Αναζήτηση των προσδοκιών για τη βραχυπρόθεσμη τάση
Τι εκτιμούν οι εγχώριοι αναλυτές για την ελληνική αγορά εν όψει της νέας χρηματιστηριακής εβδομάδας
Στην τελευταία σύνοδο της εβδομάδας που πέρασε είχαμε μια πτωτική σύνοδο με χαμηλό τζίρο, που το κλείσιμο έγινε στο κατώτερο ημέρας, τις 641,95 μονάδες, με αναζήτησή του σταθερά μετά τις 11:00. Η συνεδρίαση περιλάμβανε πορεία της αγοράς σε θετικό πεδίο για το μεγαλύτερο διάστημα, αλλά και εμφάνιση απωλειών πολύ νωρίτερα από τα υπόλοιπα χρηματιστήρια στην Ευρώπη. Και αυτά, ωστόσο, τα επηρέασε το μέγεθος των πιέσεων στη Wall Street μετά την πρώτη ώρα συναλλαγών εκεί. Θεωρήσαμε χρήσιμη την αναζήτηση των θέσεων για τις κινήσεις των τιμών στις επόμενες συνεδριάσεις.
Η Leon Depolas Sec. σημείωσε: «Ο Γ.Δ. έχασε την πρώτη κρίσιμη περιοχή βραχυπρόθεσμης στήριξης των 650 μονά
δων, καταγράφοντας νέες απώλειες, σε αντίθεση με τους ευρωπαϊκούς μετοχικούς δείκτες. Ο όγκος συναλλαγών, ωστόσο, κινήθηκε χαμηλότερα των μέσων όρων των τελευταίων ημερών. Στις ΗΠΑ, μικτά είναι τα μακροοικονομικά στοιχεία που ανακοινώνονται, ενώ δεν εντοπίζουμε ουσιαστική διαφοροποίηση στη συνολική εικόνα». Σαν σε συνέχεια ακολουθούν οι εκτιμήσεις της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ: «Το αφήγημα των διεθνών αγορών συνεχίζει να αφίσταται από τη δύσκολη οικονομική πραγματικότητα, με τους δείκτες να παραμένουν σε ανοδική διάθεση. Στο ελληνικό χρηματιστήριο, η τρίτη συνεχόμενη πτωτική συνεδρίαση ίσως διαταράξει την επενδυτική ψυχολογία».
Ο Κώστας Φέγγος, της Prelium Investment Services, παρατήρησε ότι «το ελληνικό χρηματιστήριο παραμένει ένα ρηχό και τραπεζοκεντρικό χρηματιστήριο, που είναι “ασήμαντο” για την ελληνική οικονομία. Η κεφαλαιοποίησή του είναι κάτω από το 18% του ΑΕΠ της χώρας, με τον μέσο όρο της Ευρώπης να είναι στο 50% και τα ανεπτυγμένα χρηματιστήρια να φτάνουν το 100% (στην Αμερική το ξεπερνούν κατά πολύ). Με αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες χειρίζονται όλη τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, είτε αυτή αφορά δανεισμό είτε αφορά επιδοτήσεις είτε ακόμα και απευθείας επενδύσεις», ενώ για τη βραχυπρόθεσμη τάση σημείωσε: «Προσωρινά φαίνεται να υπάρχει ανυπέρβλητη αντίσταση στις 680 με 690 μονάδες, ενώ στηρίξεις έχουν δημιουργηθεί στις 636, 612 και το επίπεδο των 600 μονάδων. Θα είναι δύσκολο να οδηγηθούμε πάλι σε επίπε
δα κάτω από τις 580 μονάδες, εκτός εάν αλλάξουν προς το χειρότερο τα σημερινά δεδομένα. Αυτό δημιουργεί ένα ευρύ διάστημα διαπραγμάτευσης που προσφέρεται για trading, πάντα με τα απαραίτητα stop loss και take profit».
Ο Μάνος Χατζηδάκης, της Beta Sec., ανέφερε επί των εξελίξεων στα ξένα χρηματιστήρια, συνδέοντάς τα με το ελληνικό: «Η κατοχύρωση κερδών από τα ιστορικά υψηλά των δεικτών στις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την επικαιροποίηση των εκτιμήσεων για τον βαθμό της ύφεσης το 2020 από το ΔΝΤ, οδήγησαν σε ρευστοποιήσεις την εβδομάδα που πέρασε. Η έλλειψη σημαντικών εγχώριων νέων αύξησε τον βαθμό συσχέτισης με τις ξένες αγορές, οι οποίες, παρά την αυξητική πορεία των κρουσμάτων Covid-19, κράτησαν την επαφή τους με τα πρόσφατα υψηλά. Από την άλλη πλευρά, η ρηχή εικόνα της ελληνικής αγοράς επέτεινε την πίεση κατά περίπτωση και έτσι ο γενικός δείκτης επέστρεψε στο σημείο εκκίνησης των αρχών του μήνα. Τεχνικά, η διαγραμματική εικόνα δεν άλλαξε ιδιαίτερα, καθώς ο γενικός δείκτης έμεινε εντός του εύρους συσσώρευσης μεταξύ 630 και 680 μονάδων. Θεωρητικά η ζώνη αυτή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η “ζώνη της αδιαφορίας”, αφού δεν παράγει κάποιο αποφασιστικό σήμα που θα άλλαζε τα δεδομένα της τάσης προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Απόλυτα ευθυγραμμισμένοι με αυτήν την άποψη είναι και οι ταλαντωτές, οι οποίοι βρίσκονται ακριβώς στο μέσον της ουδετερότητας».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα τεχνικά δεδομένα θα αλλάξουν μό
νο αν ο γενικός δείκτης κινηθεί επιθετικά χαμηλότερα από τις 630 μονάδες ή υψηλότερα από τις 680, σπάζοντας την αναμονή που παρατηρείται μετά τις 27 Μαΐου. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι σε αυτήν την ισορροπία έχει συμβάλει και η περίοδος της αποκοπής μερισμάτων, η οποία έχει στερήσει και πιθανότατα θα συνεχίσει να στερεί μονάδες από τον γενικό δείκτη έως το τέλος της ερχόμενης εβδομάδας. Επομένως, το σενάριο πλάγιας κίνησης για τις επόμενες πέντε συνεδριάσεις παραμένει ως το επικρατέστερο, με το στρες να μεταφέρεται πλέον στους αγοραστές, οι οποίοι έχουν αποτύχει δύο φορές να κάμψουν την αντίσταση των 680 μονάδων και πλέον θα κληθούν να υπερασπίσουν τη βάση υποστήριξης της μεσοπρόθεσμης τάσης».