Θετικές προοπτικές στον ξενοδοχειακό κλάδο
Ενισχυμένα κέρδη το 2017 - Στο 3,5% ο μέσος ρυθμός αύξησης για την τριετία 2018 - 2020
Άτο νοδο άνω του 3% σημείωσαν
2017 τα κέρδη των ξενοδοχειακών μονάδων σε σύγκριση με το 2016, ενώ για την τριετία 2018-2020 προβλέπεται μέσος ετήσιος ρυθμός αυξήσεως περί το 3,5%. Τα παραπάνω αποτελούν εκτιμήσεις της ICAP που περιλαμβάνονται στο τελευταίο Οικονομικό Δελτίο της Alpha Bank που κυκλοφόρησε χθες και μεταξύ άλλων αναφέρεται στον ξενοδοχειακό κλάδο στη χώρα μας και τη συμβολή του στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Εξετάζοντας, αναφέρει η Αlpha Βank, τη συνεισφορά του τουρισμού από την πλευρά της προσφοράς, η συμμετοχή των καταλυμάτων και δραστηριοτήτων υπηρεσιών εστιάσεως ανήλθε το 2016 σε 6,3% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ). Το 2016 η ΑΠΑ του ξενοδοχειακού κλάδου διαμορφώθηκε σε 2,2% από 1,4% το 2010. Σημειώνεται ότι η αντίστοιχη ΑΠΑ του κλάδου της εστίασης ήταν 4,1%, συνιστώντας το μεγαλύτερο μερίδιο του τουριστικού κλάδου, ο οποίος συνέβαλε κατά 6,3% στη συνολική ΑΠΑ της οικονομίας.
Η απασχόληση στον ξενοδοχειακό κλάδο διαμορφώθηκε στις 87,5 χιλ. άτομα το 2017. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των απασχολουμένων αφορά εργασία πλήρους απασχολήσεως.
Αναφορικά με τον βαθμό συγκεντρώσεως της αγοράς του ξενοδοχειακού κλάδου, οι πέντε μεγαλύτεροι ξενοδοχειακοί όμιλοι πραγματοποίησαν περί το 12% του κύκλου εργασιών των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων το 2016, ενώ αντίστοιχα οι δέκα μεγαλύτεροι ξενοδοχειακοί όμιλοι συγκέντρωσαν περί το 18% (υπολογισμοί ICAP). Η αγορά θεωρείται ιδιαίτερα ανταγωνιστική, αφού τα ανωτέρω ποσοστά δεν θεωρούνται υψηλά, ενώ κάθε όμιλος ξεχωριστά κατέχει μικρό σχετικά μερίδιο αγοράς σε όρους κύκλου εργασιών (ίσο ή χαμηλότερο του 4%).
H Alpha Bank επισημαίνει ακόμη ότι ανάκαμψη σημείωσε η πληρότητα των κλινών σε ξενοδοχεία, στο διάστημα 2013-2017, από 45,2% το 2013 σε 52,8% το 2017, μετά την υποχώρησή της την περίοδο 2007-2012, αν και δεν έφθασε τα προ κρίσεως επίπεδα. Γενικά, το ποσοστό πληρότητας των ξενοδοχειακών καταλυμάτων στην Ελλάδα δεν διατηρείται σε υψηλό επίπεδο, γεγονός που οφείλεται στην έντονη εποχικότητα των τουριστικών υπηρεσιών, λόγω της εξειδίκευσης στον θερινό και παραθαλάσσιο τουρισμό. Επίσης, τα υψηλότερα ποσοστά πληρότητας παρατηρούνται στις μεγαλύτερες ξενοδοχειακές μονάδες, δηλαδή σε εκείνες που διαθέτουν αριθμό δωματίων άνω των εκατό. Σημαντική διαφοροποίηση παρατηρείται μεταξύ των περιφερειών της χώρας όσον αφορά στην πληρότητα κλινών.
Η Alpha Bank εκτιμά, επίσης, ότι ο εγχώριος ξενοδοχειακός κλάδος θα επωφεληθεί από την ανάπτυξη του παγκόσμιου τουρισμού τα επόμενα έτη, αφού η Ελλάδα δύναται να αυξήσει το μερίδιό της στις τουριστικές αφίξεις από το εξωτερικό. Σημειώνει, επίσης, ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για νέες επενδύσεις με σκοπό την αναβάθμιση και επέκταση του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας, όχι μόνον από Έλληνες επιχειρηματίες, αλλά και από διεθνείς ξενοδοχειακές αλυσίδες, οι οποίες δείχνουν την εμπιστοσύνη τους στον ελληνικό τουρισμό και τις μελλοντικές του προοπτικές.
Στην ανάλυσή της, πάντως, η τράπεζα υπογραμμίζει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει ο ξενοδοχειακός κλάδος είναι η αρνητική επίδραση από τον υψηλό φορολογικό συντελεστή στις υπηρεσίες ξενοδοχείων και καταλυμάτων. Συγκριτικά με τις κύριες ανταγωνίστριες χώρες στον τουρισμό, στην Ελλάδα ο ΦΠΑ στον κλάδο των καταλυμάτων είναι αισθητά υψηλότερος. Τούτο στερεί από τη χώρα μας ένα μέρος του ανταγωνιστικού της πλεονεκτήματος ως τουριστικού προορισμού που είναι αμφίβολο αν μπορεί μεσοπρόθεσμα να αντισταθμισθεί από άλλα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα. Συγκεκριμένα, στην Ε.Ε.-28, τα 25 από τα 28 κράτη-μέλη εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στον ξενοδοχειακό κλάδο, ενώ τα 18 κράτη-μέλη εφαρμόζουν συντελεστή ΦΠΑ χαμηλότερο ή ίσο με 10%.