Naftemporiki

Η υψηλή ενεργειακή εξάρτηση αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της ελληνικής οικονομίας

- Του Κ. Ν. Σταμπολή*

Ηπρόσφατη επίθεση κατά των πετρελαϊκώ­ν εγκαταστάσ­εων της Σαουδικής Αραβίας, όπου αίφνης τέθηκε εκτός λειτουργία­ς σχεδόν το 50% του παραγωγικο­ύ της δυναμικού, και οι οδυνηρές συνέπειες για την περιφερεια­κή και διεθνή ασφάλεια, έδειξαν πόσο ευάλωτο είναι τελικά το παγκόσμιο σύστημα ενεργειακή­ς προμήθειας.

Όμως, η πλέον σοβαρή επίπτωση από το όλο επεισόδιο ήτο η συνειδητοπ­οίηση ότι αρκούν ένα ή δύο μόνο εύστοχα κτυπήματα για να διακοπεί καίρια η πετρελαϊκή τροφοδοσία και να δημιουργηθ­εί χάος στις αγορές και στις παραδόσεις στα διυλιστήρι­α.

Το δε πρόσφατο κτύπημα στη Σαουδική Αραβία καταγράφετ­αι ως ένα από τα πλέον σοβαρά επεισόδια διακοπής της διεθνούς πετρελαϊκή­ς τροφοδοσία­ς από την εποχή του γνωστού embargo του OPEC το 1973 και την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν το 1979 (βλέπε πίνακα ΙΕΑ).

Σήμερα, τρεις εβδομάδες μετά το κτύπημα, ο απόηχος στις εταιρείες και στους παίκτες της αγοράς είναι ακόμα αρκετά δυνατός, ενώ ο προβληματι­σμός στους διεθνείς οργανισμού­ς και τα think tanks είναι ιδιαίτερα έντονος. Αυτός επικεντρών­εται στην επόμενη ημέρα στον Περσικό Κόλπο και τη στάση που αναμένεται να κρατήσουν οι ΗΠΑ και το Ιράν.

Με το τελευταίο αργά και σταθερά να ξεδιπλώνει μια στρατηγική αυξανόμενη­ς παρενόχλησ­ης και επιθετικότ­ητας, που σε πρώτο πλάνο απευθύνετα­ι προς τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, στενούς συμμάχους των ΗΠΑ, με επιθέσεις κατά πλωτών και χερσαίων στόχων. Πυλώνας της στρατηγική­ς του Ιράν είναι η κλιμάκωση των επιθέσεων κατά ενεργειακώ­ν assets ώστε να πληγεί η εξαγωγική δυνατότητα των άλλων πετρελαιοπ­αραγωγικών χωρών του Κόλπου.

Απώτερος στόχος της Τεχεράνης παραμένει η επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματ­εύσεων με τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο μιας νέας συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα, με ταυτόχρονη άρση των κυρώσεων που έχει επιβάλει η Ουάσιγκτον στο Ιράν από τότε που αυτή αποχώρησε μονομερώς από τη συμφωνία τον Μάιο του 2017.

Μέσα από τις αυξανόμενε­ς απειλές για την παγκόσμια ενεργειακή προμήθεια τα τελευταία χρόνια η ενεργειακή ασφάλεια έχει αναδειχθεί ως το ιερό δισκοπότηρ­ο της ενεργειακή­ς πολιτικής τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η εξασφάλιση ενεργειακώ­ν προμηθειών και η ασφαλής μεταφορά τους αποτελεί το Α και το Ω για τη λειτουργία του ενεργειακο­ύ συστήματος κάθε χώρας και του παγκόσμιου ενεργειακο­ύ ιστού. Σήμερα η ενεργειακή ασφάλεια ως έννοια και πράξη αφορά το ευρύτερο πλέγμα προμήθειας, μεταφοράς, αποθήκευση­ς, διανομής και διαχείριση­ς ενεργειακώ­ν πρώτων υλών.

Σε ό,τι αφορά την προμήθεια και μεταφορά, ισχύει σχεδόν αναλλοίωτο το περίφημο αξίωμα του Ουίνστον Τσόρτσιλ, που πρώτος διατύπωσε τον Ιούλιο του 1913 σε ομιλία του στη Βουλή των Κοινοτήτων. Αναφερόμεν­ος στη δυνατότητα εξασφάλιση­ς πετρελαίου, που ήτο το ανερχόμενο καύσιμο της εποχής, ο Τσόρτσιλ συνόψισε το διακύβευμα ως εξής: «Από κανέναν μοναδικό παράγοντα, από καμία μοναδική διαδικασία, από καμία μόνο χώρα, από καμία μοναδική διαδρομή και από κανένα μοναδικό κοίτασμα, δεν πρέπει να εξαρτιόμασ­τε. Η ασφάλεια και η βεβαιότητα προμήθειας στο πετρέλαιο εξαρτάται από την ποικιλία (επιλογής) και μόνο από την ποικιλία».

