Αναζητώντας ευκαιρίες μέσα στο πολιτικοοικονομικό χάος
Κινήσεις βάσει προβλέψεωνκαι το ένστικτο τζογαδόρου
Τελικά είχε δίκιο ο John Maynard Keynes που θεωρούσε ότι το παιχνίδι των επενδύσεων επαγγελματικά είναι είτε απαράδεκτα βαρετό είτε εξαιρετικά υπερβολικό, για όλους όσοι είναι εντελώς απαλλαγμένοι από το ένστικτο του τζόγου. Ενώ εκείνος που το έχει, είναι υποχρεωμένος να πληρώσει για αυτήν την τάση του τους ανάλογους «φόρους». Οι επαγγελματίες επενδυτές αυτή την περίοδο υποχρεούνται να διαχειριστούν με το ένστικτο του τζογαδόρου ένα τεράστιο θέμα. Αφορά την ένταση αλλά και την έκβαση του εμπορικού πολέμου που ξεκίνησε από το δόγμα «Η Αμερική Πρώτα» του προέδρου Τραμπ. Παράλληλα, υπάρχουν θύλακες της παγκόσμιας κεφαλαιαγοράς όπου εκτρέφονται σε μεγάλες ποσότητες η απληστία και ο φόβος, σε επίπεδα που για πολλούς είναι ιδανικά για τη γέννηση μιας επενδυτικής φούσκας.
Ο εμπορικός πόλεμος
Στη σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ την Τετάρτη, ο πρόεδρος των ΗΠΑ ενίσχυσε τις εντάσεις με το Πεκίνο, κατηγορώντας το ότι επιδιώκει να αναμιχθεί στις εκλογές της 6ης Νοεμβρίου για το Κογκρέσο στις ΗΠΑ, για να εμποδίσει αυτόν και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να νικήσουν, λόγω της πολιτικής του επί των εμπορικών συναλλαγών με την Κίνα. Στην ίδια σύσκεψη ο Κινέζος αξιωματούχος κ. Γουάνγκ απέρριψε την κατηγορία.
Δήλωσε στη συνέχεια την Παρασκευή σε ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών: «Ο προστατευτισμός θα βλάψει μόνο αυτόν που τον ασκεί και οι μονομερείς κινήσεις θα προκαλέσουν ζημιά σε όλους». Ο Γουάνγκ, που κατέχει δύο τίτλους, του υπουργού Εξωτερικών και του Κρατικού Συμβούλου, απέρριψε κάθε κατηγορία για αναγκαστική μεταφορά τεχνολογίας από ξένες εταιρείες στην Κίνα. «Όσον αφορά τις εμπορικές τριβές, η Κίνα είναι υπέρ μιας σωστής διευθέτησης, βασισμένης σε κανόνες και συναίνεση, μέσω του διαλόγου και της διαβούλευσης επί ίσοις όροις. Η Κίνα δεν θα εκβιασθεί ούτε θα ενδώσει σε πιέσεις».
Όλοι αναγνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ εμφανίζουν ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα με τον υπόλοιπο κόσμο (περίπου 800 δισ. δολ. φέτος ή 4% του ΑΕΠ των ΗΠΑ) και ότι το εμπορικό της έλλειμμα με την Κίνα είναι περίπου το μισό του συνόλου (περίπου 400 δισ. δολ.). Οι οικονομολόγοι της JP Morgan ανέφεραν σε πρόσφατη έκθεση: «Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες καταλήξουν σύντομα να επιβάλουν τιμολόγια σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές, η οικονομική ανάπτυξή τους θα μειωθεί κατά 0,2% στα τέλη του 2019, ενώ ο δομικός πληθωρισμός θα αυξηθεί κατά 0,2-0,3 μονάδες. Οι δασμοί θα περιορίσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ στα 900 δισ. δολ. από 1 τρισ. δολ. για το οικονομικό έτος 2019, σύμφωνα με ένα σημείωμα των ερευνητών της τράπεζας. Αλλά ο οικονομικός αντίκτυπος των δασμών σε εκτιμώμενα προϊόντα αξίας 544 δισ. δολ. σε κινεζικά προϊόντα θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος, "εάν η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων καμφθεί περισσότερο από ό,τι περιμένουμε"» έγραψαν.
Η ασάφεια στο μεγαλείο της
Είναι δύσκολο οι αναλυτές να αντιληφθούν ξεκάθαρα γιατί οι ΗΠΑ επιβάλλουν δασμούς, επειδή η διοίκηση Τραμπ δεν έχει πει ξεκάθαρα τι προσπαθεί να επιτύχει με αυτόν τον τρόπο. Ένας λόγος για την ασάφεια είναι ότι πολλά στελέχη προσπαθούν να επηρεάσουν την εμπορική πολιτική της Αμερικής απέναντι στην Κίνα: ο υπουργός Οικονομικών Steven Mnuchin, ο αντιπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ Robert Lighthizer, ο διευθυντής Πολιτικής Εμπορίου και Βιομηχανίας του Λευκού Οίκου Peter Navarro και ο υπουργός Εμπορίου Wilbur Ross. Επίσης ασάφεια προσθέτει το γεγονός πως δεν υπάρχει, στις δηλώσεις των αρμοδίων, δέσμευση πως οι δασμοί θα αρθούν αν η Κίνα συμμορφωθεί με τις προτάσεις των Αμερικανών αρμοδίων.
Οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ πιστεύουν ότι μπορεί να κερδίσουν τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, επειδή η Κίνα εξάγει περίπου τέσσερις φορές περισσότερο στις ΗΠΑ από τις αμερικανικές εξαγωγές προς αυτήν. Συνεπώς, οι ΗΠΑ μπορούν να επιβάλουν πολύ μεγαλύτερο βάρος στους Κινέζους εξαγωγείς από ό,τι οι Κινέζοι μπορούν να επιβάλουν στους Αμερικανούς εξαγωγείς. Η κινεζική οικονομία εξαρτάται επίσης πολύ περισσότερο από τις εξαγωγές από την οικονομία των ΗΠΑ.
Οι δασμοί αποτελούν πράγματι έναν «φόρο» για τους Αμερικανούς καταναλωτές και τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν κινεζικά προϊόντα στις διαδικασίες παραγωγής τους. Αλλά η αύξηση των τιμών που πληρώνουν οι Αμερικανοί για τις κινεζικές εισαγωγές και η επακόλουθη απώλεια πραγματικού εισοδήματος είναι πολύ μικρή. Οι ετήσιες εισαγωγές από την Κίνα ανέρχονται συνολικά σε 500 δισ. δολ. Αν οι ΗΠΑ επιβάλουν μια συνολική τιμολόγηση 25%, η αύξηση του κόστους για τους Αμερικανούς αγοραστές -αν δεν υπάρξει καμία αλλαγή στις τιμές που χρεώνουν οι Κινέζοι εξαγωγείςθα ήταν 125 δισ. δολ. Με το εθνικό εισόδημα των ΗΠΑ να υπερβαίνει τα 20 τρισ. δολ., το αυξημένο κόστος θα ήταν λίγο περισσότερο από το 0,5% των συνολικών δαπανών τους. Και επειδή οι Κινέζοι εξαγωγείς θα μειώσουν πιθανώς τις τιμές ορισμένων προϊόντων τους, το αυξημένο κόστος για τους Αμερικανούς αγοραστές θα ήταν μικρότερο από 125 δισ. δολ.
Νέα πεδία δράσης
Οι αγορές στη Wall Street έκλεισαν περίπου στα ίδια επίπεδα την Παρασκευή, καθώς τα κέρδη της Intel, των κτηματομεσιτικών εταιρειών και των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας αντιστάθμισαν μια πτώση της μετοχής του Facebook. Ο S&P 500 έχασε 0,5% για την εβδομάδα, αλλά το τρίτο τρίμηνο αυξήθηκε κατά 7,2%, με την καλύτερη τριμηνιαία απόδοση από το τέταρτο τρίμηνο του 2013. Η μετοχή της Facebook Inc υποχώρησε 2,59%, μόλις δήλωσε ότι ανακάλυψε ένα ζήτημα ασφάλειας που αφορά περίπου 50 εκατ. λογαριασμούς. Η απώλειά της ζύγιζε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μετοχή του S&P 500. Όμως ήταν και είναι οι εταιρείες τεχνολογίας που κρατούν την ανοδική δυναμική στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης.
Οι βασικές λέξεις-κλειδιά στον χώρο της τεχνολογίας σήμερα είναι το IoT (Internet of Things), τα Big Data, η Cyber Security, Cloud Computing, Blockchain και AI (Artificial Intelligence). Μπορεί ορισμένοι από αυτούς τους όρους να μην είναι γνωστοί ευρέως, ωστόσο οι διάφορες εφαρμογές αυτών των τομέων αποτελούν μπουκέτο επιχειρηματικών ευκαιριών, με όρια ανάπτυξης σχεδόν απεριόριστα στον σημερινό (διασυνδεδεμένο μέσω Internet) κόσμο. Αυτό έχει οδηγήσει σε εισροή επενδύσεων και ενδιαφέρον σε όλους τους προαναφερθέντες χώρους - από ιδιώτες, Venture Capitalists (VCs), εταιρείες και κυβερνήσεις. Τρέφει και τρέφεται η αγορά από το ένστικτο του τζογαδόρου που βρίσκει καταφύγιο και πεδία δράσης.