Μήπως φοβόμαστε να κατέβουμε από το καράβι που γεννηθήκαμε;
Ο Μελαχρινός Βελέντζας μιλάει για την παράσταση«Lemon»
Ηκαταιγιστική παράσταση «Lemon», που αποθεώνεται από θεατές και κριτικούς όπου κι αν παρουσιάζεται, επιστρέφει στην Αθήνα για ένα μόνο ανέβασμα, στο Cine Άνεσις - Θερινός, τη Δευτέρα 31 Αυγούστου, στις 9 το βράδυ (λεωφ. Κηφισίας 14, Αθήνα). Ο ηθοποιός και μουσικός Μελαχρινός Βελέντζας πρωταγωνιστεί. Μίλησε μαζί μας.
Θα θέλατε, κατ’ αρχάς, να μας μιλήσετε για τους Experimento, τη θεατρική ομάδα που ανεβάζει την παράσταση;
«Oι Experimento (μτφ. Πείραμα) είναι ένα δίκτυο ανεξάρτητης καλλιτεχνικής έρευνας και παραγωγής, το οποίο ίδρυσα το 2018. Το “Lemon” είναι η πρώτη μου παραγωγή, που ήδη μετρά περισσότερες από 100 παραστάσεις σε θεατρικές σκηνές και μη αμιγώς θεατρικούς χώρους - π.χ. το Μπάγκειον στην Αθήνα, εν πλω και σε αγκυροβολημένα καράβια, σε καρνάγιο. Προσφάτως, ξεκινήσαμε τις παραστάσεις μας σε χωριά αναβιώνοντας το παλιό μπουλούκι με σύγχρονους όρους. Μότο αυτού του δικτύου είναι το “Θέατρο υπάρχει όπου υπάρχουν θεατές”, το οποίο αποτυπώνει την επιθυμία για πολιτιστική αποκέντρωση και δημιουργία ενός εναλλακτικού δρόμου όσον αφορά την εν γένει καλλιτεχνική παραγωγή. Αντιλαμβάνομαι τη θεατρική παράσταση ως μία συνολική πολιτιστική πρόταση που αποτελεί μία εμπειρία για τον θεατή. Στα πλαίσια αυτά, έχουμε εγκαινιάσει τη δράση #theatroxwriskinito, όπου οι θεατές μπορούν να αφήσουν με ασφάλεια το κινητό τους τηλέφωνο εκτός της θεατρικής αίθουσας».
Ποια είναι η υπόθεση του έργου; «Πρόκειται για την απίστευτη ιστορία του θρυλικού πιανίστα 1900, που γεννήθηκε πάνω σ’ ένα καράβι και δεν κατέβηκε ποτέ από αυτό. Βρισκόμαστε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα πάνω στο ατμόπλοιο Βιρτζίνιαν, το οποίο πραγματοποιεί το υπερατλαντικό ταξίδι από την Ευρώπη στην Αμερική. Ένα νεογέννητο μωρό εγκαταλείπεται από τους μετανάστες γονείς του μέσα σε μια κούτα από λεμόνια πάνω στο πιάνο με την ουρά, στην αίθουσα χορού της πρώτης θέσης. Ο ναύτης που το βρίσκει του δίνει το δικό του όνομα: Ντάνι Μπούντμαν και μαζί το παρατσούκλι Τι Ντι Λέμον, από την κούτα των λεμονιών. Και 1900 από τη χρονιά που τον βρήκε. Ντάνι Μπούντμαν Τι Ντι Λέμον 1900. Ο ναύτης που τον βρήκε πεθαίνει και ο 1900 μένει ορφανός, για δεύτερη φορά. Πάνω
στο πλοίο, ο ενήλικας πια ήρωας της ιστορίας μας γνωρίζει τον έναν και μοναδικό του φίλο, τον τρομπετίστα Τιμ Τούνι (Σημ: ερμηνεύει ο Γιώργος Δρίβας). Ο τελευταίος τον παροτρύνει διαρκώς να κατέβει στη στεριά, προκειμένου να εξαργυρώσει το ταλέντο του και να ζήσει μία “κανονική” ζωή. Στο τέλος της ιστορίας, ο 1900 ανατινάζεται μαζί με το Βιρτζίνιαν, μένοντας για πάντα στην αγκαλιά της μαμάς-θάλασσας».
Κάποια κεντρικά θέματα που συναντάμε στον πυρήνα του;
«Το “Lemon” είναι διασκευή της Γεωργίας Τσαγκαράκη του “Novecento” του Alessandro Baricco - σε μετάφραση Σταύρου Παπασταύρου. Έτσι, ο αρχικός θεατρικός ποιητικός μονόλογος του Alessandro Baricco, όπου ο Τιμ Τούνι μιλά για τον 1900, έχει μετατραπεί σε διαλογικό κείμενο, όπου οι δύο φίλοι αφηγούνται όλα όσα πέρασαν μαζί πάνω στο Βιρτζίνιαν. Μέσα από το πρίσμα της φιλίας, αναδύεται και το υπαρξιακό ερώτημα: “Πού νιώθουμε ευτυχισμένοι και πού θέλουμε να πάμε;”. Και μήπως τελικά “φοβόμαστε να κατέβουμε από το καράβι στο οποίο γεννηθήκαμε;”. Η ιστορία του 1900 συναντά την προσωπική ιστορία του καθένα από εμάς σ’ ένα ταξίδι κάπου ανάμεσα στη στεριά και τη θάλασσα. Η ρευστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης αντανακλάται εύγλωττα στη φράση του Ιταλού συγγραφέα τη στιγμή που ο 1900 αποφασίζει, προς στιγμήν, να κατέβει από το Βιρτζίνιαν: “Μετά από 32 ολόκληρα χρόνια στη θάλασσα θα κατέβαινα στη στεριά. Για να δω τη θάλασσα”».
Λίγα λόγια σας για το πιάνο και την παρουσία του στην παράσταση αλλά και στη δική σας, πραγματική ζωή;
«Το πιάνο του “Lemon” σχεδιάστηκε με βάση τις ανάγκες κάθε σκηνής και έγινε σύμβολο: ο ζωτικός χώρος όπου γεννιέται, ζει και στον οποίο επιστρέφει για να πεθάνει ο 1900. Ο σχεδιασμός από την αρχιτέκτονα και σκηνογράφο Νατάσσα Τσιντικίδη και η κατασκευή του από τον Θωμά Μαριά εξυπηρέτησε και τη δυνατότητα ενός εύκολα μεταφερόμενου σκηνικού που έρχεται σε διάλογο με τον εκάστοτε σκηνικό χώρο. Επί της ουσίας, το πιάνο αυτό λειτουργεί ως τρίτος ηθοποιός στην παράστασή μας. Με το πιάνο η σχέση μου ξεκίνησε όταν ήμουν έξι ετών […] Η μουσική επηρεάζει τον τρόπο που λειτουργώ τόσο εντός όσο κι εκτός σκηνής και γι’ αυτό οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον πατέρα μου, ο οποίος μην έχοντας άλλη σχέση με τη μουσική, πέραν αυτής του ακροατή, με ώθησε στον κόσμο της».