Μία στις τρεις μικρομεσαίες βλέπει λουκέτο
Αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους - Μόλις μία στις 10 δανειοδοτήθηκε από τράπεζες
Αποκαλυπτικά στοιχεία για τις δυνατότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις ασφαλιστικές υποχρεώσεις τους, να διατηρήσουν το προσωπικό τους, αλλά και να ενταχθούν στον νέο μηχανισμό στήριξης της απασχόλησης δείχνει η έκθεση του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.
Σύμφωνα με αυτή, το 1/3 των επιχειρήσεων δεν μπορεί να πληρώσει τις εισφορές του προς τα ταμεία, το 1/5 δηλώνει πως μπορεί να προβεί σε απολύσεις, ενώ ελάχιστες είναι οι επιχειρήσεις που σκοπεύουν να ενταχθούν στον μηχανισμό «Συν-Εργασία» (επιδότηση μισθών -εισφορών). Ειδικότερα, η δύσκολη θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις μετά τη σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων, αποτυπώνεται στην έρευνα, με την πλειονότητά τους να θεωρεί ανεπαρκή τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης και μία στις 3 (33,9%) να εκφράζει τον φόβο για διακοπή λειτουργίας το επόμενο διάστημα.
Αντιστροφή της ικανοποίησης Συγκεκριμένα, το 55,1% των επιχειρήσεων (σχεδόν οι 6 στις 10) δηλώνει λίγο ή καθόλου ικανοποιημένο με τα μέτρα στήριξης, έναντι του 39,9% που δηλώνει πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο. Χαρακτηριστικό είναι ότι υπάρχει μια αντιστροφή του βαθμού ικανοποίησης των επιχειρήσεων για τα μέτρα της κυβέρνησης σε σχέση με την έρευνα που είχε διεξαχθεί τον Απρίλιο του 2020, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους. Φαίνεται πως τα μέτρα και οι μέχρι σήμερα πολιτικές της κυβέρνησης που αποσκοπούν στην ανάσχεση των δυσμενέστερων των
επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης δεν είναι επαρκώς προσαρμοσμένα στον χαρακτήρα και το περιεχόμενο της κρίσης, αλλά ούτε και στα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που στη συντριπτική της πλειονότητα αποτελείται από μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Η ρευστότητα Νο1 πρόβλημα
Το πρόβλημα της ρευστότητας είναι το σημαντικότερο που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από την κυβέρνηση για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων φαίνεται πως δεν επαρκούν για να καλύψουν την πλειονότητα των επιχειρήσεων που παλεύουν για την επιβίωσή τους μέσα σε συνθήκες εξαιρετικά μειωμένης ζήτησης. Από τα μέτρα που ελήφθησαν και στόχευαν στην άμεση ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, η επιστρεπτέα προκαταβολή είναι εκείνο, βάσει των στοιχείων της έρευνας, που είχε μεγαλύτερη απήχηση.
Συγκεκριμένα, με βάση τα ευρήματα της έρευνας 2 στις 10 (20,1%) μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έκαναν χρήση της παροχής ρευστότητας μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής. Αντίθετα μόλις 1 στις 10 (9,6%) επιχειρήσεις έκανε χρήση των δανειοδοτήσεων που χορηγήθηκαν από τις τράπεζες με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Μάλιστα, από τα επιμέρους στοιχεία προκύπτει ότι το 40% των επιχειρήσεων που δανειοδοτήθηκαν μέσω τραπεζών εντάχθηκαν και στην επιστρεπτέα προκαταβολή. Συνεκτιμώντας -σύμφωνα με τις εξαμηνιαίες έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ- ότι διαχρονικά οι σχεδόν 9 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν αναζητούν τραπεζική χρηματοδότηση, ενώ από
τις λίγες επιχειρήσεις που απευθύνονται προς τις τράπεζες τελικά μόνο οι μισές χρηματοδοτούνται, φαίνεται πως το πρόβλημα ρευστότητας των επιχειρήσεων δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς.
Χωρίς τις τράπεζες
Σε κάθε περίπτωση η σημαντικά μεγαλύτερη απήχηση που καταγράφεται για την επιστρεπτέα προκαταβολή έναντι της μέσω τραπεζών χρηματοδότησης αποκαλύπτει την ανάγκη διεύρυνσης των μέτρων που θα χορηγούν ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις χωρίς τη μεσολάβηση των τραπεζών, τουλάχιστον για όσο διάστημα θα διαρκέσει η κρίση, όπου η αβεβαιότητα καθιστά τα τραπεζικά επιτόκια και την παροχή εγγυήσεων απαγορευτικές προϋποθέσεις για την πλειονότητα των επι
χειρήσεων. Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες, χωρίς να υπάρξουν επιπρόσθετα μέτρα τόσο για τη στήριξη των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων όσο και για την αναπλήρωση των εισοδημάτων ώστε να τονωθεί η ζήτηση, τότε κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε κατακρήμνιση της οικονομικής δραστηριότητας που θα προκύψει από το απότομο και μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων και την απώλεια χιλιάδων θέσεων απασχόλησης.
Στην περίπτωση αυτή, εκτός από τον κίνδυνο που διατρέχουμε για ύφεση βαθύτερη από εκείνη που μέχρι σήμερα εκτιμάται, δημιουργούνται και οι προϋποθέσεις για μια παρατεταμένη οικονομική κρίση, που θα δοκιμάσει την αντοχή και την ανοχή της ελληνικής κοινωνίας μετά την πολύ πρόσφατη και εξαιρετικά επώδυνη δεκαετή κρίση.
Ακάλυπτες υποχρεώσεις
Η προβληματική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αντανακλάται και στις εκτιμήσεις τους για την κάλυψη των μελλοντικών τους υποχρεώσεων.
Σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (37,2%) δήλωσαν ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στον κλάδο των υπηρεσιών (42,2%), στις μικρότερες με βάση τον τζίρο (45,4%) και στις επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό (47%).
Μία στις 3 επιχειρήσεις (33,4%) δήλωσε ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις. Τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στον κλάδο των υπηρεσιών (39,4%), στις μικρότερες με βάση τον τζίρο επιχειρήσεις (40,8%) και στις επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό (43,5%).