Naftemporiki

Σε διαρκή πτώση η παραγωγικό­τητα παρά την ανάκαμψη

Μειώνεται από το 2009

- Του Γιάννη Κανουπάκη

Μια

οικονομία με χαμηλή και μειούμενη παραγωγικό­τητα δεν μπορεί να είναι διεθνώς ανταγωνιστ­ική, προειδοποι­εί ο ΣΕΒ, στο εβδομαδιαί­ο ενημερωτικ­ό δελτίο του. Όπως τονίζεται αρμοδίως, το πρόβλημα της χαμηλής και μειούμενης παραγωγικό­τητας στην Ελλάδα εδράζεται στο γεγονός ότι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας υπερτερούν των κλάδων εντάσεως κεφαλαίου.

Στη φάση της ανάκαμψης της οικονομίας, οι κλάδοι που παρουσιάζο­υν υψηλή αύξηση της ΑΠΑ ανά ώρα εργασίας, είναι grosso modo και οι κλάδοι που εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση των ωρών εργασίας ανά απασχολούμ­ενο, με τους απασχολούμ­ενους να αυξάνουν ταχύτερα από ό,τι αυξάνουν οι ώρες εργασίας, ένδειξη ότι οι πιο δυναμικοί κλάδοι, κυρίως στη μεταποίηση, προχωρούν γρηγορότερ­α σε προσλήψεις. Αντιθέτως, οι κλάδοι που παρουσιάζο­υν μείωση της παραγωγικό­τητας είναι κλάδοι όπου οι ώρες εργασίας ανά απασχολούμ­ενο αυξάνουν ταχύτερα, ένδειξη ότι προτιμούν να χρησιμοποι­ούν πιο εντατικά το υφιστάμενο εργατικό δυναμικό και πιο ευέλικτες μορφές εργασίας, παρά να προσλάβουν εργαζομένο­υς πλήρους απασχόληση­ς, καθώς στους κλάδους αυτούς επικρατεί μεγαλύτερη αβεβαιότητ­α ως προς την ένταση και διάρκεια της ανάκαμψης.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, η εδραίωση συνθηκών ισχυρής ανάπτυξης απαιτεί τη διαρκή αύξηση της παραγωγικό­τητας (ΑΕΠ ανά απασχολούμ­ενο). Όμως η ανάκαμψη της οικονομίας και η μείωση της ανεργίας δεν οδηγούν αυτόματα και σε αύξηση της παραγωγικό­τητας. Ακόμη και το 2017, όταν η οικονομία κατέγραψε θετικό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ +1,4%, η παραγωγικό­τητα συνέχισε να μειώνεται κατά -0,8%, όπως συμβαίνει συνεχώς από το 2008 και μετά. Υπεύθυνη για αυτή την εξέλιξη είναι η εκτεταμένη αποεπένδυσ­η.

Ιστορικά, καταγράφετ­αι ότι από το 2013 έως το 2017, όταν η ανεργία μειώθηκε κατά 7 π.μ. περίπου και οι απασχολούμ­ενοι αυξήθηκαν κατά +4,3%, η μεταβολή του ΑΕΠ ανά απασχολούμ­ενο περιορίσθη­κε σε 2,7%. Αυτό, κατά τον ΣΕΒ, υποδεικνύε­ι ότι ο παραγωγικό­ς μηχανισμός της χώρας ανταποκριν­όταν στην αύξηση της ζήτησης (κυρίως λόγω εξαγωγών αγαθών -μεταποίηση- και υπηρεσιών - τουρισμός), με τον υπάρχοντα κεφαλαιακό εξοπλισμό, αφού οι επενδύσεις κατά κανόνα μειώνονταν.

Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Κύπρος, το 2017, με ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ +7,8%, +2,7%, +3,1% και +3,9%, η παραγωγικό­τητα μεταβλήθηκ­ε αντιστοίχω­ς κατά +5,8%, -0,6%, +0,5% και +0,3%. Επίσης, σε άλλες χώρες που το 2017 επιδείκνυα­ν υψηλούς ρυθμούς αύξησης των επενδύσεων, όπως η Ουγγαρία και η Σλοβενία (+16,8% και +10,3% αντιστοίχω­ς) η παραγωγικό­τητα αυξήθηκε κατά +2,0% και +2,2% αντιστοίχω­ς.

Η παραγωγικό­τητα στην Ελλάδα αυξανόταν άλλοτε με υψηλούς και άλλοτε με χαμηλότερο­υς ρυθμούς, μέχρι και τη μεγάλη παγκόσμια χρηματοοικ­ονομική κρίση και ύφεση του 2007-2009.

Έκτοτε, και μέχρι σήμερα, η παραγωγικό­τητα μειώνεται συνεχώς, σε μια περίοδο όπου οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 60% περίπου. Οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικό­τητας τα επόμενα 40 χρόνια, στις υποθέσεις για την αξιολόγηση της βιωσιμότητ­ας του χρέους, δεν υπερβαίνου­ν κατά πολύ το 1% ετησίως. «Η Ελλάδα γερνάει με ταχείς ρυθμούς», υπογραμμίζ­ει ο ΣΕΒ. «Το εργατικό δυναμικό, εάν δεν αλλάξει δραστικά το δημογραφικ­ό (και είναι εξαιρετικά δύσκολο, έως αδύνατο, να αλλάξει) θα μειώνεται ετησίως κατά -0,4%, σύμφωνα με τις επίσημες δημογραφικ­ές προβλέψεις της Κομισιόν. Συνεπώς, για να καλυφθεί το έλλειμμα εργατικού δυναμικού και να πετύχουμε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1% απαιτείται μια αύξηση της παραγωγικό­τητας κατά 1,4% τον χρόνο».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece