Εκτίναξη των αναγκών χρηματοδότησης των κρατών - μελών του βλέπει ο ΟΟΣΑ φέτος
Ρεκόρ κρατικού χρέους στα 11 τρισ. δολ. Καμπανάκι για την αυστηρή νομισματική πολιτική
Σε νέα επίπεδα ρεκόρ αναμένεται να εκτιναχθεί φέτος η χρηματοδότηση των κυβερνήσεων στις χώρες-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), κυρίως λόγω του αυξημένου δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με σχετική έκθεση του διεθνούς οργανισμού.
Ο συνολικός δανεισμός από τις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ στις αγορές κρατικού χρέους θα υπερβεί φέτος τα 11 τρισ. δολάρια, ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ των 10,9 τρισ. δολαρίων που είχε καταγραφεί το 2010. Η αύξηση αυτή αποδίδεται κυρίως σε ορισμένες χώρες, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ.
Το διάστημα από το 2007 έως το 2018 οι δανειακές ανάγκες των κυβερνήσεων στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ αυξήθηκαν εντυπωσιακά, με το υπό διαπραγμάτευση κρατικό χρέος στις εν λόγω χώρες να έχει διπλασιαστεί σε ονομαστικούς όρους. Την ίδια στιγμή, οι ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης απομάκρυναν τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους και κατέστησαν τις κυβερνήσεις πιο ανθεκτικές στην αντιμετώπιση χρηματοοικονομικών κρίσεων.
Το 2017 οι νέες εκδόσεις χρέους από τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ ήταν οι χαμηλότερες από το 2008, όμως το 2018 αυξήθηκαν κατά 600 δισ. δολάρια στο 1,9 τρισ. δολάρια και φέτος αναμένεται να ξεπεράσουν τα 2 τρισ. δολάρια. Την περίοδο από το 2007 έως το 2018, το υπό διαπραγμάτευση κρατικό χρέος στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ διπλασιάστηκε, με την αναλογία κρατικού χρέους ως προς το ΑΕΠ να κάνει άλμα από το 49,5% στο 72,6%. Ενώ όμως οι νέες εκδόσεις κρατικού χρέους αναμένεται να ενισχύσουν την ονομαστική αξία του διαπραγματεύσιμου χρέους των κεντρικών κυβερνήσεων, η αναλογία κρατικού χρέους ως προς το ΑΕΠ προβλέπεται να παραμείνει σταθερή στο 72,6% το 2019, κυρίως χάρη στη συνεχιζόμενη ανάπτυξη των οικονομιών του ΟΟΣΑ. Παρ' όλα αυτά, στον μικρότερο πυρήνα των χωρών του Ομίλου G7, το διαπραγματεύσιμο κρατικό χρέος ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί και να φθάσει φέτος το υψηλότερο επίπεδο.
Οι αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης των κυβερνήσεων αντανακλούν την επίπονη προσπάθεια κάλυψης των ελλειμμάτων στους προϋπολογισμούς αλλά και την αναχρηματοδότηση ομολόγων που λήγουν.
Ενώ όμως τα μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης έλαβαν συγχρονισμένο χαρακτήρα στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, η πρόσφατη αύξηση της αναλογίας συνολικού δανεισμού προς ΑΕΠ περιορίζεται τώρα σε ορισμένες χώρες και πιο πολύ στις ΗΠΑ. Οι ανάγκες χρηματοδότησης
Ο ΟΟΣΑ κρούει τον κώδωνα για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στη στροφή των κεντρικών τραπεζών προς την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής. Η σταδιακή έξοδος από τα μη συμβατικά μέτρα νομισματικής χαλάρωσης έχει σημαντικές συνέπειες στη διαμόρφωση των συνθηκών κρατικής χρηματοδότησης, κυρίως μέσω μεταβολών στα επιτόκια δανεισμού και στην επενδυτική βάση. «Ο αντίκτυπος των υψηλότερων επιτοκίων στο κόστος χρέους θα είναι αρχικά σχετικά χαμηλός σε χώρες όπου οι δανειακές ανάγκες είναι περιορισμένες και το ποσοστό χρέους μεγάλης διάρκειας υψηλό. Όσον αφορά την επενδυτική βάση, η απουσία -ή μειωμένη στήριξη- των κεντρικών τραπεζών ως μεγάλων αγοραστών θα οδηγήσει σε αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες από άλλους επενδυτές», επισημαίνεται στην έκθεση.
Ο ΟΟΣΑ παρατηρεί ότι η διαδικασία ομαλοποίησης ακολουθείται με διαφορετικούς ρυθμούς από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες. Για παράδειγμα, η Φέντεραλ Ριζέρβ των ΗΠΑ έχει αρχίσει από τον Σεπτέμβριο του 2017 να συρρικνώνει τον ισολογισμό της, ενώ από τον Δεκέμβριο του 2015 έχει εγκαινιάσει κύκλο αύξησης επιτοκίων, καθώς η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύσσεται με σταθερούς ρυθμούς. Στην Ευρωζώνη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τερμάτισε τον Δεκέμβριο του 2018 το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, διατηρεί όμως τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ στην Ιαπωνία η κεντρική τράπεζα συνεχίζει τις αγορές ενεργητικού ώστε να διατηρήσει την απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων κοντά στο μηδέν, ενώ δεν έχει «επικοινωνήσει» σχέδια για μείωση των μέτρων στήριξης.
«Η σταδιακή έξοδος από τη μη συμβατική νομισματική πολιτική έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις αγορές εν γένει και τις αγορές κρατικών χρεογράφων ειδικότερα», αναφέρει ο Οργανισμός, επισημαίνοντας το ρίσκο απότομων μεταβολών στο κόστος δανεισμού, αλλά και το ρίσκο ρευστότητας.
Το κόστος κρατικού δανεισμού παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, κινείται όμως ανοδικά σε πολλές χώρες, αναφέρει η μελέτη. «Παρ' όλα αυτά, οι αποδόσεις κρατικών ομολόγων έχουν αυξηθεί από τα τέλη του 2017 στην πλειονότητα των χωρών του ΟΟΣΑ», υπογραμμίζει ο Οργανισμός, αναφέροντας ως παράδειγμα τη σημαντική άνοδο στο κόστος δανεισμού σε Ουγγαρία, Ιταλία, Μεξικό και Τουρκία.
των κυβερνήσεων στην Ευρωζώνη και στις αναδυόμενες οικονομίες του ΟΟΣΑ βελτιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, ενώ σε κάποιες χώρες, όπως Δανία, Ισλανδία, Νέα Ζηλανδία και Σουηδία, περιορίστηκαν σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο του υπό
διαπραγμάτευση κρατικού χρέους, υποσκελίζοντας την Ιαπωνία, με βάση τα στοιχεία του 2018, ενώ η Γερμανία αποχώρησε πέρυσι από το τοπ τεν και η Ιταλία «είδε» το ποσοστό της να μειώνεται σε σχέση με τα επίπεδα που βρισκόταν πριν από μία περίπου δεκαετία.