Μικρή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος τον Ιούνιο
Κάμψη στις 87,6 μονάδες από 88,5 μονάδες τον Μάιο
Μικρή επιδείνωση παρουσίασε τον Ιούνιο ο δείκτης οικονομικού κλίματος και υποχώρησε στις 87,6 μονάδες, έναντι 88,5 μονάδων τον προηγούμενο μήνα, λόγω ελαφρώς χαμηλότερων προσδοκιών σε Βιομηχανία και Υπηρεσίες.
Σύμφωνα με έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ, σε αντίθεση με τη μικρή επιδείνωση των προσδοκιών που καταγράφηκε σε Βιομηχανία και Υπηρεσίες, σε Κατασκευές και Λιανικό Εμπόριο υπήρξε σχετική διόρθωση των προσδοκιών μετά τη μεγάλη υποχώρηση των προηγούμενων μηνών.
Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, επίσης σημειώνεται ανοδική διόρθωση της κάμψης που υπήρξε έως τον Μάιο, με τα περισσότερα νοικοκυριά να διατυπώνουν λιγότερο απαισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία στους επόμενους 12 μήνες των δικών τους οικονομικών αλλά και της ευρύτερης οικονομίας, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Όπως υπογραμμίζεται στην έρευνα του ΙΟΒΕ, «όλοι οι τομείς στην παραγωγή, αλλά και τα νοικοκυριά βρίσκονται σε πορεία προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα, η οποία ακόμα εμπεριέχει πολλές αβεβαιότητες. Η επιδείνωση του κλίματος στην ελληνική οικονομία αποδεικνύεται περισσότερο σταδιακή από πολλές άλλες ευρωπαϊκές, όπου υπήρξε εντονότερη αρχική επιδείνωση αλλά στη συνέχεια σχετική βελτίωση, πιθανώς λόγω και του περισσότερο κλειστού χαρακτήρα και ακαμψιών μεγάλου τμήματος της οικονομίας. Η εξέλιξη του οικονομικού κλίματος και της ίδιας της ύφεσης κατά τους επόμενους μήνες θα εξαρτηθεί από σειρά παραγόντων, εγχώριους και του εξωτερικού περιβάλλοντος. Υπάρχει ακόμη αναμονή σημαντικών παρεμβάσεων οικονομικής πολιτικής σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο και κυρίως του τρόπου εφαρμογής τους στην πράξη. Παγκοσμίως, το πρόβλημα της πανδημίας συνεχίζεται με σημαντική ένταση, ενώ οι προβλέψεις ύφεσης για το τρέχον έτος αναθεωρούνται επί τα χείρω. Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη περίοδος είναι εξαιρετικά κρίσιμη, καθώς το τρίτο τρίμηνο είναι αυτό το οποίο καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις στο πεδίο του εγχώριου προϊόντος και σε ετήσια βάση».
Αναλυτικότερα:
Στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση ενισχύθηκε αισθητά, ο δείκτης των εκτιμήσεων για τα αποθέματα διογκώθηκε και οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες περιορίστηκαν ήπια.
Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για το πρόγραμμα παραγωγής ενισχύθηκαν, ενώ οι αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση εμφάνισαν οριακή βελτίωση.
Στο Λιανικό Εμπόριο, οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις επιδεινώνονται αισθητά, όπως και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, ενώ παράλληλα τα αποθέματα διογκώνονται ελαφρά.
Στις Υπηρεσίες, οι ήπιες εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων περιορίστηκαν έντονα, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση αλλά και τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της.
Στην Καταναλωτική Εμπιστο
σύνη, οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας υποχωρούν οριακά σε αντίθεση με την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους όπου βελτιώνονται ήπια, όπως επίσης και οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές, ενώ η πρόθεση για αποταμίευση εξασθενεί οριακά.
Συνέχεια ανάκαμψης σε Ε.Ε. - Ευρωζώνη
Εν τω μεταξύ ο δείκτης οικονομικού κλίματος συνεχίζει να ανακάμπτει τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην Ε.Ε., μετά την κατάρρευση του Μαρτίου και Απριλίου. Στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 8,2 μονάδες, στις 75,7 μονάδες, ενώ αντίστοιχη ήταν η αύξηση στην Ε.Ε., κατά 8,1 μονάδες, με τον δείκτη να διαμορφώνεται στις 74,8 μονά
δες. Η μεταβολή αυτή μπορεί να αποτελεί τη μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση ιστορικά και στις δύο ζώνες, αλλά ακόμα δεν καλύπτει παρά μόνο το 30% των απωλειών του δείκτη κατά την περίοδο της έξαρσης της πανδημίας. Η βελτίωση των προσδοκιών στη Βιομηχανία (+5,8), στις Κατασκευές (+4,9) και στην καταναλωτική εμπιστοσύνη (+4,1) ήταν ήπια, ενώ στις Υπηρεσίες (+8,0) και στο Λιανικό Εμπόριο (+10,4) οι προσδοκίες ενισχύθηκαν αισθητά. Όσον αφορά τις πέντε μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, ο δείκτης ενισχύθηκε σε όλες αισθητά. Εντονότερα στη Γαλλία (+9,4) και την Ολλανδία (+8,3), ενώ ακολουθούν Ισπανία και Ιταλία με +8,2, με τη Γερμανία (+6,6) να έπεται.