Όλο και μικρότερο το καλάθι των επενδυτικών προσδοκιών
Η μελέτη των αλλαγών στους δείκτες MSCI δίνει μηνύματα για τη συνολική παγκόσμια θέση της αγοράς
Όταν οι πρόσφατες εξελίξεις εξετάζονται διεξοδικά, τα συμπεράσματα στα οποία οδηγούνται οι εγχώριοι παράγοντες είναι σημαντικά και αφορούν λεπτομέρειες που μπορεί να μην είναι στην ημερήσια διάταξη αλλά θα παίζουν ρόλο περισσότερο από μια δυο συνεδριάσεις. Η μελέτη των αλλαγών στους δείκτες MSCI δεν δίνει μηνύματα μόνο για τις μετοχές που μετακινήθηκαν, αλλά για τη θέση της αγοράς συνολικά στην παγκόσμια επενδυτική βιομηχανία. Όπως και οι παρατηρήσεις για τις αλλαγές στη στρατηγική θεσμικών επενδυτών που γίνονται κάτω από το βάρος της ύφεσης από την πανδημία.
Η Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ εκτιμά: «Η αναδιάρθρωση των δεικτών MSCI, σε σχέση με τον αριθμό ελληνικών τίτλων που συμμετέχουν και τη μείωση των συντελεστών στάθμισης, ιδιαίτερα εκείνου που αφορά τη γεωγραφική περιοχή από 1,53%, σε 1,02%, προκαλεί εύλογο προβληματισμό, καθώς πιθα
νολογούνται νέες αποεπενδύσεις από επενδυτές εξωτερικού, πέραν εκείνων που θα συντελεστούν λόγω του rebalancing στο τέλος του μήνα. Η έλλειψη θετικών καταλυτών στην παρούσα φάση, σε συνδυασμό με την καθοδική πορεία των διεθνών αγορών, προδιαγράφει την κίνηση του Γ.Δ. και στο Χ.Α., με την παραβίαση του ορίου των 580 μονάδων να είναι το πιθανότερο ενδεχόμενο».
Ο Λουκάς Παπαϊωάννου της Fast Finance ΑΕΠΕΥ σχολίασε αναλυτικά: «Η εικόνα της αγοράς συνεχίζει να παραμένει αδύναμη και εύθραυστη. Η αφαίρεση από τον δείκτη MSCI των τριών τραπεζικών μετοχών αλλά και της TITC, με εφαρμογή μέχρι τέλος μήνα, αλλά και η μείωση της βαρύτητας του ελληνικού χρηματιστήριου, μόνο ως αρνητικό στοιχείο μπορεί να εκληφθεί.
Σε συνδυασμό και με την ειλημμένη απόφαση του Κρατικού Νορβηγικού Ταμείου Γενεών να προχωρήσει σε ρευστοποιήσεις
τίτλων, προς ενίσχυση της νορβηγικής οικονομίας, μας προετοιμάζει για μια δύσκολη χρηματιστηριακή συνέχεια, με δεδομένες τις σημαντικές θέσεις που κατέχει σε πλήθος ελληνικών εισηγμένων εταιρειών.
Επιπλέον η τεχνική εικόνα των βασικών δεικτών του Χ.Α., αλλά και των τραπεζικών μετοχών, αυξάνουν τις πιθανότητες για συνέχιση της πτωτικής κίνησης, ακόμα κι αν προσπαθήσουν με ψευδo-αντιδράσεις χαμηλού κόστους, να πείσουν για το αντίθετο.
Στα μακροοικονομικά, τα ανακοινωθέντα στοιχεία Μαρτίου, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, δείχνουν ότι τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα, πριν αρχίζουν να καλυτερεύουν. Τα ίδια ισχύουν και για την αμερικανική οικονομία, που καταγράφει πρωτόγνωρα αρνητικά μακροοικονομικά δεδομένα δεκαετιών, με προεξάρχουσα την ανεργία.
