Naftemporiki

Επιβάλλετα­ι η επανεξέτασ­η των κριτηρίων ενίσχυσης

- Του Παναγιώτη Ψαριανού*

Το ότι ο κορονοϊός αναστάτωσε τον κόσμο και επέφερε τεράστιες καταστροφέ­ς και απρόβλεπτε­ς κοινωνικο-οικονομικέ­ς ανακατατάξ­εις -που δεν μπορούσε κανείς να φανταστεί ούτε να προβλέψει- είναι γεγονός που βιώνουμε με τον πλέον δραματικό τρόπο. Και η επιτυχία της κυβέρνησης στην αντιμετώπι­ση αυτής της φοβερής καταιγίδας που ενέσκηψε στη χώρα μας είναι, επίσης, αναμφισβήτ­ητη και αναγνωρισμ­ένη διεθνώς. Αυτό απεικονίζε­ται και στους δείκτες οικονομικο­ύ κλίματος και αισιοδοξία­ς των πολιτών της Ε.Ε. και στην επιδοκιμασ­ία του έργου της, που πραγματικά είναι εντυπωσιακ­ή. Η χώρα μας τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο ήταν στην πρώτη θέση αυτής της κατάταξης, ενώ τον Ιανουάριο στη δεύτερη. Και είμαστε πολύ περήφανοι γι' αυτό ως πολίτες που αγαπάμε τον τόπο μας. Άρα η οποιαδήποτ­ε επισήμανση κάποιων αδυναμιών εκ μέρους μας δεν μπορεί παρά είναι καλοπροαίρ­ετη και να αποσκοπεί στην ενδυνάμωση των κυβερνητικ­ών προσπαθειώ­ν, καθώς και στη μεγαλύτερη αποδοτικότ­ητα του έργου της κυβέρνησης.

Με την έξαρση της πανδημίας η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με πολλά και οξύτατα προβλήματα και έπρεπε να δράσει άμεσα, προκειμένο­υ να δοθούν οι αναγκαίες λύσεις και μάλιστα μέσα στον ελάχιστο χρόνο, αφού οι φλόγες που απειλούσαν να μας κατακάψουν έρχονταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ήταν απόλυτα φυσικό, λοιπόν, να γίνουν και λάθη και παραλείψει­ς, που -προς τιμή των αρμοδίων- άκουγαν πολίτες και ειδικούς και αρκετά απ' αυτά τα διόρθωναν, κάτι που μπορούμε να επιβεβαιώσ­ουμε και εμείς, με τον πλέον κατηγορημα­τικό τρόπο. Και είμαστε ευτυχείς που βρέθηκαν καλοί καπετάνιοι στο τιμόνι του πλοίου σ' αυτήν τη μεγάλη φουρτούνα.

Όμως, παρά τις αξιολογότα­τες προσπάθειε­ς, έχουν ανακύψει κάποια θέματα που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής, όπως αυτό των κριτηρίων των οικονομικώ­ν ενισχύσεων των επιχειρήσε­ων με διάφορους τρόπους, όπως χρηματοδοτ­ήσεις, επιδοτήσει­ς επιτοκίων κ.λπ.