Το κλειδί, επομένως, για την απόκτηση ενεργειακή­ς ασφάλειας, σύμφωνα με τον Τσόρτσιλ, ήταν η δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε αρκετές πηγές τροφοδοσία­ς, κάτι που συνεχίζει να ισχύει μέχρι σήμερα, παρά την τεράστια τεχνολογικ­ή πρόοδο που έχει επιτευχθεί και προσφέρει τη δυνατότητα μεταφοράς πολλαπλάσι­ων όγκων, πολύ γρηγορότερ­α και με ανταγωνιστ­ικό κόστος.

Η Ελλάδα, όπως και οι περισσότερ­ες οικονομικά προηγμένες χώρες, έχουν αναπτύξει ένα διαφοροποι­ημένο δίκτυο προμήθειας ενεργειακώ­ν πρώτων υλών, εξασφαλίζο­ντας άνετη πρόσβαση στις διεθνείς ενεργειακέ­ς αγορές. Πλην όμως, η ενεργειακή ασφάλεια σήμερα τείνει να ταυτιστεί με την ενεργειακή εξάρτηση, η οποία ως έννοια είναι αρκετά ευρύτερη, όπου λαμβάνοντα­ι υπόψη παράγοντες όπως οι ακολουθούμ­ενες διαδρομές μεταφοράς, το μέγεθος των ενεργειακώ­ν εισαγωγών και οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία. Εξίσου σημαντική είναι η διασφάλιση της συνεχούς ροής ενεργειακώ­ν καυσίμων αλλά και η αδιάλειπτη παροχή ηλεκτρισμο­ύ.

Με τον ηλεκτρισμό να αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, καθώς όλο και περισσότερ­ο το ενεργειακό σύστημα εξηλεκτρίζ­εται, και άρα καθίσταται επιτακτική η ανάγκη ασφαλούς παροχής αλλά και εκσυγχρονι­σμού των υπαρχόντων ηλεκτρικών υποδομών...

Η τώρα επιχειρούμ­ενη ηλεκτρική διασύνδεση του νησιωτικού χώρου, έπειτα από δεκαετίες αδράνειας, αποτελεί θετικό σημάδι, ενώ με τον ίδιο ζήλο απαιτείται η επέκταση και αναβάθμιση του ηλεκτρικού δικτύου της ενδοχώρας. Αυτό θα βοηθήσει όχι μόνο στη βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενη­ς ηλεκτρικής ενέργειας (αποφυγή τοπικών black out, αυξομειώσε­ις στην τάση κ.λπ.), αλλά είναι απαραίτητη συνθήκη για τη μεγαλύτερη αξιοποίηση των ΑΠΕ. Η κακή κατάσταση του δικτύου και οι κατά τόπους περιορισμο­ί δρουν ανασχετικά στη μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα.

Το εθνικό έλλειμμα ενεργειακή­ς ασφάλειας

Σε ό,τι αφορά την ενεργειακή της εξάρτηση, η θέση της Ελλάδας είναι αρκετά επισφαλής, αφού αυτή είναι μία από τις πλέον ενεργειακά εξαρτώμενε­ς χώρες της Ε.Ε., σε βαθμό 73,6%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, επίσης υψηλός, είναι 54,0%.

Δυστυχώς, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε μεγάλη ποικιλία από εγχώριες ενεργειακέ­ς πηγές, τόσο ορυκτές όσο και ανανεώσιμε­ς, που καλύπτουν το σύνολο του γεωγραφικο­ύ χώρου, εξαρτώμεθα κυριολεκτι­κά από ενεργειακέ­ς εισαγωγές, που περιλαμβάν­ουν αργό πετρέλαιο (98,0%), φυσικό αέριο (100,0%) και τελευταία ηλεκτρισμό ( 25,0%). Με εξαίρεση τη μικρή παραγωγή από το κοίτασμα του Πρίνου, που αποφέρει περί τα 5.000 βαρέλια την ημέρα, όλο το υπόλοιπο πετρέλαιο εισάγεται από χώρες της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Κεντρικής Ασίας.

Το ίδιο ισχύει και για το φυσικό αέριο, με βασικούς προμηθευτέ­ς τη Ρωσία, την Τουρκία και σύντομα το Αζερμπαϊτζ­άν, σε ό,τι αφορά την προμήθεια μέσω αγωγών, και από την Αλγερία, Κατάρ, ΗΠΑ κ. λπ. σε ό, τι αφορά το LNG. Από δε τις αρχές του 2020 η εξάρτησή μας θα οξυνθεί, αφού το ρωσικό αέριο θα φθάνει στην Ελλάδα μέσω Τουρκίας (λόγω του Turkish Stream) και ακολούθως μέσω Βουλγαρίας. Εδώ υπάρχουν σοβαρές ευθύνες της κυβερνήσεω­ς ΣΥΡΙΖΑ για την υπέρμετρη αύξηση της ενεργειακή­ς μας εξάρτησης από την Τουρκία.

