Αυξομειώσεις παραγωγικότητας κατά περίπτωση
Πολλοί εργαζόμενοι αναφέρουν ότι με το νέο μοντέλο εργάζονται περισσότερο και τα ευρήματα της μελέτης της KPMG έρχονται να επιβεβαιώσουν σ’ έναν βαθμό αυτή την τάση. Η εξοικείωση με τα πληροφοριακά συστήματα έχει άμεση επιρροή στην παραγωγικότητα, η οποία μεταβάλλεται θετικά από 36% σε 42% για όσους δηλώνουν εξοικειωμένοι, ανεξαρτήτως αν εργάζονται σε ελληνικές ή πολυεθνικές εταιρείες. Επίσης, υπάρχει θετική συσχέτιση με την παραγωγικότητα για όσους δηλώνουν ότι έχουν προσαρμοστεί πλήρως στην εξ αποστάσεως εργασία (78% έχει επηρεαστεί θετικά). Ενδεικτικό είναι ότι το 40% των γυναικών εκτιμά ότι η εξ απο
στάσεως εργασία έχει επιδράσει θετικά στην παραγωγικότητά του, με το αντίστοιχο ποσοστό των αντρών να βρίσκεται στο 33%, ενώ παρατηρείται μια προοδευτική αύξηση της θετικής επίδρασης όσο μικραίνουν οι ηλικιακές ομάδες, από 26% για τους άνω των 60 ετών, έως 58% για τους κάτω των 30 ετών. Η μεγαλύτερη πρόκληση στην εξ αποστάσεως εργασία είναι η απουσία σαφών ορίων μεταξύ εργασίας και ελεύθερου χρόνου. Ως σημαντικότερη αιτία αναδείχτηκε η αύξηση του φόρτου εργασίας (58%), η οποία είναι πιο αισθητή για τους εργαζόμενους σε πολυεθνικές εταιρείες (60%) και για τα διοικητικά στελέχη (67%). Αντιθέτως, φαίνεται ότι στις ελληνικές εταιρείες η αύξηση του φόρτου εργασίας αποτελεί μεγαλύτερη δυσκολία για τους υπαλλήλους γραφείου.
Όσοι δηλώνουν ότι η εξ αποστάσεως εργασία έχει επηρεάσει αρνητικά την παραγωγικότητά τους αναδεικνύουν ως σημαντικότερη αιτία την έλλειψη συγκέντρωσης λόγω ύπαρξης παιδιών στο σπίτι (59%) και το
ποσοστό ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες διαφοροποιείται, με τους άνδρες να βρίσκονται στο 63% και τις γυναίκες στο 54%. Όπως και στον προηγούμενο κύκλο της έρευνας, κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, έτσι και στον τελευταίο κύκλο, μετά την άρση των μέτρων, η δεύτερη σημαντικότερη αιτία στην αρνητική παραγωγικότητα είναι οι σύνθετες εταιρικές διαδικασίες που επιλύονται πιο αργά μέσω διαδικτυακών συναντήσεων (48%), όπου οι άνδρες ( 53%) υπερισχύουν των γυναικών (41%). Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η ανησυχία των εργαζομένων για την εγχώρια οικονομία παρουσιάζει αύξηση, φτάνοντας το 83%, σε σχέση με τον
πρώτο κύκλο της έρευνας (76%), ενώ η ανησυχία σε σχέση με τη σωματική και ψυχολογική υγεία έχει μειωθεί στο 54% έναντι του 63% αντίστοιχα. Κι εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ανησυχία για μείωση των αποδοχών παραμένει σταθερά η μεγαλύτερη ανησυχία των εργαζομένων σε σχέση με την εργασία τους. Πάνω από τους μισούς εκφράζουν αυτή την άποψη (54%), με το ποσοστό να κυμαίνεται από 58% στις ελληνικές επιχειρήσεις μέχρι 46% στις πολυεθνικές. Η στασιμότητα στην επαγγελματική εξέλιξη είναι ένας παράγοντας που σημειώνει μεγάλη μεταβολή, ήτοι από 30% σε 40% από τον πρώτο στον δεύτερο κύκλο της έρευνας.