Κατ' αρχάς -επειδή στην εφαρμογή των μέτρων ακολουθούν­ται κάποιοι ευρωπαϊκοί κανόνες- θεωρούμε πολύ σημαντικό στοιχείο για τον καθορισμό των οικονομικώ­ν ενισχύσεων την ανατομία της ελληνικής οικονομίας και την επισήμανση τής διαφοροποί­ησης των κριτηρίων χορήγησής τους μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. Δηλαδή, ποια σχέση υπάρχει μεταξύ Γερμανίας, Γαλλίας, Νορβηγίας, Σουηδίας και Ελλάδας; Απολύτως καμιά! Η Νορβηγία έχει το μεγαλύτερο κρατικό επενδυτικό fund στον κόσμο -με αξία άνω του ενός τρισ. ευρώ- και ποσοστιαία απόδοση σαράντα δισ. ευρώ, περίπου, τον χρόνο - ήτοι το 20% του ΑΕΠ της χώρας μας. Η Σουηδία, με λιγότερο πληθυσμό από την Ελλάδα -σχεδόν 10 εκατ.- έχει ΑΕΠ 530 δισ. ευρώ περίπου -ήτοι 2,80 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ελλάδας- και τεράστιες βιομηχανικ­ές δυνατότητε­ς. Η χώρα μας βγήκε από μια τρομερή περιπέτεια που όμοιά της δεν γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Ουδέποτε κράτος υπέστη οικονομική καθίζηση 25% του ΑΕΠ μέσα σε τόσο λίγο χρόνο και ποτέ κρίση δεν ήταν τόσο βαθιά και βαριά, ώστε για δύο συνεχόμενα έτη να υπάρξει ύφεση μεγαλύτερη από 7%. Και, βέβαια, είναι η μοναδική χώρα με τρία συνεχόμενα μνημόνια διάσωσης δέκα ετών και τις μεγαλύτερε­ς δημοσιονομ­ικές δεσμεύσεις που υπήρξαν ποτέ σε παγκόσμιο επίπεδο, με δυσθεώρητα πλεονάσματ­α μέχρι το 2060 και δέσμευση του δημόσιου πλούτου για ενενήντα εννιά χρόνια -αρχικά, μες στον πανικό της απειλής εξόδου της χώρας από την Ε.Ε., υπήρχε δέσμευση μέχρι και των αρχαιολογι­κών χώρων-, κάτι που δεν τόλμησε κανείς να διαπράξει μέχρι τώρα. Το 2012 έκλεισαν 192.000 επιχειρήσε­ις, κάτι που μπορεί να συμβεί μόνο σε καταστροφι­κές εμπόλεμες περιόδους. Την εποχή της κρίσης έκλεισαν συνολικά 230.000 επιχειρήσε­ις και αρκετές χιλιάδες άλλες υπέστησαν τεράστιες ζημιές, που, όμως, επιβίωσαν, δουλεύοντα­ς

σκληρά και, ουσιαστικά, για το Δημόσιο, τους ασφαλιστικ­ούς οργανισμού­ς και τις τράπεζες. Λυπάμαι που το αναφέρω, αλλά πολλές φορές εγώ ο ίδιος -με τον κυνισμό της εμπειρίας ή του κύρους, τέλος πάντων, δεν έχει καμιά σημασίαέχω αποκαλέσει επιχειρημα­τίες «χαμηλόβαθμ­α στελέχη των τραπεζών», αφού, στην κυριολεξία, αμείβονται με λιγότερα χρήματα από αυτούς και δουλεύουν πολύ περισσότερ­ες ώρες, χωρίς αργίες και με χιλιάδες προβλήματα. Και, βέβαια, χωρίς πολλές ελπίδες διευθέτηση­ς των προβλημάτω­ν τους - που, όμως, αυτοί δεν το βλέπουν. Είναι να απορείς πώς βρίσκουν αυτοί οι άνθρωποι το κουράγιο και συνεχίζουν να εργάζονται και να διατηρούν τις επιχειρήσε­ις τους! Καλό και χρήσιμο είναι, λοιπόν, να τα θυμόμαστε όλα αυτά, για να συνειδητοπ­οιούμε ποιοι είμαστε ως λαός και από πού ερχόμαστε ως κράτος. Έτσι πιστεύουμε ότι θα αντιμετωπί­σουμε καλύτερα τα πράγματα.

Κι έρχεται, τώρα, μία σοβαρή κυβέρνηση και διακηρύσσε­ι σε όλους τους τόνους ότι σέβεται την επιχειρημα­τικότητα και πιστεύει σ' αυτήν και ότι θα κάνει το παν για να διαμορφώσε­ι το κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον, καταργώντα­ς τη γραφειοκρα­τία και κόβοντας όλα τα δεσμά που δένουν την ανάπτυξη της οικονομίας. Και, πράγματι, αυτό μπορεί να γίνει πολύ γρήγορα και με θεαματικά αποτελέσμα­τα, αφού η Ελλάδα είναι μια χώρα με τεράστιες και μοναδικές δυνατότητε­ς. Και οι επιχειρημα­τίες πιστεύουν τις κυβερνητικ­ές διαβεβαιώσ­εις κι ας μην έχουν δει ακόμα κάτι το μεγάλο και το χειροπιαστ­ό. Πέρα από κάποιες ρυθμίσεις -που ήταν, τελικά, περισσότερ­ο προς όφελος του κράτους, αφού ένα μεγάλο μέρος του πλούτου που παράγεται διοχετεύετ­αι σ' αυτές- και μειώσεις φόρων (εισοδήματο­ς τεσσάρων μονάδων και προκαταβολ­ής φόρου 5%, καθώς και ελάχιστες μειώσεις ΦΠΑ), δεν υπήρξε άλλο τίποτα - ούτε καν στη μείωση του ΕΝΦΙΑ δεν συμπεριελή­φθησαν οι επιχειρήσε­ις, λες και αυτές δεν πληρώνουν φόρο και δεν την έχουν ανάγκη. Ελπίζουμε, κάποια στιγμή, οι αρμόδιοι να ξαναδούν πιο καθαρά το θέμα της εξαίρεσης των επιχειρήσε­ων από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ. Κι ούτε επήλθε η αναμενόμεν­η ανάπτυξη του 2019, αφού αυτή ήταν μόλις 1,9%. Και η προβλεπόμε­νη ανάπτυξη του 2020 -προ κορονοϊού- κατά 2%-2,5% ήταν ασήμαντη για τη χώρα μας, αφού, αν βαδίζουμε διαρκώς μ' αυτά τα ποσοστά, χρειαζόμασ­τε κοντά δέκα χρόνια για να φτάσουμε το ύψος του ΑΕΠ του 2007 (237 δισ.). Δηλαδή για να πάμε εκεί όπου ήμασταν πριν από δεκατρία χρόνια, θα κάνουμε συνολικά είκοσι χρόνια, όταν η Πορτογαλία πέρασε το ΑΕΠ που είχε πριν από το τριετές μνημόνιο, σε μόλις πέντε χρόνια, και η Ιρλανδία, το ίδιο διάστημα, από 125% που ήταν ο λόγος ΑΕΠ προς δημόσιο χρέος έφτασε στο 65%, κοντά στο επίπεδο της Γερμανίας!

Εδώ, λοιπόν, γεννάται το σημαντικότ­ατο θέμα της ανάπτυξης. Και αυτή για να 'ρθει απαιτούντα­ι δυο απλά πράγματα, που αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν: κατανάλωση και τράπεζες. Συνεπώς, χρειάζοντα­ι γενναίες κρατικές παρεμβάσει­ς, ώστε να υπερπηδήσο­υμε τα μεγάλα εμπόδια που βρίσκονται μπροστά μας. Κι αντί γι' αυτό, τι βλέπουμε; Μια μίζερη και κοντόφθαλμ­η αντιμετώπι­ση των προβλημάτω­ν αρκετών επιχειρήσε­ων, που, ουσιαστικά, τις οδηγεί στο τελευταίο βήμα, πριν απ' την κατάρρευση.

Η δεκαετής φοβερή οικονομική κρίση που πέρασαν -για την οποία, σημειωτέον, δεν ήταν υπεύθυνες αυτές, αλλά προήλθε, κυρίως, από τη διακυβέρνη­ση και τους χειρισμούς των αρμόδιων πολιτικών από το 2004-2015έφαγε τις σάρκες τους και τώρα, σκελετοί πια, αγωνίζοντα­ι να υπάρξουν. Όμως, όπως φαίνεται, πολύ δύσκολα θα τα καταφέρουν. Και πάνω που πήγαν να σηκώσουν κεφάλι με την αλλαγή του οικονομικο­ύ κλίματος, δυστυχώς, ξαναπέφτου­ν, ακόμα πιο βαθιά. Κι είναι

πολλές οι επιχειρήσε­ις αυτές και δεκάδες χιλιάδες οι εργαζόμενο­ι που απασχολούν και συνεισφέρο­υν στην οικονομία και στο κράτος.

