Απλούστευση κοινοτικών κανόνων για τα παράγωγα
Τι προβλέπει η προκαταρκτική συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ του Συμβουλίου και της Ευρωβουλής
Ταπλούστευση ην επικαιροποίηση και
των κοινοτικών κανόνων, οι οποίοι εφαρμόζονται στους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τους μικρούς χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και στα συνταξιοδοτικά ταμεία που χρησιμοποιούν χρηματοοικονομικά παράγωγα, προβλέπει η συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ του Συμβουλίου (ρουμανική προεδρία) και της Ευρωβουλής.
Πρόκειται για μια προκαταρκτική συμφωνία σχετικά με τη βελτίωση του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου που εφαρμόζεται στην αγορά εξωχρηματιστηριακών παραγώγων (OTC).
Στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Ε.Ε. θέσπισε ένα ισχυρό και αποτελεσματικό πλαίσιο για την εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας και τη μείωση του συστημικού κινδύνου στις αγορές παραγώγων.
Όπως επισημαίνει η ρουμανική προεδρία, με τον νέο κανονισμό διατηρούνται όλα τα βασικά στοιχεία εκείνης της μεταρρύθμισης, ενώ τώρα με στοχευμένες προσαρμογές απλοποιούνται οι κανόνες και καθίστανται αναλογικότεροι.
Ειδικότερα, ο κανονισμός για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR), που εκδόθηκε το 2012, αποτελεί μέρος της ευρωπαϊκής κανονιστικής ρύθμισης της οικονομικής κρίσης και αντιμετωπίζει ειδικότερα τα προβλήματα που προέκυψαν κατά τη λειτουργία της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2008.
Τον Μάιο του 2017 η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση και την απλούστευση του κανονισμού EMIR, προκειμένου να αντιμετωπιστούν το δυσανάλογο κόστος συμμόρφωσης, τα ζητήματα διαφάνειας και η ανεπαρκής πρόσβαση ορισμένων αντισυμβαλλομένων σε μηχανισμούς εκκαθάρισης.
Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του κανονιστικού πλαισίου, το κείμενο που συμφωνήθηκε μεταξύ του Συμβουλίου και της Ευρωβουλής θεσπίζει μια νέα κατηγορία, αυτή των «μικρών χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων», που θα απαλλάσσονται από την υποχρέωση να συμψηφίζουν τις συναλλαγές μέσω κεντρικού αντισυμβαλλόμενου (CCP), ενώ θα εξακολουθούν να υπόκεινται στις υποχρεώσεις μετριασμού του κινδύνου. Ομοίως, οι μικρότεροι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα έχουν μειωμένες υποχρεώσεις εκκαθάρισης. Το κείμενο προβλέπει επίσης την επέκταση κατά δύο επιπλέον έτη (με δυνατότητα περαιτέρω παράτασης έως δύο φορές κατά ένα ακόμη έτος) της προσωρινής εξαίρεσης των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων από την υποχρέωση εκκαθάρισης.
Σε ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, ο κανονισμός θα απλοποιήσει τους υφιστάμενους κανόνες προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα των στοιχείων που υποβάλλονται και να καταστεί η εποπτεία αποτελεσματικότερη. Συγκεκριμένα θα εξαλειφθεί η υποχρέωση αναφοράς παλαιότερων συναλλαγών («backloading»), καθώς και εντός του ομίλου συναλλαγών στις οποίες συμμετέχουν μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι.
Τέλος, ο κανονισμός έχει ως στόχο να δημιουργήσει κίνητρα και να αυξήσει την πρόσβαση σε μηχανισμούς εκκαθάρισης καταργώντας τα σημερινά περιττά εμπόδια. Ειδικότερα, το κείμενο εισάγει την υποχρέωση για τους διαπραγματευτές να παρέχουν υπηρεσίες με δίκαιους, εύλογους, αμερόληπτους και διαφανείς εμπορικούς όρους, εξασφαλίζοντας ιδίως τη διαφάνεια.
Το κείμενο θα υποβληθεί τώρα για έγκριση στους μόνιμους αντιπροσώπους (πρέσβεις) των κρατών-μελών της Ε.Ε., ενώ στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθεί από την ολομέλεια και να επικυρωθεί από το συμβούλιο υπουργών.