Επί τάπητος το πλαίσιο Εκπαίδευσης και Κατάρτισης
Η νέα κρίση και οι ανάγκες για καινούργιες δεξιότητες την επόμενη δεκαετία
Το πλαίσιο πολιτικής σχετικά με την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) μετά το 2020 τίθεται επί τάπητος, σε συνέχεια της συστηματικής μελέτης της προόδου που έχουν σημειώσει τα μέλη της Ε.Ε. την τελευταία πενταετία, ενώ η συζήτηση διεξάγεται υπό τη σκιά του ιού Covid19 που έχει διαταράξει την αγορά εργασίας και προβλέπεται να επιφέρει σοβαρούς κραδασμούς εν όψει της παγκόσμιας ύφεσης.
Όπως πάντα σε περιόδους οικονομικής κρίσης, έτσι και τώρα, η επαγγελματική εκπαίδευση μπορεί να προετοιμάσει τους ανθρώπους για τον μετασχηματισμό που έπεται κατά την επόμενη μέρα της κρίσης. Όμως, αυτή τη φορά, η ΕΕΚ καλείται να παίξει έναν ακόμη πιο σημαντικό ρόλο, καθώς αυτή η κρίση δεν πλήττει μόνο ένα μέρος του εργατικού δυναμικού, όπως οι νεότερες γενιές, αλλά όλους τους Ευρωπαίους.
Σύμφωνα με ένα κείμενο συζήτησης των Cedefop (European Centre for the Development of Vocational Training) και ETF (European Training Foundation) που αναδείχθηκε προ ημερών με αφορμή συνάντηση υψηλού επιπέδου για το θέμα, η επένδυση στην ΕΕΚ είναι η καλύτερη επιλογή που έχουν σήμερα οι κυβερνήσεις προκειμένου να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στους πολίτες και να τους δείξουν πως εκτιμούν τη συμβολή τους είτε είναι φοιτητές, είτε εργαζόμενοι, επαγγελματίες ή επιχειρηματίες.
Εμπρός σε ένα αβέβαιο μέλλον δεν πρέπει να πάει χαμένη καμιά ευκαιρία, όπως οι επαναστατικές αλλαγές στις ψηφιακές τεχνολογίες, που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη, τη ρομποτική και τη βιοτεχνολογία και οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν επιχειρηματικές ευκαιρίες, θέσεις εργασίας και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη στην Ε.Ε. Πέρα από την τεχνολογία, μοχλός αλλαγής είναι και η διεθνοποίηση των αγορών εργασίας και των αλυσίδων αξίας, η στροφή στις πράσινες επενδύσεις αλλά και οι δημογραφικές εξελίξεις, που θέτουν στο επίκεντρο την ΕΕΚ και τις δεξιότητες. Η ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου είναι ένας καθοριστικός παράγοντας στην προσπάθεια αντιμετώπισης των προκλήσεων.
Το έγγραφο, που συνέταξαν από κοινού Cedefop και ETF, στοχεύει στην προετοιμασία για τη σχεδίαση των επόμενων βημάτων στην ΕΕΚ σε επίπεδο Ε.Ε. και βασίζεται στην πρόοδο που επετεύχθη την τελευταία πενταετία, 2015-2020, όπου Cedefop και ETF είχαν στενή συνεργασία.
Ο εκτελεστικός διευθυντής του Cedefop, Jurgen Siebel, σχολιάζει σχετικά, μεταξύ άλλων, ότι στο νέο περιβάλλον είναι σημαντικό να συνεχιστούν οι προσπάθειες για συνεργασία διασφαλίζοντας ελκυστικά, χωρίς αποκλεισμούς, συστήματα ΕΕΚ τόσο για τους μαθητές όσο και για τις εταιρείες, ενώ ο διευθυντής του ETF Cesare Onestini τονίζει ότι η πανδημία δημιουργεί την ανάγκη καλύτερης εστίασης στην προώθηση της κατάρτισης με στόχο την αριστεία και την ένταξη, ως συστατικά της οικονομικής ανάπτυξης. Από την πλευρά του ο επίτροπος για την Απασχόληση και τα Κοινωνικά Δικαιώματα Nicolas Schmit ανακοίνωσε τη νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για σύσταση Συμβουλίου σχετικά με την ΕΕΚ και ανάληψη πρωτοβουλιών για τη στήριξη της απασχόλησης, με επίκεντρο όχι μόνο τους νέους αλλά και τους ενήλικες που εργάζονται για 15 με 20 χρόνια και χρειάζονται νέα προσόντα προκειμένου να αλλάζουν καριέρα. Την έντονη ανάγκη της Ευρώπης για μια επανάσταση δεξιο
τήτων τόνισε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς αναφερόμενος στη συμβολή των δύο φορέων στην αναβάθμιση της ΕΕΚ στην ευρωπαϊκή ατζέντα.
Η Ευρώπη χρειάζεται απεγνωσμένα μια επανάσταση δεξιοτήτων. Η συνεισφορά του Cedefop και του ETF’s είναι σημαντική. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι καλά ενημερωμένοι για τις δεξιότητες που θα απαιτούνται αύριο.
Η στρατηγική στην Ελλάδα
Υπενθυμίζεται ότι σε συνέχεια της συνάντησης στη Ρίγα της Λετονίας τον Ιούνιο του 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και οι κοινωνικοί εταίροι, επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους για ανταγωνιστική και χωρίς αποκλεισμούς ΕΕΚ και ανέλαβαν δράση. Οι προτεραιότητες της Ελλάδας για την περίοδο 2016-2020, όπως καθορίστηκαν από το υπουργείο Παιδείας, ήταν η ανάπτυξη μιας ολιστικής προσέγγισης ώστε η εκπαίδευση να ανταποκρίνεται στις κοινωνικοοικονομικές ανάγκες και η αύξηση της ευαισθητοποίησης και της ελκυστικότητας της ΕΕΚ. Σημειώνεται ότι το νομικό πλαίσιο για ένα σύστημα πρόβλεψης αναγκών σε δεξιότητες καθορίστηκε το 2016 ενώ την περίοδο 2017-2019 το Cedefop παρείχε τεχνικές συμβουλές στην Ελλάδα για να επιτύχει τον στόχο για βελτίωση της πρόβλεψης δεξιοτήτων και καλύτερη σύνδεση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Έτσι δόθηκε έμφαση στην αύξηση του μεριδίου των βασικών ικανοτήτων στο πλαίσιο του προγράμματος σπουδών
λαμβάνοντάς τες σταδιακά υπόψη στις πρακτικές αξιολόγησης.
Εν κατακλείδι, από το 2015, η Ελλάδα έχει λάβει μέτρα για να αναπτύξει και να εφαρμόσει τον θεσμό της μαθητείας, να ενισχύσει τη διακυβέρνηση και τη διασφάλιση της ποιότητας της ΕΕΚ και να δημιουργήσει ένα σύστημα πρόβλεψης δεξιοτήτων για να καθοδηγήσει την ανάπτυξη της ΕΕΚ. Έχουν ληφθεί μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης όλων σε ΕΕΚ. Το σύστημα ΕΕΚ έχει αναβαθμιστεί και έχουν αναληφθεί πρωτοβουλίες για την υποστήριξη της αρχικής και της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, ενώ μένει να γίνουν σημαντικά βήματα για το θέμα των προσφύγων, αναφορικά με τον προσδιορισμό του εκπαιδευτικού επιπέδου και των προσόντων των προσφύγων που έφτασαν στη χώρα με στόχο τον καθορισμό εκπαιδευτικών αναγκών, φροντίδας και υποστήριξης. Κάποιες ενέργειες έχουν γίνει για μικρά παιδιά (ηλικίας τεσσάρων έως επτά ετών), για τα οποία στόχος ήταν να δημιουργηθούν εξειδικευμένες υπηρεσίες στα κέντρα υποδοχής. Όσον αφορά τα μεγαλύτερα παιδιά (7-15 ετών), η χώρα θα τα εντάξει σε σύστημα εκπαίδευσης ώστε να μαθαίνουν ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα. Επισημαίνεται πάντως ότι οι δημόσιες δαπάνες στη χώρα για την εκπαίδευση συγκαταλέγονται μεταξύ των χαμηλότερων στην Ε.Ε. και αφορούν σε μεγάλο βαθμό τη μισθοδοσία. Το 2019 το Συμβούλιο της Ε.Ε. απηύθυνε ειδική σύσταση στην Ελλάδα, με την οποία την καλούσε να προβεί σε επενδύσεις στην εκπαίδευση και στις δεξιότητες.