> Η λειτουργία του cash buffer
που οι θεσμοί επιμείνουν μέχρι τέλους στην υλοποίηση της περικοπής των συντάξεων, εγείρεται το ερώτημα πώς και αν μπορούν να αποτρέψουν ακόμη και μια μονομερή ενέργεια της ελληνικής κυβέρνησης. Το πρώτο εργαλείο άσκησης πίεσης στη μετα-προγραμματική περίοδο της ενισχυμένης εποπτείας είναι τα επόμενα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι η κυβέρνηση ενδιαφέρεται γι’ αυτά περισσότερο απ’ ό,τι για τις συντάξεις πριν από τις επόμενες εκλογές· καθόλου βέβαιο. Το δεύτερο μέσο εποπτείας των θεσμών στις κυβερνητικές επιλογές είναι το αποθεματικό, ως μαξιλάρι ασφαλείας για την ομαλή εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους και την αποτροπή ενός πιστωτικού γεγονότος όσο η Ελλάδα δεν κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών και με δεδομένο τον τερματισμό των χρηματοδοτικών πακέτων στήριξης της προηγούμενης οκταετίας.
Το αποθεματικό που ανέρχεται σε 24 δισ. ευρώ σύμφωνα με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος επικαλείται τις θετικές εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου για την πορεία των δημοσιονομικών επιδόσεων, φτάνει έως και τα 30 δισ. ευρώ- θα χρησιμοποιηθεί αυστηρά ως διασφάλιση για την εξυπηρέτηση του χρέους και όχι για άλλες δαπάνες της γενικής κυβέρνησης. Το κρίσιμο στοιχείο, όμως, είναι ότι οποιαδήποτε χρήση του cash buffer θα αποφασίζεται σε συνεργασία με τους θεσμούς και αφού θα έχει εκτιμηθεί η διαθεσιμότητα εναλλακτικών χρηματοδοτικών πόρων. Ο μηχανισμός υπόκειται στη συγκατάθεση και την παρακολούθηση του ESM, σε διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να παράσχει «επαρκή αιτιολόγηση» για την αιτούμενη χρήση των κεφαλαίων, προτού μεταφερθούν τα αιτούμενα ποσά από το cash buffer στον χωριστό λογαριασμό στον οποίο η Ελλάδα διατηρεί τα κεφάλαια για τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους της.