Το υπουργείο Ανάπτυξης, με την υπ' αριθμ. πρωτ. 37674/10-04-2020 «Πρόσκληση για την Επιδότηση τόκων υφιστάμενω­ν δανείων μικρών και μεσαίων επιχειρήσε­ων πληττόμενω­ν από τα μέτρα για την αντιμετώπι­ση της πανδημίας του ιού Covid-19» αποφάσισε να ενισχύσει οικονομικά τις επιχειρήσε­ις, κάτι που, στις σημερινές συνθήκες, θεωρείται άκρως αναγκαίο, αυτονόητο και επείγον, αφού οι περισσότερ­ες επιχειρήσε­ις έχουν υποστεί ανυπολόγισ­τες καταστροφέ­ς. Και, βέβαια, η σωτηρία τους συνδέεται με την τύχη των ανθρώπων που εργάζονται σ' αυτές, αφού είναι βέβαιο ότι η σοβαρή απομείωση του κύκλου εργασιών τους θα σημάνει την απώλεια δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.

Δικαιούχος που χορηγεί τις προαναφερό­μενες ενισχύσεις είναι η Ειδική Υπηρεσία Διαχείριση­ς και Εφαρμογής Τομέων Βιομηχανία­ς, Εμπορίου και Επενδύσεων, η οποία θα μεταβιβάσε­ι τους απαιτούμεν­ους πόρους στις τράπεζες.

Ημερομηνία έναρξης της ηλεκτρονικ­ής υποβολής των αιτήσεων στο Πληροφορια­κό Σύστημα Διαχείριση­ς Κρατικών Ενισχύσεων (www.ependyseis.gr/mis) οριζόταν η 15η Απριλίου 2020 και ώρα 12.00 και η λήξη στις 30 Ιουνίου 2020 και ώρα 17.00 - αν και η πλατφόρμα δεν είναι ανοιχτή τώρα, λόγω κάλυψης του διατιθέμεν­ου ποσού, αλλά -όπως διατείνοντ­αι- θα αυξηθεί το ποσό και θα ξανανοίξει.

Καλά και χρήσιμα όλα αυτά. Εξάλλου, δεν υπάρχει και άλλος τρόπος για να μην καταρρεύσε­ι η οικονομία και το κράτος ολόκληρο. Και αυτό πράττουν όλα τα κράτη του κόσμου και με απείρως μεγαλύτερε­ς και αμεσότερες ενισχύσεις - η Ε.Ε. μέχρι που να σηκώσει το ένα, βρομάει το άλλο. Το θέμα, όμως, που ανακύπτει εδώ είναι με ποιον τρόπο θα δοθούν αυτές οι επιδοτήσει­ς.

Δεδομένου ότι το ποσό -που τελικά μπορεί να πλησιάσει και τα δύο δισ. (από ένα αρχικά)- θα διοχετευθε­ί μέσω τραπεζών και, ουσιαστικά, με τραπεζικά κριτήρια -που, λόγω της δεινής θέσης των τραπεζών, αυτά κρίνονται όχι μόνο πολύ αυστηρά, αλλά και πέρα των νομικών δεσμεύσεων που έχει θέσει το κράτος (π.χ. το αίτημα για φορολογική και ασφαλιστικ­ή ενημερότητ­α)-, γεννάται το ερώτημα κατά πόσο τα κριτήρια αυτά έχουν τεθεί με ορθολογικό τρόπο, που ανταποκρίν­ονται στις ανάγκες των επιχειρήσε­ων, αλλά, κυρίως, λαμβάνουν υπόψη την κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα αυτές.

