Η πραγματική οικονομία και η εγχώρια αγορά μετοχών
Προβληματισμό εκφράζουν οι αναλυτές για την ασύμμετρη συμπεριφορά του ελληνικού χρηματιστηρίου
Μια άνοδος, που οι εγχώριοι αναλυτές και επενδυτές θα ήθελαν να έχει κίνητρο την εικόνα της πραγματικής οικονομίας, στηρίχθηκε στις τράπεζες. Αλλά είχε βάση στη στατιστική προϊστορία και αντιμετωπίστηκε ποικιλοτρόπως.
Η Beta Sec σημείωσε χθες: «Το Χ.Α. κινήθηκε υψηλότερα μετά τη σημαντική υποχώρηση στις τελευταίες συνεδριάσεις, με τις τράπεζες να συνεχίζουν να καθορίζουν την τάση».
Η Ελληνοαμερικανική ΑΧΕΠΕΥ, μεταξύ άλλων, παρατηρούσε: «Τεχνικά βρεθήκαμε σε οριακό σημείο και ο Γ.Δ. έπρεπε σε αυτά τα σημεία να βγάλει αντίδραση. Στηρίξεις οι 853-839 μονάδες και αντίσταση οι 883. Το κλίμα στο εξωτερικό διατηρείται θετικό, με την αγορά στις ΗΠΑ
εντός υπεραγορασμένων τεχνικών δεικτών».
Μια εκλαϊκευμένη προσέγγιση της σχέσης που έχει η πραγματική οικονομία και η κίνηση του βασικού χρηματιστηριακού δείκτη θέλει να μοιάζουν οι πορείες τους μέσα στον χρόνο όπως η πορεία ενός ανθρώπου σε ένα πάρκο με τον σκύλο του. Ο άνθρωπος έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση, γνωρίζοντας από ποια είσοδο θα μπει και από ποια θα φύγει από το πάρκο. Ο σκύλος του, όμως, μπορεί να κινείται (όσο του επιτρέπει το λουρί του) μπροστά, πίσω και πλάγια, καθώς επίσης να σταματά όποτε κάτι τον απασχολεί προσωρινά. Τελικά, όμως, αμφότεροι θα ακολουθήσουν τη θέληση του ανθρώπου που αντιπροσωπεύει την πραγματική οικονομία, με την κίνη
ση του σκύλου να παρομοιάζει με αυτήν των χρηματιστηριακών δεικτών. Δεν είναι τέλεια, αλλά είναι μια εισαγωγή στην προβληματική που ξεδιπλώνει με το δεύτερο για τον μήνα σχόλιό του ο κ. Δημήτρης Τζάνας, διευθυντής Επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, με τίτλο «Ημέρες ραστώνης για το ελληνικό χρηματιστήριο».
Σύμφωνα με τον κ. Τζάνα, «η επίσκεψη του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ στην Αθήνα αφήνει διακριτά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία, καθώς περιλαμβάνει -όπως ανακοινώθηκε- 16 διαφορετικές συμφωνίες. Είναι φανερό ότι ο ρόλος της Ελλάδας είναι κομβικής σημασίας στη στρατηγική One belt - One road της Κίνας. Επιπλέον, η S&P αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες στέλνοντας ηχηρό μήνυμα για τις προθέσεις της στην επόμενη έκθεση για τη βαθμολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας, ενώ και η J.P. Morgan έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης για τα τραπεζικά ομόλογα, τα υφιστάμενα και όσα θα εκδοθούν. Μόνο η UBS διαφοροποιείται με τη δική της αρνητική έκθεση για τους ελληνικούς τίτλους».
Όπως επισημαίνει ο διευθυντής Επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, «τα παραπάνω όφειλαν να κινητοποιήσουν τα αντανακλαστικά των αγοραστών στο ελληνικό χρηματιστήριο. Όμως, ούτε στον ΟΛΠ ούτε στον ΑΔΜΗΕ ούτε στις τραπεζικές μετοχές ούτε σε άλλες μετοχές εκδηλώθηκε αγοραστικό ενδιαφέρον. Αντιθέτως, στο ελληνικό χρηματιστήριο οι συναλλαγές είναι αποκαρδιωτικά χαμηλές, θυμίζοντας αυγουστιάτικες ημέρες ραστώνης και οι όποιες προσδοκίες για κίνηση του Γ.Δ. προς τις 900 μονάδες παραχωρούν τη θέση σε όσους αναλύουν τα τεχνικά δεδομένα που δεν αποκλείουν και τη διάσπαση του οχυρού του 850 μονάδων σαν αποτέλεσμα ενός selloff, αν συντρέξουν κάποιοι αρνητικοί καταλύτες».
Και ο κ. Τζάνας καταλήγει: «Παραμένει ασφαλώς το ερώτημα για τους λόγους που εξηγούν την ασύμμετρη συμπεριφορά του ελληνικού χρηματιστηρίου, με δεδομένο ότι οι διεθνείς αγορές συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά. Είτε, λοιπόν, υπάρχει χρονοκαθυστέρηση στην ανταπόκριση του ελληνικού χρηματιστηρίου σε δεδομένα που απαιτούν τον χρόνο τους για να ξετυλιχθούν και να ωριμάσουν είτε συντρέχουν λόγοι που αναστέλλουν ακόμη τη διάθεση των επενδυτών, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για ελληνικές μετοχές. Λόγοι που σχετίζονται με τα γεωπολιτικά δεδομένα της περιοχής μας, την όξυνση του μεταναστευτικού προβλήματος ή άλλα εσωτερικά ζητήματα. Ασφαλώς, όμως, κεντρικής σημασίας παραμένουν οι χρόνιες παθογένειες του ελληνικού χρηματιστηρίου, εξαιτίας των οποίων συνεχίζεται η συρρίκνωση του ειδικού του βάρος σε όλους τους διεθνείς δείκτες (FTSE, MSCI), αποθαρρύνοντας τους διαχειριστές να ασχοληθούν με ελληνικούς τίτλους. Την ίδια ώρα, ολοένα και αυξάνουν τη συμμετοχή σε ασιατικούς τίτλους, με τους κινεζικούς να έχουν την πρωτοκαθεδρία».