Ευπαθής η αγορά του κοσμήματος απέναντι στην πανδημία
Τουριστικό κενό, ελλιπής e-παρουσία και ανατροπές στις τιμές πρώτων υλών
Ηκρίση της πανδημίας Covid-19 έθεσε το λιανεμπόριο κοσμημάτων αλλά και το εμπόριο πολύτιμων λίθων σε κατάσταση «pause» - αναμονής μέχρι νεωτέρας- καθώς οι συναλλαγές πάγωσαν, οι τιμές των πολύτιμων μετάλλων μειώθηκαν, η εξόρυξη διαμαντιών και η παραγωγή ρολογιών σταμάτησε, ενώ η αξία των αποθεμάτων κοσμημάτων απαξιώθηκε, αναδύοντας αβεβαιότητες για τις επιχειρήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς.
Η πανδημία δοκιμάζει την ικανότητα του κλάδου να συνεχίσει να προσθέτει αξία στην οικονομία, ενώ χάνει δισεκατομμύρια δολάρια και λόγω της έλλειψης ψηφιοποίησης. Ας σημειωθεί ότι η βιομηχανία κοσμημάτων αποτελεί ένα σημαντικό υποσύνολο της αγοράς πολυτελών ειδών (που σύμφωνα με στοιχεία της McKinsey ανέρχεται σε 330 τρισ. ευρώ) και δεδομένου ότι οι παγκόσμιες εκθέσεις ακυρώθηκαν και οι boutique και τα κοσμηματοπωλεία έκλεισαν, κατά την περίοδο του lockdown παραγγελίες και αγοραπωλησίες γίνονταν αποκλειστικά μέσω του online καναλι
ού. Ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε, η πλειονότητα των εταιρειών κοσμημάτων δεν έχει αναπτύξει διαδικτυακές πωλήσεις και δεν διαθέτει e-shops με υπηρεσίες που να διευκολύνουν σε ικανοποιητικό βαθμό την αγορά κοσμημάτων χωρίς τη φυσική παρουσία σε κατάστημα. Ταυτόχρονα η ύφεση στον τουρισμό, ο περιορισμός των μετακινήσεων και των ταξιδιών στο
εξωτερικό έχουν στερήσει πελάτες σε παραδοσιακές αγορές κοσμημάτων. Είναι ενδεικτικό ότι στην Αθήνα τα περισσότερα καταστήματα της Πλάκας, μια περιοχή που αποτελεί γνωστή πιάτσα τουριστικού ενδιαφέροντος, είναι ακόμη κλειστά. Το ίδιο ισχύει σε όλες τις παραδοσιακές τουριστικές αγορές της χώρας, στην επαρχία και στα νη
σιά, ενώ ακόμη και τα καταστήματα που άνοιξαν σ’ αυτά τα σημεία από τον Μάιο παρουσιάζουν μηδενικό τζίρο λόγω έλλειψης πελατείας. Πρόσφατη έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΕΣΑ) ανέδειξε ότι πολλά σημεία πώλησης τουριστικών ειδών, μεταξύ των οποίων αναμνηστικά και κοσμήματα, παραμένουν ακόμα κλειστά και το σύνολο του δείγματος καταγράφει τεράστια πτώση τζίρου σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Η συγκεκριμένη έρευνα, σύμφωνα με την ηγεσία του ΕΣΑ, αποδεικνύει ότι τα εμπορικά καταστήματα της συγκεκριμένης περιοχής αλλά και όλων των τουριστικών περιοχών της χώρας εξαρτώνται κατεξοχήν από τον εισερχόμενο τουρισμό. Γι’ αυτό άλλωστε «πρέπει να αντιμετωπίζονται ως αμιγώς τουριστικές επιχειρήσεις και να ενταχθούν στα ειδικά μέτρα στήριξης του τουρισμού, προκειμένου να αντέξουν μέχρι την ανάκαμψη του κλάδου και να μην οδηγηθούμε σε χιλιάδες λουκέτα και χαμένες θέσεις εργασίας».
Πρόσφατη έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας ανέδειξε ότι πολλά σημεία πώλησης τουριστικών ειδών, μεταξύ των οποίων αναμνηστικά και κοσμήματα, παραμένουν ακόμα κλειστά.
Πολυτελείς φίρμες
Το πλήγμα ωστόσο είναι μεγάλο και για τα brands πολυτελείας. Σε σημαντική απώλεια
εσόδων που μπορεί να φτάσει το 50% φέτος μεταφράζεται για τον κλάδο το lockdown, καθώς οι boutique γνωστών οίκων όπως Zolotas, Lalaounis και άλλοι λιγότερο δημοφιλείς, αντλούν ένα σημαντικό μέρος των εσόδων τους από τις αγορές που πραγματοποιούν οι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας. Το ίδιο ισχύει για τις boutique των μουσείων και τα καταστήματα πέριξ αρχαιολογικών χώρων, που αποτελούν κομβικά σημεία πώλησης κοσμημάτων και ειδών πολυτελείας. Ωστόσο και τα shop in shop στα μουσεία έμειναν κλειστά στην Ελλάδα για τρεις μήνες.
Στις προκλήσεις για τον κλά
δο θα πρέπει να συνυπολογιστεί επίσης η ανατίμηση των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή κοσμημάτων, η πτώση της ζήτησης για είδη πολυτελείας, αλλά και τα αυστηρά πρωτόκολλα που δυσχεραίνουν την προώθηση των πωλήσεων ακόμη και στα φυσικά καταστήματα.
Οι πρωτόγνωρες συνθήκες που διαμορφώνονται για τον κλάδο αλλά και οι προκλήσεις για το μέλλον του αποτυπώνονται και στα όσα διαδραματίζονται κατά το διάστημα της εξάπλωσης του Covid-19 και σε χώρες με ανεπτυγμένη βιομηχανία/βιοτεχνία ωρολογοποιίας.