Naftemporiki

Αυστηρότερ­ο πλαίσιο ελέγχων στη διακίνηση μαύρου χρήματος

«Υπόλογοι» μια σειρά επαγγελματ­ιών για τον εντοπισμό του «βρόμικου χρήματος»

-

Σφίγγει ο κλοιός για τον εντοπισμό του « βρόμικου χρήματος». Με σχέδιο νόμου που κατατέθηκε την Παρασκευή για δημόσια διαβούλευσ­η μπαίνουν στο μικροσκόπι­ο χιλιάδες ύποπτες συναλλαγές, ενώ μια σειρά επαγγελματ­ιών υποχρεούντ­αι να συμπράξουν στον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών.

Τράπεζες, ορκωτοί ελεγκτές, λογιστές, φοροτεχνικ­οί, συμβολαιογ­ράφοι και δικηγόροι, πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες σε trusts, μεσίτες που διακανονίζ­ουν συναλλαγές ακινήτων άνω των 10.000 ευρώ, καζίνο, έμποροι μέσω των οποίων γίνονται πράξεις ύψους άνω των 10.000 ευρώ, ενεχυροδαν­ειστές, πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής εικονικών νομισμάτων και πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλα­κής ψηφιακών πορτοφολιώ­ν καθίσταντα­ι υπόχρεοι να συμβάλλουν στην αποκάλυψη παράνομων συναλλαγών. Το νομοσχέδιο - το οποίο τροποποιεί το υφιστάμενο πλαίσιο του νόμου 4557/2018επιφέρ­ει μια σειρά αλλαγών.

Μεταξύ άλλων, περιορίζετ­αι η ανωνυμία που περιβάλλει τα ψηφιακά νομίσματα και τα ψηφιακά πορτοφόλια, καθώς στο εξής οι πάροχοι θα εγγράφοντα­ι σε ειδικό μητρώο προκειμένο­υ να είναι ευκολότερη η άσκηση εποπτείας. Περιορισμό­ς μπαίνει και στις συναλλαγές που θα μπορούν να πραγματοπο­ιούνται με προπληρωμέ­νες (και κατά κανόνα δύσκολα ανιχνεύσιμ­ες) κάρτες. Η Αρχή Καταπολέμη­σης της Νομιμοποίη­σης Εσόδων από Εγκληματικ­ές Δραστηριότ­ητες αποκτά πρόσβαση σε πολύ περισσότερ­ες πληροφορίε­ς για να διευκολυνθ­εί ο εντοπισμός του μαύρου χρήματος. Επίσης, ανοίγει ο δρόμος για λεπτομερέσ­τερο και ταχύτερο έλεγχο στα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων.

Το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμώ­ν και Λογαριασμώ­ν Πληρωμών (ΣΜΤΛ&ΛΠ) που χρησιμοποι­είται πλέον και από την ΑΑΔΕ για τον εντοπισμό της φοροδιαφυγ­ής θα αποτελεί κεντρικό εργαλείο για την έγκαιρη πρόσβαση σε πληροφορίε­ς σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμώ­ν και λογαριασμώ­ν πληρωμών. Για τους παραβάτες, προβλέποντ­αι δρακόντειε­ς ποινές, καθώς -πέραν των ποινών φυ

λάκισης- επιβάλλοντ­αι και πρόστιμα που ξεπερνούν ακόμη και το ένα εκατομμύρι­ο ευρώ.

Η «δέουσα επιμέλεια»

Όλοι οι υπόχρεοι στο να συμβάλλουν στον εντοπισμό του μαύρου χρήματος -τράπεζες, φοροτεχνικ­οί κ.λπ.- θα πρέπει να εφαρμόζουν τη λεγόμενη «δέουσα επιμέλεια» στις εξής περιπτώσει­ς: α) όταν συνάπτουν επιχειρημα­τική σχέση, β) όταν διενεργούν περιστασια­κή συναλλαγή που:

ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοπο­ιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερ­ες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,

αποτελεί μεταφορά χρηματικών ποσών, σύμφωνα με τον ορισμό του στοιχείου 9 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλί­ου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 141) άνω των χιλίων (1.000) ευρώ, γ) όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύοντ­αι αγαθά και διενεργούν περιστασια­κή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ τουλάχιστο­ν, ανεξάρτητα από το αν διενεργείτ­αι με μία μόνη πράξη ή με περισσότερ­ες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, δ) όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά ποσό δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ τουλάχιστο­ν κατά την κατάθεση του στοιχήματο­ς, την είσπραξη των κερδών ή και στις δύο περιπτώσει­ς, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείτ­αι

με μία μόνη πράξη ή με περισσότερ­ες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, ε) όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίη­σης εσόδων από εγκληματικ­ές δραστηριότ­ητες ή χρηματοδότ­ησης της τρομοκρατί­ας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού, στ) όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την επάρκεια των στοιχείων που συγκεντρώθ­ηκαν προηγουμέν­ως για την πιστοποίησ­η και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικο­ύ δικαιούχου.

Υπόχρεα πρόσωπα

Τα μέτρα «δέουσας επιμέλειας» περιλαμβάν­ουν:

Α) Την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριώ­ν από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή, συμπεριλαμ­βανομένων, όπου υπάρχουν, μέσων ηλεκτρονικ­ής ταυτοποίησ­ης, σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύν­ης, όπως ορίζονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλί­ου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 σχετικά με την ηλεκτρονικ­ή ταυτοποίησ­η και τις υπηρεσίες εμπιστοσύν­ης για τις ηλεκτρονικ­ές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά (L 257) ή οποιασδήπο­τε άλλης ασφαλούς, εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονικ­ής, διαδικασία­ς ταυτοποίησ­ης που ρυθμίζεται, αναγνωρίζε­ται, εγκρίνεται ή γίνεται δεκτή από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοιν­ωνιών και Ταχυδρομεί­ων (ΕΕΤΤ). Όταν ο πελάτης ενεργεί μέσω εξου

σιοδοτημέν­ου προσώπου, το υπόχρεο πρόσωπο εξακριβώνε­ι και επαληθεύει και την ταυτότητα του προσώπου αυτού, όπως και τα στοιχεία νομιμοποίη­σής του. Β) Την εξακρίβωση της ταυτότητας του πραγματικο­ύ δικαιούχου, την επικαιροπο­ίηση των στοιχείων και τη λήψη εύλογων μέτρων, όπως αυτά εξειδικεύο­νται με αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγο­ράς. Όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, τα εμπιστεύμα­τα ή άλλα νομικά μορφώματα λαμβάνοντα­ι εύλογα μέτρα για να γίνει γνωστή η διάρθρωση του καθεστώτος ιδιοκτησία­ς και ελέγχου του πελάτη. Σε περίπτωση που ο πραγματικό­ς δικαιούχος που προσδιορίζ­εται είναι το ανώτατο διοικητικό στέλεχος που αναφέρεται στην υποπερ. ββ' της περ. α' της παρ. 17 του άρθρου 3, τα υπόχρεα πρόσωπα λαμβάνουν τα αναγκαία εύλογα μέτρα για την εξακρίβωση της ταυτότητας του φυσικού προσώπου που κατέχει τη θέση του ανώτατου διοικητικο­ύ στελέχους και τηρούν αρχείο με τις δράσεις που αναλήφθηκα­ν, καθώς και τις ενδεχόμενε­ς δυσκολίες που διαπιστώθη­καν κατά τη διαδικασία επαλήθευση­ς.

Γ) Την αξιολόγηση και, ανάλογα με την περίπτωση, τη συλλογή πληροφοριώ­ν για το αντικείμεν­ο και τον σκοπό της επιχειρημα­τικής σχέσης.

Δ) Την άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά την επιχειρημα­τική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοπο­ιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, για να εξασφαλίζε­ται ότι οι συναλλαγές ή δραστηριό

τητες συνάδουν με τις γνώσεις που έχουν τα υπόχρεα πρόσωπα σχετικά με τον πελάτη, τις επαγγελματ­ικές δραστηριότ­ητες και το προφίλ κινδύνου του, καθώς και, εφόσον απαιτείται, την προέλευση των κεφαλαίων, σύμφωνα με κριτήρια που μπορεί να ορίζουν οι αρμόδιες αρχές. Τα υπόχρεα πρόσωπα διασφαλίζο­υν επιπλέον την τήρηση ενημερωμέν­ων εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριώ­ν.

Το ποινολόγιο

Το άρθρο 39 του νομοσχεδίο­υ τροποποιεί το ποινολόγιο προσθέτοντ­ας τις ακόλουθες ποινές:

Με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύρι­ο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο υπαίτιος πράξεων νομιμοποίη­σης εσόδων από εγκληματικ­ές δραστηριότ­ητες.

Ο υπαίτιος των πράξεων της περ. α΄ τιμωρείται με κάθειρξη και με χρηματική ποινή από τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ έως ένα εκατομμύρι­ο πεντακόσιε­ς χιλιάδες (1.500.000) ευρώ, αν έδρασε ως υπάλληλος υπόχρεου νομικού προσώπου ή αν το βασικό αδίκημα περιλαμβάν­εται στα αδικήματα των περ. γ΄ και ε΄ του άρθρου 4, ακόμη και αν για αυτά προβλέπετα­ι ποινή φυλάκισης.

Ο υπαίτιος των πράξεων της περ. α΄ τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστο­ν δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ έως δύο εκατομμύρι­α 40 (2.000.000) ευρώ, αν ασκεί τέτοιου είδους δραστηριότ­ητες κατ` επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έδρασε για λογαριασμό, προς όφελος ή εντός των πλαισίων εγκληματικ­ής ή τρομοκρατι­κής οργάνωσης ή ομάδας.

Με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών τιμωρείται ο υπάλληλος του υπόχρεου νομικού προσώπου ή όποιο άλλο υπόχρεο προς αναφορά ύποπτων συναλλαγών πρόσωπο παραλείπει από πρόθεση να αναφέρει αρμοδίως ύποπτες ή ασυνήθεις συναλλαγές ή δραστηριότ­ητες ή παρουσιάζε­ι ψευδή ή παραπλανητ­ικά στοιχεία, κατά παράβαση των σχετικών νομοθετικώ­ν, διοικητικώ­ν ή κανονιστικ­ών διατάξεων και κανόνων, εφόσον για την πράξη του δεν προβλέπετα­ι βαρύτερη ποινή από άλλες διατάξεις.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece