Θετικά για το αξιόχρεο των τραπεζών τα αποτελέσματα των stress tests
Στο επίκεντρο της Moody's η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων αλλά και η ποιότητα των κεφαλαίων
Τα stress tests στις ελληνικές τράπεζες έδειξαν ότι καμία δεν απαιτείται να συγκεντρώσει επιπλέον κεφάλαια για να καλύψει δυνητικές ελλείψεις και αυτό είναι πιστωτικά θετικό (credit positive), τονίζει η Moody’s σε ανάλυσή της για τον κλάδο.
Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι για καμία από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες δεν απαιτούνται πρόσθετα κεφάλαια και παρά τη μείωση κατά 15,5 δισ. ευρώ (περίπου 9%) του CET1 κάτω από το δυσμενές σενάριο.
Η άσκηση της ΕΚΤ, πάντως, δεν συμπεριελάμβανε Asset Quality Review όπως το 2015, αλλά μόνο ένα βασικό και ένα δυσμενές σενάριο για την ελληνική οικονομία ώστε να εκτιμηθούν οι πιστωτικές ζημίες έως το 2020. Κάτω από το δυσμενές σενάριο, η Alpha εμφανίζεται με το υψηλότερο CET1, 9,7%, ενώ η Πειραιώς με το χαμηλότερο, 5,9%. Ωστόσο το ερώτημα παραμενει. Θα αναβαθμίσουν άραγε οι οίκοι αξιολόγησης τις ελληνικές τράπεζες;
Ένα χρήσιμο συμπέρασμα από τη Moody’s είναι πως τελικώς ο οίκος λαμβάνει υπ’ όψιν του αυτά που η κανονιστική αρχή διατυπώνει για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Moody’s είναι ίσως αυτός που με εξαιρετική συνέπεια ψάχνει την ελληνική αγορά και διαφοροποιείται σε ό,τι αφορά τις τράπεζες και δεν τις βάζει όλες σε… ένα τσουβάλι, δηλαδή δεν τους δίνει ανεξαρτήτως στοιχείων την ίδια αξιολόγηση.
Έτσι δίνει Caa2 στην Εθνική (Pos) και την Πειραιώς (St) και Caa3 στην Alpha (Pos), τη Eurobank (St) και την AtticaBank (St) με βάση τα στοιχεία της τελευταίας αξιολόγησης.
Οι ελληνικές τράπεζες, λόγω capital controls, δεν μπορούν να επιτύχουν μία αξιοπρεπή διαβάθμιση. Πόσο όμως θα μπορούσε να αλλάξει αυτό; Η Μοοdy’s, λοιπόν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν της την κανονιστική αρχή που εκτίμησε πως δεν υπάρχουν κεφαλαιακές ανάγκες για τις τράπεζες έδωσε μέσα από έκθεσή της κάποιους πόντους στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Αντιμετώπιση των NPEs
Ο οίκος εκτιμά ότι μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των stress tests οι διοικήσεις των τραπεζών πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους στην αντιμετώπιση των NPEs και να επιτύχουν τους ανά τράπεζα στόχους, όπως έχουν δεσμευτεί γι’ αυτούς στην ΕΚΤ. Το δύσκολο κομμάτι της αξιολόγησης αφορά τα «κόκκινα» δάνεια. Σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί, τα NPEs πρέπει να μειωθούν στα περίπου 65 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019 από περίπου 96 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2017. Τα 96 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε ποσοστό 49% των μικτών χορηγήσεων, που είναι ο υψηλότερος δείκτης NPEs στην Ε.Ε.
Αναβαλλόμενος φόρος
Και ενώ τα πράγματα δείχνουν να βελτιώνονται για τις ελληνικές τράπεζες, ο διεθνής οίκος έρχεται να επισημάνει το θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας. Τι συμβαίνει με τον αναβαλλόμενο φόρο; Μπορεί η κανονιστική αρχή να τον υπολογίζει στα κεφάλαια, όχι όμως και οι οίκοι αξιολόγησης, καθώς η χώρα μας δεν βρίσκεται σε επενδυτική διαβάθμιση. Το ίδιο και οι τράπεζες.
Και έτσι ενώ ο αναβαλλόμενος φόρος σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία αξιολογείται ως κεφάλαιο από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, στην Ελλάδα οι παρατηρήσεις και η μεταχείριση είναι διαφορετικές.
Παρά το γεγονός, λοιπόν, ότι εμφανίζεται ανθεκτικότητα των κεφαλαίων σε κανονιστικό επίπεδο, σημαντικό ποσοστό της κεφαλαιακής βάσης αποτελείται από DTAs (differ tax assets), λέει η Moody’s, των οποίων η συντριπτική πλειονότητα (περίπου 16 δισ. ευρώ) αποτελείται από DTCs (differ tax credits) τα οποία είναι στοιχεία επιλέξιμα προς μετατροπή σε πιστώσεις φόρων εάν μια τράπεζα ανακοινώσει ζημιές.
Τα DTAs είναι άυλα στοιχεία και βασίζονται στην οικονομική δυνατότητα της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία έχει μια σχετικά αδύναμη πιστοληπτική ικανότητα. Τα DTAs αποτελούν το 55% των κεφαλαίων πρώτης διαβάθμισης Core Tier I των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που ενδέχεται να «υπονομεύουν» την ποιότητα των κεφαλαίων τους και τη δυνατότητά τους να απορροφήσουν ζημιές.