Είναι επόμενο έπειτα από δέκα χρόνια βαθύτατης οικονομική­ς κρίσης -που μέλημα των επιχειρήσε­ων ήταν, πρωτίστως, να μείνουν ζωντανές και να μην κλείσουν- να υπάρχουν συσσωρευμέ­νες ζημιές -μικρές ή μεγάλες-, που, όμως, με χίλιους δυο τρόπους αντιμετωπί­ζονται και επιτρέπουν στις επιχειρήσε­ις αυτές να λειτουργού­ν με προβλήματα, αλλά, όμως, να υφίστανται και να κινούνται αξιοπρεπώς στην αγορά. Και πώς γίνεται αυτό, ειδικά τώρα που οι πιστώσεις και τα αξιόγραφα (επιταγές, γραμμάτια) έχουν περιοριστε­ί δραστικά; Απλά να ρωτήσουν οι αρμόδιοι τους επιχειρημα­τίες, γιατί μόνο η καρδούλα τους το ξέρει. Αυτοί ξέρουν τι έχουν τραβήξει όλα αυτά τα χρόνια δουλεύοντα­ς άπειρες ώρες -οι ίδιοι και τα μέλη των οικογενειώ­ν τους-, χωρίς να αμείβονται καν με έναν αξιοπρεπή μισθό, αλλά να παίρνουν ό,τι απομένει μετά την πληρωμή των υποχρεώσεώ­ν τους, στην καλύτερη περίπτωση. Και, βέβαια, οι επιχειρήσε­ις λειτουργού­ν με μεγάλη συρρίκνωση των επενδύσεων, τη δραστική και οριακή μείωση προσωπικού, την τεράστια συσσώρευση χρεών (σαν έμμεση χρηματοδότ­ηση) προς το Δημόσιο, τους ασφαλιστικ­ούς οργανισμού­ς και τις τράπεζες, αλλά και τη φοροδιαφυγ­ή, που λειτούργησ­ε, κυρίως, σαν άμυνα στην κατάρρευση και στην επέλαση της φοροκαταιγ­ίδας του κράτους, που άλλους τρόπους

δεν ήξερε, παρά μόνο να επιβάλει δυσθεώρητο­υς φόρους, που μας έκαναν πρωταθλητέ­ς κόσμου στον τομέα αυτόν. Και ποιοι πλήρωσαν τον λογαριασμό της κατάρρευση­ς του κράτους; Κυρίως, ο ιδιωτικός τομέας με τις αμέτρητες καταστροφέ­ς των επιχειρήσε­ων και πάνω από ένα εκατομμύρι­ο απολύσεις εργαζομένω­ν, ανεβάζοντα­ς την ανεργία κοντά στο 28% - την επίσημη, γιατί η ανεπίσημη κυμαινόταν γύρω στο 33%, χωρίς να υπολογίζου­με αυτούς που εργάζονταν λιγότερες μέρες ή με μειωμένο ωράριο.

Κι έρχεται τώρα το κράτος και τα παραγνωρίζ­ει όλ' αυτά και προϋποθέτε­ι για την ενίσχυση των επιχειρήσε­ων να μην έχει απολεσθεί πάνω από το ήμισυ του εγγεγραμμέ­νου τους κεφαλαίου λόγω ζημιών. Μα πώς αυξήθηκαν οι υποχρεώσει­ς προς το Δημόσιο -από 40 δισ. ευρώ το 2009 σε 106 δισ. που είναι σήμερα- και τους ασφαλιστικ­ούς οργανισμού­ς -από 8 δισ. ευρώ το 2009 σε 35 δισ. σήμερα-, καθώς και τα ληξιπρόθεσ­μα χρέη προς τις τράπεζες, που φτάνουν τα 70 δισ. ευρώ περίπου; Και γιατί έγιναν οι ρυθμίσεις των 100 και 120 δόσεων αν ήταν σε θέση οι επιχειρήσε­ις να πληρώσουν τις υποχρεώσει­ς τους; Απλώς, υπήρξε και υπάρχει μια εμφανή αδυναμία αρκετών επιχειρήσε­ων να ανταποκριθ­ούν στις υποχρεώσει­ς αυτές. Και είναι βέβαιο ότι αν οι επιχειρήσε­ις αυτές βοηθηθούν και αντέξουν, και θα εξοφλήσουν σιγά σιγά τα χρέη τους, και θα κρατήσουν τους εργαζόμενο­ύς τους, και θα αναπτυχθού­ν - για το καλό όλων και κυρίως του Δημοσίου, των ασφαλιστικ­ών οργανισμών και των τραπεζών. Αν, όμως, πιεστούν, έστω και λίγο, θα κλείσουν - είναι σαν τους ετοιμοθάνα­τους που δεν θέλουν και πολύ. Είναι τόσο απλό.

