Αύξηση παραγγελιών συστημάτων καθαρισμού καυσαερίων των πλοίων
Scrubbers για την προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις του ΙΜΟ από το 2020
Επιταχύνεται ο ρυθμός παραγγελιών συστημάτων καθαρισμού των καυσαερίων των πλοίων (scrubbers) από τους πλοιοκτήτες εν όψει της εφαρμογής των νέων κανονισμών του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), σύμφωνα με τους οποίους τα καυσαέρια των πλοίων θα πρέπει να περιέχουν θείο λιγότερο από 0,5% από το 2020. Ωστόσο και πάλι η συντριπτική πλειονότητα του παγκόσμιου στόλου θα επιλέξει εκ των πραγμάτων άλλες λύσεις, καθώς το διάστημα προσαρμογής μειώνεται συνεχώς.
Η Wartsila
Η φινλανδική εταιρεία ναυτιλιακής τεχνολογίας Wartsila, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής scrubbers παγκοσμίως, δήλωσε -ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα δευτέρου τριμήνου- ότι βλέπει να αυξάνεται η ζήτηση για λύσεις καθαρισμού των καυσαερίων. Την περασμένη εβδομάδα η Wartsila ανακοίνωσε ακόμη μία συμφωνία 170 εκατ. ευρώ (198 εκατ. δολ.) για την εγκατάσταση συστημάτων καθαρισμού σε έναν στόλο πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Πηγές ανέφεραν στο TradeWinds ότι ο πλοιοκτήτης ήταν η MSC, αλλά εκ μέρους της Wartsila δεν έγινε καμία δήλωση επιβεβαίωσης. Την ίδια στιγμή η επικεφαλής του τομέα περιβαλλοντικής πιστοποίησης του DNV GL Stine Mundal σημειώνει ότι υπήρξε σημαντική αύξηση του αριθμού των πλοιοκτητών που παραγγέλλουν την εγκατάσταση πλυντρίδων (scrubbers) στα πλοία, έστω και εάν αυτή ολοκληρωθεί μετά την προθεσμία που έχει τεθεί από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό για τη μείωση των εκπομπών θείου στο 0,5% (αρχές του 2020).
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του DNV GL ο συνολικός αριθμός των πλοίων με επιβεβαιωμένες παραγγελίες για την εγκατάσταση συστημάτων καθαρισμού των καυσαερίων μέχρι το 2020 είναι σήμερα 873, από μόλις 346 στο τέλος του 2017. Δηλαδή μέσα σε έξι μήνες υπερδιπλασιάστηκε ο αριθμός.
Σημειώνεται ότι οι τρεις μεγαλύτεροι κατασκευαστές scrubbers, οι Wartsila, Alfa Laval και Yara Marine, κατέχουν το 70% της αγοράς. Η κ. Mundal αναφέρει ότι αυτοί οι κατασκευαστές είναι πιθανόν να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν νέες εγκαταστάσεις πριν από τον Ιανουάριο του 2020.
Αλλά υπάρχουν άλλοι 30 μικρότεροι κατασκευαστές στην αγορά, που μπορούν να αναλάβουν νέες εγκαταστάσεις για τους επόμενους 7-9 μήνες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μια έρευνα της EGCSA (Exhaust Gas Cleaning Systems Association) αποκάλυψε ότι ο αριθμός των πλοίων με εγκατεστημένα συστήματα scrubbers στις 31 Μαΐου ήταν 983. Ήδη μια σειρά πλοιοκτητών με μεγάλους στόλους, όπως οι Spliethoff, Frontline, DHT και Star Bulk, έχει επιλέξει πλυντρίδες για την προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις του ΙΜΟ από το 2020. Στην έρευνα αναφέρεται ακόμη ότι σχεδόν το 60% όλων των μετασκευών και των νέων εγκαταστάσεων πραγματοποιούνται σε ασιατικά ναυπηγεία.
H Alfa Laval εκτιμά ότι 5.000 πλοία θα εξοπλιστούν με scrubbers, ενώ ο αριθμός αυτός είναι πολύ πιθανό να αυξηθεί το προσεχές διάστημα, σύμφωνα με δηλώσεις του CEO της εταιρείας Tom Erixon στο Bloomberg.
Το μέγεθος εξακολουθεί να είναι μικρό σε σύγκριση με τα 94.000 πλοία που σύμφωνα με τους Clarkson Research Services αποτελούν τον παγκόσμιο στόλο, όμως από την άλλη είναι ένα μέγεθος ικανό για να διατηρήσει «στη ζωή» τα καύσιμα υψηλής περιεκτικότητας σε θείο. Εν όψει του 2020 και των αποφάσεων του ΙΜΟ για τη μείωση των εκπομπών του θείου από τα καύσιμα στο 0,5%, οι επιλογές για τους πλοιοκτήτες είναι:
χρήση νέων καυσίμων μειωμένου θείου,
αξιοποίηση συστημάτων καθαρισμού των καυσίμων (scrubbers),
χρήση άλλων εναλλακτικών καυσίμων, όπως υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG Carriers).
Η κάθε λύση έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα ανάλογα και με τα χαρακτηριστικά του στόλου της κάθε ναυτιλιακής εταιρείας. Επίσης ειδικά για τα καύσιμα μειωμένης περιεκτικότητας σε θείο έχει αναπτυχθεί ένας προβληματισμός που αφορά την ασφαλή χρήση τους.
Έτσι, όπως ανακοίνωσε και πρόσφατα η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ), τα νέα καύσιμα θα τεθούν υπό εξέταση από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό, καθώς υπάρχουν θέματα ασφάλειας, που αφορούν τη σταθερότητα καυσίμου, την ασυμβατότητα μεταξύ διαφορετικών παρτίδων blended fuels, τα χαμηλότερα σημεία ανάφλεξης από το ελάχιστο απαιτούμενο από τη SOLAS, τα ανεπαρκή περιθώρια ασφάλειας για τα καταλυτικά σωματίδια και τις εκτεταμένες καθυστερήσεις στην ανάφλεξη λόγω κακών χαρακτηριστικών καύσης.