Συναγερμοί χωρίς αγοραία επιβεβαίωση
Η εβδομάδα που πέρασε, λόγω επετείου από την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, ξεκίνησε με τα πρωτοσέλιδα να ειδοποιούν για τα επερχόμενα δυσάρεστα γεγονότα, που θα επαναλάβουν κατά μια έννοια τη ζημιά του συστήματος παγκόσμια. Ο Μάρτιν Φελντστάιν -πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής επί διοίκησης Ρίγκανπροειδοποίησε: «Κατά την κρίση μου ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χρηματιστηριακή αγορά είναι η μελλοντική αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων». Βλέπει υψηλότερο πληθωρισμό, που οφείλεται στις σκληρότερες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, αναγκάζοντας τη Fed να αυξήσει το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων πιο επιθετικά. Κατά την άποψή του, ο κυριότερος λόγος για πτώση στα ομόλογα και ως εκ τούτου και στις μετοχές είναι το ογκώδες κρατικό έλλειμμα.
Τόνισε ότι «το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου προβλέπει ότι το ομοσπονδιακό χρέος που κατέχει το κοινό θα αυξηθεί από το 78% του ΑΕΠ τώρα, σε σχεδόν 100% την επόμενη δεκαετία». Συμπερασματικά σημείωσε: «Η άνοδος των μακροπρόθεσμων επιτοκίων θα μειώσει την τρέχουσα αξία των μελλοντικών εταιρικών κερδών και θα παράσχει στους επενδυτές μια εναλλακτική λύση έναντι των μετοχών. Το αποτέλεσμα θα είναι η μείωση των τιμών των μετοχών. Δεν ξέρω πότε θα συμβεί αυτό, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα γίνει». Οι περισσότεροι αναλυτές αυτής της κατηγορίας εντοπίζουν το πρόβλημα στα τρισεκατομμύρια του ελλείμματος των ΗΠΑ, αδιαφορώντας για τη συνεχή αύξηση της κερδοφορίας των εταιρειών. Αλλά οι αγορές συνεχίζουν το meltup, δηλαδή την άνοδο από αγοραστές που τοποθετούν κεφάλαια γιατί τα θεμελιώδη μεγέθη των εισηγμένων τα δικαιολογούν, και οι τιμές ανεβαίνουν. Αλλά δεν προτιμώνται όλοι οι κλάδοι ούτε όλες οι κεφαλαιοποιήσεις. Κύρια ανάπτυξη κερδών εμφανίζουν οι εταιρείες με διεθνή ως παγκόσμια παρουσία και ειδικά κάποιες της τεχνολογίας.