Μεγάλα πλεονάσματα, χαμηλή ανάπτυξη, υψηλά επιτόκια
Τι προβλέπει μεταξύ άλλων η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που δόθηκε επίσημα
τσι, ο στόχος του πρωτοΈγενούς
πλεονάσματος ορίζεται στο 3% για το 2023 και στο 2,5% για το 2024 πριν φτάσουμε στο συμφωνηθέν ποσοστό του 2,2% από το 2025 και μετά. Η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους στηρίζεται επίσης στην παραδοχή ότι το μέσο ποσοστό ανάπτυξης μετά το 2022 θα είναι μόλις 1%.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέβασε τον πήχη σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση βιωσιμότητας (σ.σ. η προηγούμενη έκθεση προέβλεπε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 1,5% σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα) με την αιτιολογία ότι λαμβάνονται υπ’ όψιν οι συνέπειες από τη γήρανση του πληθυσμού.
Σε κάθε περίπτωση, οι συντάκτες της έκθεσης εκτιμούν ότι μετά τα μέτρα που αποφασίστηκαν στο Λουξεμβούργο και με δεδομένο ότι θα επιβεβαιωθούν οι παραδοχές πάνω στις οποίες βασίστηκε το λεγόμενο «βασικό σενάριο»- το ελληνικό χρέος καθίσταται βιώσιμο καθώς:
χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα περιοριστεί έως το 2060 στο 96,8% του ΑΕΠ (αντί για 127% του ΑΕΠ που θα ήταν χωρίς την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων)
ετήσιες ακαθάριστες ανάγκες για την εξυπηρέτηση του χρέους θα παραμείνουν κάτω από το όριο του 15% έως το 2030 και κάτω από το όριο του 20% έως το 2060.
Οι παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίζεται το «βασικό σενάριο» της έκθεσης βιωσιμότητας, είναι οι εξής:
Σε βραχυπρόθεσμο ορίζον1τα,
οι προβλέψεις του ΑΕΠ ευθυγραμμίστηκαν με τις αντίστοιχες εκτιμήσεις που έκανε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο των φθινοπωρινών εκτιμήσεων (1,9% για φέτος, 2,3% για το 2019 και για το 2020, 2,1% για το 2021 και 1,8% για το 2022). Από το 2022 και μετά προβλέπεται μέση ανάπτυξη 1% με το ποσοστό αυτό να μειώνεται -όπως προαναφέρθηκεαπό το 1,5% που είχε προβλεφθεί αρχικά εξαιτίας των συνεπειών της γήρανσης του πληθυσμού. O πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί από το 0,9% που προβλέπεται για το 2018 στο 2% μέχρι το 2023 και να παραμείνει σε αυτά τα επίπεδα και μετά. Έτσι, η ανάπτυξη σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να κινηθεί στο επίπεδο του 3% κατά μέσο όρο.
Το πρωτογενές πλεόνασμα
ότι θα παραμείνει στο επίπεδο του 3,5% μέχρι και το 2022 -όπως άλλωστε έχει συμφωνηθεί- ενώ το συγκεκριμένο ποσοστό προβλέπεται να μειώνεται κατά μισή ποσοστιαία μονάδα ανά έτος προκειμένου να φτάσει στον επίσης συμφωνημένο μακροπρόθεσμο στόχο του μέσου
πρωτογενούς πλεονάσματος 2,2% για την περίοδο μέχρι και το 2060. Έτσι, ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος διαμορφώνεται στο 3% του ΑΕΠ για το 2023 και στο 2,5% του ΑΕΠ για το 2024.
συνολικά έσοδα από αποκρατικοποιήσεις -μεταξύ των οποίων και των τραπεζικών μετοχών που έχει στην κατοχή του το ΤΧΣ- προβλέπεται ότι θα φτάσουν στα 14 δισ. ευρώ μέχρι το 2060. Από αυτά, τα 11,5 δισ. ευρώ προβλέπεται να προέλθουν από μη τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου. «Δεν προβλέπεται ότι θα χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών» αναφέρεται χαρακτηριστικά. Τα επιτόκια με τα οποία θα
η Ελλάδα αναμένεται να κινηθούν στο επίπεδο του 4,1% για το 2019 και να αυξηθούν σταδιακά στο 5,4% έως το 2030. Για τη συνέ-