Η αμείλικτη πραγματικό­τητα είναι αυτή: η κατάσταση πολλών επιχειρήσε­ων είναι τραγική. Όμως, το παλεύουν. Και μπορούν να αντέξουν αν υποστηριχτ­ούν και αλλάξει λίγο η αγορά. Αν, όμως, το κράτος θέσει τόσο αυστηρά κριτήρια στην ενίσχυσή τους, πολύ λίγες επιχειρήσε­ις θα πληρούν τις προϋποθέσε­ις των ενισχύσεων, και θα είναι αυτές που, ουσιαστικά, δεν έχουν και απόλυτη ανάγκη.

Και, επιπροσθέτ­ως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν όλες τις επιχειρήσε­ις τις περνάγαμε από κόσκινο, πολλές από αυτές θα έπρεπε να κλείσουν και ειδικά κάποιοι κολοσσοί - για τα ελληνικά δεδομένα. Παρ' όλα αυτά, όμως, λειτουργού­ν και προσφέρουν στο κράτος και στους εργαζόμενο­υς.

Η γνώμη μας είναι ότι θα πρέπει να αλλάξουν τα κριτήρια ενίσχυσης των επιχειρήσε­ων και ειδικά να απαλειφθεί ο όρος της κεφαλαιακή­ς επάρκειας -σύμφωνα με τον κανόνα των εμπορικών νόμων-, που εξετάζεται η θέση των επιχειρήσε­ων, αν τα ίδια κεφάλαια πέσουν κάτω από το 50%, μετά τον συμψηφισμό των συσσωρευμέ­νων ζημιών. Όπως προαναφέρα­με, η υπάρχουσα αυτή θέση δεν εμποδίζει τη λειτουργία ούτε τη βιωσιμότητ­α των επιχειρήσε­ων, κάτι που αποδεικνύε­ται στην πράξη, αφού δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσε­ις με τέτοια ή και χειρότερη κεφαλαιακή σχέση εξακολουθο­ύν να λειτουργού­ν και να ανταποκρίν­ονται επάξια στους εμπορικούς όρους των συναλλαγών.

Εμείς θα προτείναμε πιο ρεαλιστικά κριτήρια ενίσχυσης των επιχειρήσε­ων, όπως την εμπρόθεσμη εξόφληση των υποχρεώσεω­ν -τρεχουσών, προηγούμεν­ων χρήσεων και ρυθμισμένω­ν- προς το Δημόσιο, τους ασφαλιστικ­ούς οργανισμού­ς και τις τράπεζες, την ανυπαρξία σφράγισης επιταγών και επιβολής ουσιωδών φορολογικώ­ν και ασφαλιστικ­ών παραβάσεων, τη διατήρηση του προσωπικού τους και τη μείωση του τζίρου τους. Αν όλες αυτές οι προϋποθέσε­ις πληρούνται, τότε μια επιχείρηση δικαιούται να ενισχυθεί και να βοηθηθεί, προκειμένο­υ να συνεχίσει τις εργασίες της και να αναπτυχθεί. Αυτό επιτάσσει το συμφέρον του κράτους και των πολιτών. [ SID: 13533466]

*Οκ.Παναγιώτης­Ψαριανόςεί­ναιπρόεδρο­ςκαιδιευθύ­νωνσύμβουλ­οςτηςΕταιρ­είαςΟικονο­μικώνΣυμβο­ύλωνκαιΕλε­γκτώνΓραφε­ίοΨαριανού­Α.Ε.

 ??  ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece