Διπλή μείωση δημοσίου χρέους
Τη μείωση του χρέους όχι μόνο ως ποσοστού του ΑΕΠ αλλά και σε απόλυτο αριθμό για το 2019 προβλέπει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, όπως προκύπτει και από το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού. Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια εκτιμάται ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης -αυτό λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη στις αναλύσεις των αγορών καθώς το χρέος της κεντρικής διοίκησης περιλαμβάνει και τον εσωτερικό δανεισμό μεταξύ των φορέων του Ελληνικού Δημοσίου- θα κλείσει στα 329,3 δισ., δηλαδή χαμηλότερα σε σχέση με τα 334,57 δισ. που ήταν το αντίστοιχο κλείσιμο του 2018.
Σε όρους ΑΕΠ, μάλιστα, η πτώση θα είναι πολύ μεγάλη καθώς το ποσοστό από το ιστορικό υψηλό του 181,1% το 2018 εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει στο 173,3% για το 2019. Όσον αφορά το 2020, προβλέπεται μικρή αύξηση του χρέους σε απόλυτους αριθμούς (από τα 329,3 δισ. στα 331 δισ.), αλλά συνέχιση της πτωτικής πορείας ως αναλογία του ΑΕΠ. Έτσι, για το 2020, το χρέος θα διαμορφωθεί στο 167,8% του ΑΕΠ, το οποίο θα αυξηθεί στα 197,315 δισ. έναντι 190,004 δισ. ως αποτέλεσμα της εκτίμησης για ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης 2,8%.
Η εκτίμηση ότι μέσα στο 2019 θα καταγραφεί για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια μείωση του δημοσίου χρέους σε απόλυτο αριθμό στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην πρόβλεψη ότι θα ολοκληρωθεί μέσα στη χρονιά και η πρόωρη αποπληρωμή του ακριβού τμήματος του ΔΝΤ. Δεδομένου ότι το ποσό αυτό ανέρχεται στα 2,7 δισ., η ολοκλήρωση της διαδικασίας θα έχει ως αποτέλεσμα οι εκταμιεύσεις της φετινής χρονιάς ( ουσιαστικά είναι τα 7,5 δισ. που συγκέντρωσε ο ΟΔΔΗΧ από τις τρεις εκδόσεις) να υπολείπονται της δαπάνης για την «καθαρή» αποπληρωμή του χρέους ( χωρίς δηλαδή να περιλαμβάνονται οι τόκοι).
Οι δαπάνες για τόκους του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης διαμορφώνονται κοντά στα επίπεδα των 5,5-6,2 δισ., ενώ το ύψος των δαπανών για τόκους διαμορφώνεται γύρω στο 3%3,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι μειωμένες δαπάνες τόκων τα τελευταία χρόνια οφείλονται στη μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους μετά την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) του Μαρτίου 2012 και την επαναγορά του Δεκεμβρίου 2012, τη μείωση των επιτοκίων των δανείων του μηχανισμού στήριξης και την αναβολή καταβολής τόκων για τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Πλεονασματικός κατά 1.843 εκατ. εκτιμάται ότι θα είναι το 2020 ο κοινωνικός προϋπολογισμός, παρουσιάζοντας βελτίωση σε σχέση με το 2019 κατά 174 εκατ., σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού. Αυξημένα κατά 658 εκατ. εκτιμάται ότι θα είναι τα έσοδα του ΕΦΚΑ από ασφαλιστικές εισφορές, καθώς προβλέπεται να ανέλθουν σε 22.646 εκατ., από 21.988 εκατ. που είναι η πρόβλεψη για το 2019. Η δαπάνη των συντάξεων για το 2020 εκτιμάται σε 29.040 εκατ., από 29.251 εκατ. που θα ανέλθει το 2019. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το σύνολο των εσόδων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης το 2020 αναμένεται να ανέλθει στα 43.338 εκατ., ενώ το σύνολο των εξόδων τους στα 41.495 εκατ. ευρώ. Αναλυτικά, τα έσοδα του κοινωνικού προϋπολογισμού προβλέπονται αυξημένα κατά 106 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, η μείωση κατά 550 εκατ. των εσόδων από μεταβιβάσεις αντισταθμίζεται από την πρόβλεψη για αυξημένα κατά 658 εκατ. έσοδα από εισφορές, στα οποία ενσωματώνεται και η τελευταία αύξηση του ποσοστού των εργοδοτικών εισφορών για τους ασφαλισμένους του
Δημοσίου. Τα έξοδα προβλέπονται μειωμένα 68 εκατ. σε σχέση με το 2019. Ειδικότερα, εκτιμάται ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη θα είναι μειωμένη κατά 211 εκατ. εξαιτίας της μείωσης του εκτιμώμενου κόστους των αναδρομικών που καταβάλλονται στις κύριες και στις επικουρικές συντάξεις. Παράλληλα, αυξημένες 100 εκατ. αναμένονται οι κοινωνικές παροχές σε είδος εξαιτίας της θετικής αναπροσαρμογής του ορίου δαπανών του ΕΟΠΥΥ. Το προσχέδιο προβλέπει κονδύλια 539 εκατ. για αναπτυξιακές και κοινωνικές παρεμβάσεις. Συγκεκριμένα:
Επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από 1ης Ιανουαρίου 2020 (καλύπτεται το 90% των οικογενειών).
Μετάπτωση στον ΦΠΑ 13% των ειδών βρεφικής ηλικίας και των κρανών ασφαλείας.
Μείωση εισφορών εργαζομένων πλήρους απασχόλησης κατά περίπου μια μονάδα βάσης.