Το νέο πλαίσιο ελέγχου πολιτικών, αξιωματούχων για ξέπλυμα χρήματος
Τι προβλέπει το σχέδιο νόμου του ΥΠΟΙΚ
Αλλαγές στα κριτήρια με βάση τα οποία τα πολιτικά πρόσωπα, οι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί, οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, τα στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ανώτατοι διπλωματικοί υπάλληλοι και οι διοικητές κρατικών οργανισμών θα εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του νόμου για την πρόληψη και την καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες προβλέπει το νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών αργά τα μεσάνυχτα της περασμένης Παρασκευής.
Οι νέες διατάξεις
Σύμφωνα με το άρθρο 14 του νομοσχεδίου, ο υπουργός Οικονομικών και ο πρόεδρος της Βουλής με μια απλή κοινή απόφασή τους θα προσδιορίζουν τα ειδικά καθήκοντα και τα είδη των αρμοδιοτήτων των «πολιτικά εκτιθέμενων προσώπων», με βάση τα οποία θα κρίνεται εάν τα πρόσωπα αυτά πρέπει να υπάγονται σε καθεστώς στενότερης παρακολούθησης των οικονομικών συναλλαγών τους και των επιχειρηματικών τους σχέσεων και δραστηριοτήτων καθώς και σε καθεστώς αυστηρότερου ελέγχου της οικονομικής τους δραστηριότητας και της απόκτησης πλούτου ώστε να διαπιστώνεται εάν προβαίνουν σε νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Η κοινή απόφαση του υπουργού Οικονομικών και του προέδρου της Βουλής θα εκδίδεται έπειτα από εισήγηση της Ειδικής Υπηρεσίας Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης της Βουλής.
Ουσιαστικά, η ίδια η εκάστοτε κυβέρνηση και η Βουλή θα κρίνουν για ποια ακριβώς ειδικά καθήκοντα και ποιες ακριβώς αρμοδιότητες των πολιτικών προσώπων και των ανωτάτων κρατικών λειτουργών θα ισχύει αυστηρότερος έλεγχος για τον εντοπισμό αδικημάτων ξεπλύματος μαύρου ή βρόμικου χρήματος.
Ποιους αφορά
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το ήδη ισχύον νομοθετικό πλαίσιο ως «πολιτικώς εκτιθέμενα πρόσωπα στα οποία έχουν ή είχαν ανατεθεί σημαντικά δημόσια λειτουργήματα» θεωρούνται τα παρακάτω φυσικά πρόσωπα: α) οι αρχηγοί κρατών, αρχηγοί κυβερνήσεων, υπουργοί, αναπληρωτές υπουργοί και υφυπουργοί, β) τα μέλη κοινοβουλίων ή αντίστοιχων νομοθετικών σωμάτων, γ) τα μέλη των διοικητικών οργάνων πολιτικών κομμάτων, δ) τα μέλη ανώτατων δικαστηρίων, συνταγματικών δικαστηρίων ή άλλων υψηλού επιπέδου δικαστικών οργάνων των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, ε) τα μέλη ελεγκτικών δικαστηρίων, στ) τα μέλη διοικητικών συμβουλίων κεντρικών τραπεζών, ζ) οι πρέσβεις και επιτετραμμένοι διπλωμάτες, η) οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί ενόπλων δυνάμεων, θ) τα μέλη διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων κρατικών επιχειρήσεων, ι) οι διευθυντές, αναπληρωτές διευθυντές και μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμη θέση σε διεθνείς οργανισμούς.
Κανένα από τα ανωτέρω δημόσια λειτουργήματα δεν αφορά πρόσωπα που κατέχουν ενδιάμεσες ή χαμηλές θέσεις της υπαλληλικής ιεραρχίας.
Ο βασικός στόχος
Κατά τα λοιπά και σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει το υπουργείο Οικονομικών σε σχετική ανακοίνωσή του, το σχέδιο Νόμου « Τροποποίηση του ν. 4557/2018 (Α' 139) για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας - Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/843 (L 156) και του άρθρου 3 της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/ 2177 (L 334)», το οποίο κατατέθηκε λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της περασμένης Παρασκευής στη Βουλή, ενσωματώνει την 5η Οδηγία για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εισάγοντας τροποποιήσεις στον ν. 4557/2018, ο οποίος αποτελεί το βασικό εθνικό νομοθέτημα για τον σκοπό αυτό. «Στόχος», όπως υποστηρίζει το υπουργείο Οικονομικών, «είναι η εξασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μέσω της ενδυνάμωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος από πιθανές περιπτώσεις ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας».
Σύμφωνα, εξάλλου, με τα όσα αναφέρει στην ανακοίνωσή του το υπουργείο:
Με το παρόν σχέδιο νόμου, το οποίο έλαβε την τελική του μορφή μετά από γόνιμη και εποικοδομητική διαβούλευση, ενισχύεται το νομικό πλαίσιο για την πρόληψη και καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, διευρύνοντας τις δυνατότητες συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων αρμόδιων φορέων και την πρόσβαση σε μητρώα και διαθέσιμες πληροφορίες.
Επίσης, θεσπίζονται περιορισμοί στην ανωνυμία που περιβάλλει ψηφιακά νομίσματα, υπηρεσίες θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών και προπληρωμένες κάρτες και καθορίζονται κριτήρια και δικλίδες ασφαλείας σχετικά με συναλλαγές από και προς τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, όπως χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ακόμα, ενθαρρύνονται οι καταγγελίες για παραβιάσεις του ν. 4557/2018 που προέρχονται από εργαζόμενους εντός των υπόχρεων προσώπων, μέσω της ενίσχυσης του πλαισίου προστασίας αυτών και της θεσμοθέτησης κατάλληλων εσωτερικών μηχανισμών και διαδικασιών.
Μεγαλύτερη διαφάνεια
Επιπλέον, βάσει των όσων υποστηρίζει το υπουργείο Οικονομικών, με το σχέδιο νόμου:
Αυξάνεται η διαφάνεια των εταιρικών δομών και επεκτείνονται (α) η υποχρέωση καταχώρισης στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων των εταιρικών ή άλλων νομικών οντοτήτων, καθώς και (β) η υποχρέωση παροχής στα υπόχρεα πρόσωπα του Νόμου όλων των αναγκαίων πληροφοριών, προκειμένου η εταιρική ή άλλη νομική οντότητα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του νέου πλαισίου. Επίσης, η υποχρέωση καταχώρισης διευρύνεται, ώστε να καλύπτει επιπλέον τους εμπιστευματοδόχους σε σχήμα ρητής εμπιστευματικής διαχείρισης (express trust) που ασκείται στην Ελλάδα ή διαμένουν στην Ελλάδα. Από την υποχρέωση καταχώρισης εξαιρούνται οι φορείς που περιλαμβάνονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης το οποίο τηρείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, οι εισηγμένες εταιρείες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης και οι αρμόδιες αρχές για την εποπτεία ξεπλύματος χρήματος και
χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του ν. 4557/2018 στους παρόχους υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων και στους παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών και εισάγεται η υποχρέωση δημιουργίας μητρώου για την εγγραφή τους. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι η αρμοδιότητα για την άσκηση της εποπτείας τους για θέματα ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και η δημιουργία μητρώου ανατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α' 163) ορίζεται ως ο κεντρικός αυτοματοποιημένος μηχανισμός ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων για την έγκαιρη εξακρίβωση οποιωνδήποτε προσώπων κατέχουν ή ελέγχουν τραπεζικούς λογαριασμούς και λοιπά τραπεζικά προϊόντα. Ταυτόχρονα, παρέχεται δυνατότητα πρόσβασης στις αρμόδιες αρχές του Νόμου.
Περιορισμοί και κυρώσεις Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του νομοσχεδίου:
Στο εξής θα ισχύει περιορισμός στις συναλλαγές που θα μπορούν να πραγματοποιούνται με προπληρωμένες (και κατά κανόνα δύσκολα ανιχνεύσιμες) κάρτες, χωρίς έλεγχο για το ενδεχόμενο διάπραξης του αδικήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα με βάση το νομοσχέδιο δεν θα ελέγχονται συναλλαγές για αγορά αγαθών ή υπηρεσιών μόνο αν η συναλλαγή δεν υπερβαίνει τα 150 ευρώ και η κάρτα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στην Ελλάδα.
Η Αρχή Καταπολέμησης της
Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες αποκτά πρόσβαση σε πολύ περισσότερες πληροφορίες για να διευκολυνθεί ο εντοπισμός του μαύρου χρήματος. Επίσης, ανοίγει ο δρόμος για λεπτομερέστερο και ταχύτερο έλεγχο στα υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεων.
Το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ&ΛΠ) που χρησιμοποιείται πλέον και από την ΑΑΔΕ για τον εντοπισμό της φοροδιαφυγής θα αποτελεί κεντρικό εργαλείο για την έγκαιρη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών. Για τους παραβάτες προβλέπονται δρακόντειες ποινές, καθώς -πέραν των ποινών φυλάκισης- επιβάλλονται και πρόστιμα που ξεπερνούν ακόμη και το 1 εκατ. ευρώ.
Όλοι οι υπόχρεοι στο να συμβάλλουν στον εντοπισμό του μαύρου χρήματος -τράπεζες, φοροτεχνικοί κ.λπ.- θα πρέπει να εφαρμόζουν τη λεγόμενη «δέουσα επιμέλεια» στις εξής περιπτώσεις: α) όταν συνάπτουν επιχειρηματική σχέση, β) όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που: ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, αποτελεί μεταφορά χρηματικών ποσών, σύμφωνα με τον ορισμό του στοιχείου 9 του άρθρου 3 του Κανονισμού (Ε.Ε.) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 141) άνω των 1.000 ευρώ, γ) όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό 10.000 ευρώ τουλάχιστον, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, δ) όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά ποσό 2.000 ευρώ τουλάχιστον κατά την κατάθεση του στοιχήματος, την είσπραξη των κερδών ή και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους, ε) όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού.
Τέλος, μπλοκάρονται κάθε είδους συναλλαγές προς τρίτες χώρες τις οποίες η Ε.Ε. θεωρεί «υψηλού κινδύνου».
Με το νέο σχέδιο νόμου θεσπίζονται περιορισμοί στην ανωνυμία που περιβάλλει ψηφιακά νομίσματα, ενώ καθορίζονται δικλίδες ασφαλείας σχετικά με συναλλαγές από και προς τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου.