Τα όρια και οι αντοχές της ελληνικής χρηματαγοράς
Τις πιθανότητες απεγκλωβισμού του γενικού δείκτη από την πτωτική αλυσίδα ανιχνεύουν οι αναλυτές
Οι αγοραίοι έχουν πεισθεί ότι όσο ο Γ.Δ. παραμένει χαμηλότερα των 650 μονάδων, τον έλεγχο της τάσης τον έχουν οι θεσμικοί που αποφάσισαν να ρευστοποιούν θέσεις στις ελληνικές αξίες. Παράλληλα η συναίνεση κατέληξε στην εκτίμηση πως η εικόνα θα επιδεινωθεί δραματικά σε περίπτωση καθοδικής διαφυγής, χαμηλότερα των 630 μονάδων, ανοίγοντας τον δρόμο προς τις 605-600 και 582 μονάδες. Η εξέλιξη των συναλλαγών στις ΗΠΑ απέκτησε χθες μια πορεία εξαιρετικά καθοδική όσο λειτουργούσαν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Αλλά όταν συμπληρώθηκαν πάνω από τρεις ώρες συναλλαγών, εμφανίστηκε αντίδραση που μείωσε τις απώλειες του δείκτη S&P500 τον οποίον παρακολουθούν όλοι οι επαγγελματίες. Ο δε Nasdaq πέρασε σε κέρδη συνεχίζοντας να αναζητά νέα υψηλά βίου. Την ίδια ώρα εδώ ανιχνεύονται οι πιθανότητες να σπάσει μια πτωτική αλυσίδα πέντε συνόδων στη σειρά.
Η Ελληνοαμερικανική ΑΧΕΠΕΥ σημείωσε: «Ο Γ.Δ. εξακολουθεί να συναντά ισχυρή αντίσταση στην περιοχή των 680 μονάδων, καταγράφοντας χαμηλότερα υψηλά κάθε φορά. Από την άλλη πλευρά, η προσφορά απορροφάται σταθερά στην περιοχή των 640 - 630 μονάδων. Με αυτό τον τρόπο έχει δημιουργηθεί η συσσώρευση μεταξύ 635 - 685 μονάδων, που παραμένει και το πιθανότερο σενάριο βραχυπρόθεσμα. Σε περίπτωση πτωτικής διάσπασης και των 630 μονάδων θα δημιουργηθεί νέο πτωτικό κύμα. Ο ΔΤΡ συναντά σημαντική αντίσταση στην περιοχή των 400 μονάδων αλλά και ισχυρή στήριξη στην περιοχή 350-340 μονάδων. Χωρίς σημαντική αύξηση του όγκου συναλλαγών, εκτιμούμε ότι αυτό το trading range θα διατηρηθεί. Το ανοδικό σενάριο παραμένει σε ισχύ όσο ο ΔΤΡ διατηρείται πάνω από την περιοχή των 335-340 μονάδων».
Ο Λουκάς Παπαϊωάννου της Fast Finance ΑΕΠΕΥ σχολίασε αναλυτικά: «Η συνεχιζόμενη αδυναμία της ελληνικής αγοράς προβληματίζει τους εμπλεκόμενους, οι οποίοι προσπαθούν να μαντέψουν τις επόμενες κινήσεις της. Η απαισιοδοξία και η απογοήτευση μεγαλώνουν, όσο γίνεται αντιληπτό ότι οι απώλειες στον τουρισμό μπορεί να είναι μεγαλύτερες από όσο εκτιμήθηκε στην αρχή. Επιπλέον η δυσκολία να διοχετευτεί ρευστότητα & πόροι άμεσα στις επιχειρήσεις, αλλά και οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για νέα “κόκκινα” δάνεια, εντείνουν τις εύκολες αλλαγές ψυχολογίας. Οι καθυστερήσεις στην έγκριση του ευρωπαϊκού προγράμματος ανα
συγκρότησης συνεχίζονται “επί του διαδικαστικού”, αυξάνοντας την ανησυχία ότι τα απαραίτητα κεφάλαια οι πληττόμενες χώρες, στην καλύτερη περίπτωση, θα τα δουν το 2021 και βλέπουμε. Το μόνο θετικό στοιχείο αποτελεί η συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση των αποδόσεων της ελληνικής ομολογιακής αγοράς, με το 10ετες κρατικό ομόλογο να κινείται πέριξ του 1,10%. Το φαινόμενο που οφείλεται κυρίως στην πολιτική της ΕΚΤ, για όσο συνεχίζεται, δίνει χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση για περαιτέρω κινήσεις ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η μεσοπρόθεσμη τεχνική εικόνα των βασικών δεικτών του ελληνικού Χρηματιστηρίου δεν άλλαξε. Μόνο η έγκυρη παραμονή πάνω από το επίπεδο των 680-690 μονάδων για τον Γ.Δ. και των 1.6501.660 για τον FTSE25 θα βοηθή
σει στην αλλαγή σκηνικού. Η συνεχιζόμενη προσπάθεια σχηματισμού ανοδικής σφήνας, τόσο σε δείκτες όσο και σε αρκετές μετοχές, πρέπει να μας κρατά σε επιφυλακή. Σε αυτό συνηγορούν οι συνεχιζόμενοι χαμηλοί όγκοι της ελληνικής αγοράς, αλλά και η εμφανής αδυναμία να ακολουθήσει τους ευρωπαϊκούς δείκτες στις ανοδικές αντιδράσεις τους, ενώ στις διορθώσεις τους προπορεύεται και υπερβάλλει σε πτώση. Το αυξημένο volatility των αγορών θα συνεχίσει να είναι εδώ, δίνοντάς μας την ευκαιρία να επαναξιολογήσουμε τα δεδομένα, ψάχνοντας σημαντικές τεχνικές στηρίξεις σε επιμέρους προεπιλεγμένες ποιοτικές μετοχές, αυξημένης ρευστότητας, υψηλής κερδοφορίας & ποιοτικού διαχρονικού management».
Και ο κ. Παπαϊωάννου καταλήγει: «Συμπερασματικά, η ψυ
χολογία των επενδυτών είναι ευμετάβλητη, από την επανεκτίμηση των αρνητικών επιδράσεων του covid-19, τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή οικονομία. Η αγορά παραμένει στάσιμη και αβαθής χωρίς όγκους. Οι αποκοπές των μερισμάτων από δεικτοβαρείς μετοχές ολοκληρώνονται και η εικόνα θα ξεκαθαρίσει περαιτέρω, αν και από τις πρώτες παρουσιάσεις τριμήνων των εισηγμένων γίνεται φανερό ότι το 2020 δεν θα είναι 2019, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Παραμένουμε επιφυλακτικοί, μέχρι να δούμε τους πακτωλούς χρήματος, που υπόσχονται όλοι, να κατευθύνονται και στην πραγματική οικονομία και όχι σχεδόν αποκλειστικά στις αγορές τίτλων (μετοχών & ομολόγων). Όσο δε και αν θέλουν οι αγορές να μας πείσουν ότι επιτίθενται, μάλλον το κάνουν αμυνόμενες…».