Εχέγγυο τα ταμειακά διαθέσιμα για έξοδο στις αγορές το 2021
Εκδόσεις 7-8 δισ. ευρώ προβλέπει το πλάνο του ΟΔΔΗΧ - Οι στρατηγικοί στόχοι
Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα άνω των 32-34 δισ. ευρώ και για ολόκληρο το 2021, ενώ η σταδιακή μείωσή τους συνδέεται χρονικά με την εξασφάλιση της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα. Αυτή είναι η στρατηγική απόφαση που φέρεται να έχει λάβει η κυβέρνηση, ενώ βάσει αυτής θα υλοποιηθεί και το πρόγραμμα δανεισμού της επόμενης χρονιάς. Το πλάνο του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους προβλέπει ότι και το 2021 θα επιδιωχθεί να αντληθεί από τις αγορές ποσό της τάξεως των 78 δισ. ευρώ, εκτός βεβαίως και αν υπάρξουν και την επόμενη χρονιά έκτακτες συνθήκες που θα υποχρεώσουν τη χώρα να αναζητήσει περισσότερους πόρους.
Σε κάθε περίπτωση, η διατήρηση των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων θα αποτελεί προτεραιότητα, καθώς κρίνεται ότι οι αγορές πρέπει να αισθάνονται τη σιγουριά ότι θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους, προκειμένου να συνεχίσουν να δανείζουν την Ελλάδα με τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια της τάξεως του 1%- 1,2%. Προς το παρόν, στη διατήρηση των πολύ χαμηλών επιτοκίων συμβάλλει και το πρόγραμμα επαναγοράς κρατικού χρέους που εκτελεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ωστόσο, επειδή το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα έχει συγκεκριμένη ημερομηνία λήξεως - μένει να αποφασιστεί αν θα παραταθεί και πέραν του Ιουνίου του 2021- η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει ότι δεν θα βρεθεί σε « κενό χρόνου » χωρίς, πρώτον, να υπάρχει το μαξιλάρι ασφαλείας της ΕΚΤ - η οποία αγοράζει πλέον και ελληνικούς τίτλους από τη δευτερογενή αγορά- και, δεύτερον, χωρίς τα πολύ υψηλά ταμειακά διαθέσιμα που λειτουργούν ως «εγγύηση» για τους αγοραστές των ομολόγων που εκδίδει ο ΟΔΔΗΧ. Η αξιοποίηση αυτών των διαθεσίμων -κυρίως για την απομείωση του χρέους- εκτιμάται ότι μπορεί να συνδυαστεί με τη διασφάλιση της επεν
δυτικής βαθμίδας καθώς αυτή θα λειτουργήσει επίσης ως «ασπίδα» για το κόστος δανεισμού της χώρας. Δεδομένης, πάντως, της πανδημίας αλλά και των επιπτώσεων που αυτή προκαλεί στο ελληνικό χρέος ( το τελευταίο αναμένεται να εκτιναχθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ στην περιοχή του 200%, ενώ σε απόλυτο αριθμό θα ξεπεράσει τα 340 δισ. ευρώ) ο χρόνος που απαιτείται για να επιτευχθεί η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας υπολογίζεται σε τουλάχιστον 24 μήνες.
Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας αυτή τη στιγμή ανέρχονται στα 38 δισ. ευρώ, καθώς η επιτυχής επανέκδοση του 10ετούς ομολόγου που απέφερε 2,5 δισ. ευρώ συνέπεσε χρονικά με το τέλος Αυγούστου και την είσπραξη του ΦΠΑ του Ιουλίου, αλλά και της διπλής δόσης του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων. Ουσιαστικά δηλαδή έχουν χρηματοδοτηθεί τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι τώρα για την καταπολέμηση της πανδημίας και η χώρα διατηρεί τον ίδιο «κουμπαρά» με αυτόν που είχε και στις αρχές του χρόνου, πριν δηλαδή ξεσπάσει η πανδημία. Βέβαια, για να καταγραφεί αυτή η επίδοση, έχει υπάρξει κόστος και αυτό δεν είναι άλλο από την αύξηση του δημόσιου χρέους.
Ο «κουμπαράς ασφαλείας» -ο οποίος περιλαμβάνει βέβαια και το σκληρό μαξιλάρι των 15,7 δισ. ευρώ που είναι δεσμευμένο από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας- αναμένεται ότι θα παραμείνει γεμάτος (δηλαδή με υπόλοιπο άνω των 33-34 δισ. ευρώ) και μέχρι το τέλος του έτους παρά το γεγονός ότι στο χρονικό διάστημα που υπολείπεται μέχρι το τέλος του 2020 θα χρειαστούν πόροι άνω των 6 δισ. ευρώ. Με αυτό το ποσό, θα πληρωθούν τα αναδρομικά στους συνταξιούχους (τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ), η 3η φάση της επιστρεπτέας προκαταβολής, οι επιδοτήσεις για το πρόγραμμα «Γέφυρα», τα προγράμματα στήριξης των εργαζομένων και οι εξοπλιστικές δαπάνες. Από την άλλη, όπως επισήμανε και χθες ο υπουργός Οικονομικών μιλώντας στην ΕΡΤ, αναμένεται να εισπραχθούν περί τα 2,7 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα Sure.
Επίσης, δεν έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο να υπάρξει και νέα έξοδος στις αγορές «χωρίς ωστόσο αυτό να θεωρείται και απαραίτητο», όπως αναφέρει αρμόδιο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου. Άλλωστε, στο οικονομικό επιτελείο έχει αποφασιστεί ότι -έστω και για ψυχολογικούς λόγους- το χρέος δεν πρέπει να ξεφύγει φέτος πάνω από το 200% του ΑΕΠ, οπότε δεν αποκλείεται τις τελευταίες εβδομάδες της χρο
νιάς θα «θυσιαστεί» και ένα τμήμα από το μαξιλάρι προκειμένου να επιτευχθεί και αυτός ο στόχος.
Τρεις «κανόνες»
Το πρόγραμμα δανεισμού του 2021 θα στηριχτεί στους ίδιους «κανόνες» που ακολουθήθηκαν κατά τη σύνταξη του στρατηγικού σχεδίου για το 2020 με την... ελπίδα ότι ο κορονοϊός δεν θα ανατρέψει και πάλι τον σχεδιασμό όπως συνέβη και φέτος. Με αυτό το δεδομένο, προγραμματίζεται:
1
Η άντληση περίπου 7-8 δισ. ευρώ μέσω των αγορών με αρχικό στόχο να πραγματοποιηθούν τρεις ή τέσσερις εκδόσεις μέσα στην επόμενη χρονιά ώστε η Ελλάδα θα κάνει αισθητή την παρουσία της περίπου ανά τρεις μήνες. Το ζητούμενο από εδώ και στο εξής -καθώς οι βασικοί στόχοι όπως η ποιοτική σύνθεση των επενδυτών που θα τοποθετούνται στα ελληνικά χαρτιά, αλλά και το χαμηλό κόστος δανεισμού φέρονται να έχουν επιτευχθεί προς το παρόν- θα είναι να γίνονται και «μεγάλες εκδόσεις», ώστε το άνοιγμα του βιβλίου προσφορών να συνιστά «γεγονός» για τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
2
Ο περιορισμός της έκθεσης στους βραχυπρόθεσμους
τίτλους. Και για φέτος υπήρχε στόχος να περιοριστεί η έκθεση στα έντοκα γραμμάτια του ελληνικού Δημοσίου ώστε να μειωθεί η συνολική οφειλή κάτω από τα 10 δισ. ευρώ. Λόγω της πανδημίας, αυτός ο σχεδιασμός ανετράπη φέτος και ο δανεισμός από τα έντοκα, παρά το γεγονός ότι είχε μειωθεί στο πρώτο δίμηνο της χρονιάς, έχει ήδη επανέλθει στα περσινά επίπεδα.
3
Η αναχρηματοδότηση τμημάτων του ελληνικού χρέους που εξακολουθεί να έχει υψηλότερο κόστος από αυτό που μπορεί να διασφαλίσει ο ΟΔΔΗΧ μέσω των αγορών. Στη σχετική λίστα των πιθανών εναλλακτικών, δεσπόζει και πάλι η οφειλή προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οποία αποπληρώνεται μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2024. Και πάλι λόγω πανδημίας, δεν προχώρησε η προγραμματισμένη για φέτος δεύτερη πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ, το οποίο μας κοστίζει πλέον περίπου 1,9% ( δηλαδή σχεδόν τα διπλά σε σχέση με το κόστος που διασφαλίζεται μέσω των αγορών με ένα ομόλογο 5ετίας). Αυτό βέβαια δεν εμποδίζει το να προχωρήσει ένα αντίστοιχο σχέδιο μέσα στο 2021 υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι οι συνθήκες θα το επιτρέψουν.