Αισιοδοξεί η Κέκροψ για το «Λατομείο»
Αξιοποίηση έκτασης 300 στρ. στο Παλαιό Ψυχικό
Αισιοδοξία επικρατεί στο στρατόπεδο της Κέκροψ ως προς την έκβαση της δικαστικής διαμάχης με το Δημόσιο, η οποία διαρκεί 32 χρόνια, για το δικαίωμά της επί της έκτασης 300 περίπου στρεμμάτων στην περιοχή του Παλαιού Ψυχικού (γνωστή ως περιοχή Λατομείου).
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Κέκροψ, Πέτρο Σουρέτη, «έχουν κλείσει όλες οι πύλες που οδηγούν σε άλλο δρόμο». Όπως είπε χθες μιλώντας στους μετόχους κατά την ετήσια γενική συνέλευση, η εκτίμησή του είναι ότι η απόφαση του Αρείου Πάγου «θα είναι τελεσίδικα
υπέρ της εταιρείας γιατί έχει το δίκιο με το μέρος της». Συμπλήρωσε πως η ουσία της υπόθεσης έχει κριθεί στο Εφετείο και ο Άρειος Πάγος θα κρίνει τη διαδικασία. «Ζήσαμε όλα αυτά τα χρόνια μια πολιτική ηγεσία που ήθελε η έκταση να μείνει ανεκμετάλλευτη και μια τοπική που κάνει πολιτική στην πλάτη μας. Μόνο στα μη σοβαρά κράτη είναι πιο εύκολο να μη γίνει κάτι» κατέληξε ο ίδιος.
Υπενθυμίζεται ότι ο Ελληνικό Δημόσιο κατέθεσε αίτηση ενώπιον του Αρείου Πάγου για την αναίρεση της με αριθμό 3039/2019 απόφασης του Εφε
τείου Αθηνών με την οποία η εταιρεία δικαιώθηκε. Ημερομηνία δικασίμου προσδιορίστηκε η 23η Σεπτεμβρίου 2020. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου αναμένεται τον Ιανουάριο του 2021. Στη συνέχεια η Κέκροψ θα χρειασθεί 12 με 18 μήνες για τις μελέτες και τις εγκρίσεις που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη που σχεδιάζει και αφορά τη δημιουργία πολυτελών κατοικιών.
Ακόμη, η Δικαιοσύνη θα κρίνει την αξιοποίηση των 16 καταστημάτων της εταιρείας στην Παλαιά Αγορά Ψυχικού καθώς και του οικοπέδου επί της οδού Με
λετοπούλου 7, στο Παλαιό Ψυχικό.
Αναφορικά με την Παλαιά Αγορά, ο κ. Σουρέτης είπε ότι είχε πάρει όλες τις εγκρίσεις για να λειτουργήσει, δήλωσε ανοιχτός να συζητήσει η εταιρεία σχετική πρόταση του δήμου (π.χ. την ανταλλαγή της έκτασης) και κατέληξε λέγοντας: «Δεν πάει άλλο, θα κινηθούμε και δικαστικά κατά προσώπων που εμποδίζουν το άνοιγμα της αγοράς τη στιγμή που έχει εξασφαλίσει τις αναγκαίες άδειες συμπεριλαμβανομένης και αυτής του υπουργείου Πολιτισμού».