Προς όριο 30% για e- πληρωμές και σε επιτηδευματίες
Η αύξηση του συντελεστή υπολογισμού των ελάχιστων ηλεκτρονικών πληρωμών στο 30% του ατομικού εισοδήματος είναι το βασικό «όπλο» που θα χρησιμοποιήσει το υπουργείο Οικονομικών για να ενισχύσει τα έσοδα του ΦΠΑ κατά τουλάχιστον 640 εκατ. ευρώ μέσα στο 2020. Μισθωτοί, συνταξιούχοι, αγρότες κ.λπ. θα πρέπει από το νέο έτος να κάνουν συναλλαγές με πλαστικό ή ηλεκτρονικό χρήμα (πιστωτικές κάρτες, χρεωστικές κάρτες, e-banking κ.λπ.) που να αντιστοιχούν στο 30% του ετήσιου εισοδήματος. Για εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενους αυτό συνιστά ακόμη και τριπλασιασμό των απαιτούμενων ηλεκτρονικών πληρωμών (δεδομένου ότι οι συντελεστές σήμερα κυμαίνονται από 10% έως και 20%).
Ακόμη και αυτή η αύξηση του συντελεστή δεν είναι σίγουρο ότι θα αποδειχτεί αρκετή για να εξασφαλίσει το συγκεκριμένο ποσό των 640 εκατ. ευρώ. Έτσι, στην τελική μορφή της διάταξης αναμένεται να γίνουν κι άλλες παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, εξετάζεται το ενδεχόμενο να υποχρεωθούν τόσο οι αυτοαπασχολούμενοι όσο και οι εισοδηματίες να προχωρούν στη διενέργεια ηλεκτρονικών πληρωμών, κάτι που δεν ισχύει σήμερα δεδομένου ότι η διάταξη αφορά μόνο όσους έχουν δικαίωμα στο αφορολόγητο ( η διάταξη για την υποχρεωτική πραγματοποίηση ηλεκτρονικών πληρωμών έχει ενσωματωθεί στο άρθρο του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που αφορά μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες). Αν γίνει η «αποσύνδεση», τότε η πραγματοποίηση των ηλεκτρονικών πληρωμών θα αφορά το σύνολο των φορολογουμένων ανεξαρτήτως πηγής εισοδήματος.
Όσοι δεν συγκεντρώνουν τον απαιτούμενο αριθμό ηλεκτρονικών πληρωμών (δηλαδή δεν συγκεντρώνουν το 30% του εισοδήματός τους) θα επιβαρύνονται με πρόστιμο το οποίο θα υπολογίζεται με συντελεστή 22% επί της αξίας των αποδείξεων που θα λείπουν. Έτσι, αν σε φορολογούμενο ζητούνται 6.000 ευρώ ηλεκτρονικές πληρωμές επειδή το εισόδημά του θα είναι 20.000 ευρώ και προσκομίσει τελικώς αποδείξεις από ηλεκτρονικές πληρωμές συνολικού ύψους 5.000 ευρώ, τότε επί της διαφοράς των 1.000 ευρώ θα πληρώνει πρόστιμο 220 ευρώ.
Ο κατάλογος με το είδος των συναλλαγών που θα γίνονται δεκτές δεν αναμένεται να αλλάξει, ενώ αναμένεται να διατηρηθεί και η απαλλαγή των φορολογουμένων ηλικίας άνω των 70 ετών από την υποχρέωση πραγματοποίησης ηλεκτρονικών συναλλαγών.