερο πρωτογενές πλεόνασμα από αυτό του 2017, ειδικά αν προχωρήσει και η μείωση των συντάξεων.
Όλα θα κριθούν στις αρχές Ιουνίου, αφού δημοσιευτεί και η πορεία του ΑΕΠ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018. Το ζητούμενο για την ελληνική πλευρά είναι στο μεσοπρόθεσμο να αποτυπωθεί η πρόβλεψη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι πολύ υψηλότερο του 3,5% όχι μόνο το 2019 και το 2020 αλλά και το 2018, ώστε να υπάρξουν οι πιθανότητες για διανομή έκτακτου μερίσματος προς το τέλος του χρόνου από το πιθανό υπερπλεόνασμα της φετινής χρονιάς.
Το αναπτυξιακό σχέδιο
Πέραν της «ποσοτικοποίησης» των παρεμβάσεων που προβλέπονται στο αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης αλλά και της ενσωμάτωσης σε αυτό σαφούς χρονοδιαγράμματος ώστε οι αγορές, οι θεσμοί αλλά και η ελληνική κοινή γνώμη να έχουν ένα συγκεκριμένο πλάνο στα χέρια τους, κυβέρνηση και θεσμοί θα διαπραγματευτούν τις προσεχείς ημέρες και επί βασικών παρεμβάσεων στις οποίες θέλει να προχωρήσει η ελληνική πλευρά. Δύο είναι τα βασικά σημεία στα οποία αναμένεται να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον:
1. Τα εργασιακά. Η κυβέρνηση θέλει να ενσωματώσει στο αναπτυξιακό σχέδιο τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού από τα επίπεδα των 586 ευρώ που βρίσκεται σήμερα αλλά και τη σταδιακή αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, με την πρωτοβουλία και για τα δύο αυτά θέματα να περνά στους κοινωνικούς εταίρους. Οι δανειστές από την πλευρά τους θέλουν να διασφαλίσουν ότι οι όποιες μελλοντικές αλλαγές στα εργασιακά κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο θα προχωρήσουν με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συνέχιση της μείωσης της ανεργίας αλλά και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το πώς ακριβώς θα αποτυπωθούν αυτά στο αναπτυξιακό σχέδιο θα φανεί το προσεχές διάστημα. 2. Η αναπτυξιακή τράπεζα. Στο ελληνικό σχέδιο υπάρχει ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο στα θέματα χρηματοδότησης των απαιτούμενων επενδύσεων κατά τη μεταμνημονιακή εποχή. Το σχετικό κεφάλαιο αναφέρεται μεταξύ άλλων στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, στα κεφάλαια του πακέτου Γιούνκερ, στην πιθανή προώθηση επενδύσεων μέσα από πρόγραμμα μικτής χρηματοδότησης, αλλά και στην ίδρυση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Το θέμα έχει ανακινήσει η ελληνική κυβέρνηση εδώ και αρκετό καιρό, αλλά φαίνεται να συναντά αντιδράσεις στις τάξεις των θεσμών τόσο όσον αφορά τη σκοπιμότητα ίδρυσής της όσο και σχετικά με τη χρηματοδότησή της. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η στάση που θα κρατήσει στον τελικό γύρο των διαβουλεύσεων η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Oι περισσότερες διαφωνίες
Μέσα στον Μάιο δεν αναμένονται οριστικές αποφάσεις στο θέμα του χρέους, αφενός γιατί είναι το πεδίο στο οποίο εντοπίζονται αυτή τη στιγμή οι περισσότερες διαφωνίες και αφετέρου διότι ο πρώτος στόχος είναι να κλείσει η τεχνική συμφωνία μέχρι τις 24 Μαΐου έστω και με την εκκρεμότητα του δημοσιονομικού. Ακόμη και το ΔΝΤ θα περιμένει να διαπιστώσει αν θα κλείσει η αξιολόγηση για να εκπληρωθεί η πρώτη αναγκαία συνθήκη για την ενεργοποίηση του δικού του προγράμματος και μετά θα μπει στη διαπραγμάτευση για το χρέος. Η βασική διαφωνία αυτή τη στιγμή έχει να κάνει με τον βαθμό αυτοματοποίησης του μηχανισμού για το χρέος. Στη μία πλευρά είναι το ΔΝΤ (αλλά και η Ελλάδα) που μιλούν για πλήρη αυτοματοποίηση προκειμένου να σταλεί σαφέστατο μήνυμα στις αγορές, και στην άλλη πλευρά είναι η Γερμανία, η οποία ανεξάρτητα από την πορεία του ΑΕΠ θέλει όλες οι αποφάσεις για την ενεργοποίηση μέτρων διευθέτησης του χρέους να περνούν από το Eurogroup. Όλα δείχνουν ότι αναζητείται η χρυσή τομή, με την έννοια του «ημι-αυτόματου μηχανισμού» να είναι ήδη πάνω στο τραπέζι.