Αποφυγή εμπορικού πολέμου και έμφαση σε μεταρρυθμίσεις
Η ομάδα G20 επιδιώκει άμεσο και περισσότερο διάλογο
Στο συμπέρασμα ότι η κλιμακούμενη εμπορική και γεωπολιτική ένταση ενέχει τον κίνδυνο να αποσταθεροποιήσει την παγκόσμια οικονομία κατέληξαν χθες οι υπουργοί Οικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες από τις χώρες-μέλη του G20, που συναντήθηκαν στο Μπουένος Άιρες, ζητώντας περισσότερο διάλογο. Το ανακοινωθέν εκδόθηκε τη στιγμή που έχουν ανέβει οι τόνοι ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Πεκίνο, καθώς οι δύο πλευρές έχουν μέχρι στιγμής προβεί σε επιβολή δασμών σε αναμεταξύ τους αγαθά αξίας 34 δισ. δολ. Ο Αμερικανός πρόεδρος απείλησε μάλιστα την Παρασκευή με επιβολή δασμών στο σύνολο των κινεζικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ αξίας 500 δισ. δολ, εκτός και εάν το Πεκίνο συμφωνήσει σε διαρθρωτικές αλλαγές στις μεταβιβάσεις τεχνολογίας του, στο θέμα των επιδοτήσεων στη βιομηχανία και στις πολιτικές κοινοπραξιών. Οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες, παρότι συμφώνησαν ότι η παγκόσμια οικονομία αναπτύσσεται σταθερά και η ανεργία βρίσκεται σε χαμηλό δεκαετίας, προειδοποίησαν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης είναι ολοένα και λιγότερο συγχρονισμένος μεταξύ των κορυφαίων οικονομιών και ότι αυξάνονται οι βραχυπρόθεσμοι έως μεσοπρόθεσμοι κίνδυνοι.
Οι υπουργοί επιβεβαίωσαν τα συμπεράσματα των ηγετών τους από τη σύνοδο στο Αμβούργο πέρυσι τον Ιούλιο, οπότε είχαν υπογραμμίσει ότι το εμπόριο αποτελεί την κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας οικονομίας και ότι οι πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες είναι σημαντικές. Ωστόσο, η γλώσσα του χθεσινού ανακοινωθέντος ήταν πολύ πιο αυστηρή από τη λεκτική που υιοθετήθηκε στην προηγούμενη υπουργική συνάντηση του Μαΐου, όπου το μόνο που είχε τονιστεί είναι πως «οι ηγέτες αναγνωρίζουν την ανάγκη για περαιτέρω διάλογο». Το χθεσινό ανακοινωθέν έδωσε έμφαση και στις αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ενισχυθεί η δυναμική ανάπτυξης και επανέλαβαν τις δεσμεύσεις από την υπουργική συνάντηση του Μαρτίου, να αποφευχθούν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις που θα ανέτρεπαν την παγκόσμια χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στιβ Μνούτσιν προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τη συνάντηση για να καθησυχάσει Ευρώπη και Ιαπωνία, προσφέροντας ως αντάλλαγμα συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου. Ωστόσο, βρήκε σθεναρή αντίσταση από τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ, ο οποίος διαμήνυσε ότι η Ουάσιγκτον θα πρέπει πρώτα να αποσύρει τους δασμούς της, για να μπορέσουν να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. «Αρνούμαστε να διαπραγματευθούμε με το πιστόλι στον κρόταφο» είπε ο Γάλλος υπουργός. Ο εκπρόσωπος της Ε.Ε. στο G20 Χιούμπερτ Φουκς εμφανίστηκε πάντως πιο συγκρατημένος, λέγοντας ότι η άρση των δασμών από τις ΗΠΑ δεν είναι αναγκαία προϋπόθεση για να αρχίσουν εμπορικές διαπραγματεύσεις, χαιρετίζοντας την ειλικρινή προσέγγιση του Μνούτσιν.
Ο Μνούτσιν ανέφερε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος δεν προσπαθεί να παρέμβει ή να επηρεάσει τις αγορές συναλλάγματος, επαναλαμβάνοντας ότι ένα ισχυρό δολάριο αντανακλά μια ισχυρή αμερικανική οικονομία και ότι είναι προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον των ΗΠΑ. Συμπλήρωσε ακόμη ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο Τραμπ στηρίζουν πλήρως την ανεξαρτησία της Fed. Ωστόσο, είπε ότι οι ΗΠΑ παρακολουθούν την πρόσφατη εξασθένηση του κινεζικού γιουάν και θα εξετάσουν εάν το νόμισμα χειραγωγείται. Από την πλευρά του, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας Χαρουχίκο Κουρόντα απηύθυνε έκκληση στους ηγέτες των κορυφαίων οικονομιών να αποφύγουν έναν εμπορικό πόλεμο, υπογραμμίζοντας ότι σταθερές αγορές συναλλάγματος είναι προς το συμφέρον όλων.
Το ΔΝΤ προειδοποίησε ότι το πρόσφατο κύμα εμπορικών δασμών θα πλήξει σημαντικά την παγκόσμια ανάπτυξη. Η γενική διευθύντρια του ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ παρουσίασε έκθεση, μέσω της οποίας τόνισε ότι οι εμπορικοί περιορισμοί θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τον ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας κατά 0,5%.