Οι κεντρικές τράπεζες κάνουν
ό,τι μπορούν σε παροχή ρευστότητας, προειδοποιώντας για τα χειρότερα, με πιο πρόσφατο δείγμα τη χθεσινή απαισιόδοξη εμφάνιση του Αμερικανού κεντρικού τραπεζίτη. Η ασυνεννοησία, οι καθυστερήσεις και τα πισωγυρίσματα της πολιτικής ηγεσίας της Ε.Ε. καλά κρατούν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, με κύριους υπαίτιους τους Γερμανούς και τους «συν αυτώ» συνήθεις ύποπτους.
Η ελληνική οικονομία, παρά το ισχυρό πλήγμα, προσπαθεί με γρήγορο ρυθμό να ανατάξει όσες περισσότερες λειτουργίες της μπορεί, με σημαντικότερη τη στόχευση στον τουρισμό και τους παρεμφερείς κλάδους (μεταφορές - εστίαση). Όμως, προς το παρόν είναι πολύ νωρίς να αποτιμηθεί η ταχύτητα & συνεπώς και ο βαθμός επιτυχίας του εγχειρήματος. Το πλήθος και η δυσκολία των πρωτοκόλλων λειτουργίας, αλλά και η έλλειψη ενός συγκροτημένου πανευρωπαϊκού σχεδίου, δεν μας καθησυχάζει για τον βαθμό επι
τυχίας .Παρά ταύτα, οι ενέργειες της ΕΚΤ κρατούν την ελληνική ομολογιακή αγορά σε κατάσταση ηρεμίας και σε σχέση με μια βδομάδα το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου κινείται ελαφρώς πτωτικά πέριξ του 2,10%. Τα εταιρικά ομόλογα συνεχίζουν να πιέζονται, εμφανίζοντας τιμές χαμηλότερες του 100, αποτυπώνοντας την ανησυχία που επικρατεί στην αγορά εταιρικού χρέους. Η νέα περίπτωση προβληματικού ισολογισμού (ΜΛΣ), που για τους θιασώτες της θεμελιώδους ανάλυσης υποψιάζονταν την προβληματική εικόνα της πάνω από ένα έτος, αποτελεί «καρφί» στη νέα αγορά των εταιρικών ομολόγων, αλλά και στην αξιοπιστία της χρηματιστηριακής αγοράς. Συμπερασματικά, παρά τη διαδικασία επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας, δεν αλλάζουμε τη μεσοπρόθεσμη αρνητική εκτίμησή μας. Τα προβλήματα παραμένουν και θα ενταθούν το επόμενο διάστημα, αν η ρευστότητα δεν οδηγηθεί τάχιστα στις
επιχειρήσεις και τα πρωτόκολλα επανέναρξης είναι δύσκολα και κοστοβόρα. Όμως, σε κάθε κρίση σημαντικές ευκαιρίες δημιουργούνται και ως τέτοιες αντιλαμβανόμαστε μετοχές που στα αποτελέσματά τους το 2019, αλλά και το α’ τρίμηνο του 2020 παρουσιάζουν υψηλή ρευστότητα, καλά θεμελιώδη στοιχεία & υψηλές μερισματικές αποδόσεις. Με δεδομένη τη δυσκολία, πλήρους & άμεσης επανεκκίνησης της οικονομίας (κυρίως του τουριστικού τομέα), την αδυναμία ανίχνευσης της επίδρασης της πανδημίας στον κύκλο εργασιών των εταιρειών, την ταχύτητα επανόδου τους στην κανονικότητα, αλλά & τις πιθανότητες αύξησης των κρουσμάτων του Covid-19, από τη χαλάρωση των μέτρων, συνεχίζουμε να διατηρούμε επιφυλακτική στάση για το άμεσο μέλλον και οπωσδήποτε μέχρι το τέλος του μήνα, οπότε και ολοκληρώνονται οι εκροές των μετοχών που εξήλθαν από τους δείκτες MSCI».