Οι ανισότητες και η δυναμική μεσαία τάξη
Οι εξαγωγές έφεραν ιλιγγιώδεις ρυθμούς ανάπτυξης και μαζί με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων έβγαλαν 850 εκατ. Κινέζους από τη φτώχεια, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Οι ειδικοί του διεθνούς οργανισμού μάλιστα υπολογίζουν ότι η χώρα μπορεί ακόμη και να εξαλείψει πλήρως την απόλυτη φτώχεια το 2020 (ημερήσιο εισόδημα 1,90 δολ. ή χαμηλότερο). Παράλληλα με τη μείωση της φτώχειας προχωράει και η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου. Σύμφωνα με στοιχεία της Standard Chartered, που επικαλείται το BBC, το 27% του εργατικού δυναμικού της Κίνας θα έχει πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης έως το 2030. Το ποσοστό είναι αντίστοιχο με το σημερινό στη Γερμανία. Μεγάλο αγκάθι πάντως παραμένουν οι εισοδηματικές ανισότητες, που είναι πολύ οξύτερες από ό,τι στην Ευρώπη ή άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες. Η Κίνα μετράει ήδη 475 δισεκατομμυριούχους, αλλά το μέσο ετήσιο εισόδημα δεν υπερβαίνει τα 10.000 δολ. Στις αγροτικές περιοχές είναι κατά πολύ χαμηλότερο. Παρά τη μεγάλη ψαλίδα ανάμεσα σε φτωχούς και πλουσίους, στην Κίνα έχουμε την ανάπτυξη μίας μεσαίας τάξης, η οποία και διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην οικονομία, ενώ διατυπώνονται προσδοκίες ότι θα μπορούσε να είναι τελικά εκείνη που θα πιέσει για την πολιτική αλλαγή. Σύμφωνα με έρευνα της McKinsey, έως το 2022 η μεσαία τάξη στη χώρα θα αριθμεί 550 εκατομμύρια καταναλωτές, υπερβαίνοντας δηλαδή ολόκληρο τον πληθυσμό των ΗΠΑ. Στα αστικά κέντρα το 75% των καταναλωτών θα έχει εισόδημα 60.000 έως 229.000 γιουάν (9.000 έως 34.000 δολάρια) ετησίως. Σε όρους ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης, το εύρος αυτό αντιστοιχεί στο μέσο εισόδημα της Ιταλίας ή της Βραζιλίας. Μόλις το 4% των νοικοκυριών σε αστικά κέντρα της χώρας ήταν μέσα σε αυτό το εύρος το 2000, ενώ το ποσοστό είχε εκτιναχθεί στο 68% το 2012. Αμερικανικοί και ευρωπαϊκοί κολοσσοί λιανικής, που παραμένουν στη χώρα, παρά τις καταγγελίες για άνιση μεταχείριση και κόντρα στις ανησυχίες για τον εμπορικό πόλεμο, στηρίζονται ακριβώς στη δυναμική των καταναλωτών αυτών.