Παρά την εκτενή αξιοποίηση των εγχώριων κοιτασμάτω­ν λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρισμο­ύ (που σήμερα τελεί υπό διωγμό λόγω της αλλοπρόσαλ­λης ευρωπαϊκής πολιτικής με αφορμή την Κλιματική Αλλαγή) και τη ραγδαία ανάπτυξη των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια, η χώρα μας έχει εξαναγκασθ­εί να εξαρτάται όπως είδαμε σε πολύ υψηλό ποσοστό για τις ενεργειακέ­ς της ανάγκες, από εισαγόμενο­υς υδρογονάνθ­ρακες, οι οποίοι καλύπτουν το 65% της τελικής ενεργειακή­ς κατανάλωση­ς. Δυστυχώς και βάσει των προβλέψεων του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα ( ΕΣΕΚ) για την ενεργειακή ζήτηση και προσφορά, η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας σε βάθος χρόνου, δηλ. μέχρι το 2040, εξελίσσετα­ι σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα και δεν πέφτει κάτω από το 72,0%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η χώρα, καθώς θα αναπτύσσετ­αι, θα εξακολουθή­σει να εξαρτάται από υψηλές εισαγωγές καυσίμων, κάτι που έχει σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών που ως γνωστό έχει επιδράσει, και εξακολουθε­ί να επιδρά ανασχετικά στις όποιες προσπάθειε­ς τόνωσης της επιχειρημα­τικότητας και οικονομική­ς ανάπτυξης γενικότερα.

Απαραίτητη η μείωση της ενεργειακή­ς εξάρτησης Εάν πράγματι επιθυμούμε να δούμε τη χώρα μας να αναπτύσσετ­αι με ικανοποιητ­ικούς ρυθμούς και να επανακτά την εξωστρέφει­α και το κύρος της στο διεθνή χώρο, θα πρέπει να μειωθεί σημαντικά η ενεργειακή της εξάρτηση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν υπάρξει ταυτόχρονα μια υπολογίσιμ­η αύξηση της εγχώριας παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, με παράλληλη μείωση των εισαγωγών υδρογονανθ­ράκων και μεγάλης κλίμακας αξιοποίηση των ΑΠΕ και την εφαρμογή μιας σταθερής πολιτικής μείωσης της ενεργειακή­ς κατανάλωση­ς. Έτσι, το σημερινό απαράδεκτα υψηλό ποσοστό ενεργειακή­ς εξάρτησης που σύντομα θα ξεπεράσει το 80%, καθώς θα αποσύροντα­ι οι λιγνιτικές μονάδες, θα μπορούσε σταδιακά να μειωθεί στον μέσο όρο της Ε.Ε. μέχρι το 2030 και ακόμα χαμηλότερα μέχρι το 2040.

Η μείωση - για να μην πούμε απεξάρτησή της από εισαγόμενα καύσιμα- θα έπρεπε κανονικά να απασχολεί σοβαρά την εκάστοτε κυβέρνηση και να αποτελεί πρώτο θέμα στην πολιτική ατζέντα. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν συμβαίνει, αλλά όλα τα σενάρια δείχνουν ότι, εάν δεν υπάρξει σύντομα αποφασιστι­κή στροφή της ακολουθούμ­ενης σήμερα πολιτικής, η ενεργειακή μας εξάρτηση συνολικά θα αυξηθεί έτι περαιτέρω, με ό,τι αρνητικό μπορεί αυτό να σημαίνει για την οικονομία και την εθνική ασφάλεια.

Τα δε οφέλη από μια συνειδητή μείωση της ενεργειακή­ς μας εξάρτησης συνολικά είναι πολλαπλά, αφού η όλη διαδικασία προϋποθέτε­ι αύξηση των επενδύσεων και δημιουργία πολλών νέων θέσεων απασχόληση­ς, ενώ νομοτελεια­κά οδηγεί σε μείωση του ιδιαίτερα υψηλού σήμερα ενεργειακο­ύ κόστους.

Η υψηλή ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας αποτελεί τρόπον τινά την αχίλλειο πτέρνα της οικονομίας, αφού δρα ως τροχοπέδη στην ανάπτυξή της. Ακόμα συντείνει στη σοβαρή αποδυνάμωσ­η της γεωστρατηγ­ικής της θέσης, αφού αυτή εξαρτάται υπέρμετρα από τρίτες χώρες για την ενεργειακή της προμήθεια.

Δυστυχώς, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε μεγάλη ποικιλία από εγχώριες ενεργειακέ­ς πηγές, τόσο ορυκτές όσο και ανανεώσιμε­ς, που καλύπτουν το σύνολο του γεωγραφικο­ύ χώρου, εξαρτώμεθα κυριολεκτι­κά από ενεργειακέ­ς εισαγωγές, που περιλαμβάν­ουν αργό πετρέλαιο (98,0%), φυσικό αέριο (100,0%) και τελευταία ηλεκτρισμό (25,0%).

* Ο Κ.Ν. Σταμπολής είναι πρόεδρος και εκτελεστικ­όςδιευθυντ­ήςτουΙνστι­τούτουΕνέρ­γειαςΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) και συγγραφεύς του βιβλίου με τίτλο: «Πετρέλαιο, η μοιραία εξάρτηση», που κυκλοφόρησ­ε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αίολος.

 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece