Ο Σεπτέμβριος προπομπός εκτίναξης στη μεταβλητότητα του Οκτωβρίου
Η πορεία της πανδημίας και οι εκλογές στις ΗΠΑ πρέπει να «επιλυθούν» επενδυτικά
Μια σκληρή για τις μετοχικές αξίες εβδομάδα ήταν η τέταρτη του Σεπτεμβρίου και ενώ απομένουν τρεις συνεδρίες έως το τέλος του και λιγότερο από έξι εβδομάδες ως τις εκλογές για τον Λευκό Οίκο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά ζητήματα που πρέπει να «επιλυθούν» επενδυτικά. Είναι για τις αγορές των ΗΠΑ κυρίως, η πορεία της πανδημίας, ο συνεχιζόμενος αντίκτυπός της στην οικονομία και το αποτέλεσμα των προσεχών εκλογών. Αντίστοιχα στην Ευρώπη, η επιστροφή των ρυθμών εξάπλωσης της νόσου του COVID-19 προκαλεί μεγάλη ανησυχία. Καθώς οι κυβερνήσεις, από μέρα σε μέρα κυριολεκτικά, αποφασίζουν μέτρα περιορισμού των δραστηριοτήτων των πολιτών. Ειδοποιώντας ότι η μη τήρησή τους θα οδηγήσει μοιραία σε ολικό lockdown.
Πανδημία και πολιτική
Όταν οι αναλυτές προσεγγίζουν τα πιθανά εκλογικά αποτελέσματα με βάση την εξέλιξη της πανδημίας γίνεται σαφές στους εκτός ΗΠΑ διαχειριστές το πόσο δύσκολα θα απαντηθεί ποιος θα είναι ο ένοικος του Λευκού Οίκου τον Ιανουάριο του 2021. Με τους θανάτους από τον COVID-19 στις ΗΠΑ να ξεπερνούν τις 200.000 την περασμένη εβδομάδα, μετά από αύξηση των νέων ανά ημέρα κρουσμάτων για πρώτη φορά σε οκτώ εβδομάδες, ο ρόλος της οικονομίας στις επικείμενες προεδρικές εκλογές θα μπορούσε να αποκτήσει αυξημένη σημασία. Αλλά χωρίς να είναι ξεκάθαρο το πώς. Σε προηγούμενες αναμετρήσεις το κόμμα του προέδρου που τα είχε καταφέρει καλά στο οικονομικό πεδίο είχε μεγάλες
πιθανότητες να κυριαρχήσει και οι δείκτες της Wall Street το προεξοφλούσαν με την απουσία πιέσεων, αφού το κλίμα δεν θα άλλαζε. Φέτος όμως έχουμε μια ειδική κατάσταση. Ο πρόεδρος της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι η δύναμη της οικονομικής ανάκαμψης της χώρας εξαρτάται από τη διατήρηση της νόσου του νέου κορονοϊού υπό έλεγχο. Ορίζοντας τη δυνατότητα ελέγχου της πανδημίας ως κρίσιμο παράγοντα για την ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης στους Αμερικανούς πως είναι ασφαλές να συνεχίσουν την κανονική δραστηριότητα.
Οι Αμερικανοί δεν είχαν συνειδητοποιήσει πόσο καλά ήταν το 2019. Μόλις χτύπησε η πανδημία το 2020, όλοι καταλήξανε στο συμπέρασμα ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια πριν η ζωή είναι τόσο καλή όσο ήταν το 2019. Το εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε σε επίπεδα ρεκόρ υψηλών το 2019. Η ετήσια σειρά που καταρτίστηκε από το Γραφείο Απογραφής και χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της φτώχειας στην Αμερική, το μέσο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών, ήταν κλασικό επιχείρημα για τους οικονομικά απαισιόδοξους και τους λεγόμενους προοδευτικούς πο
λιτικούς τα τελευταία χρόνια. Καθώς επιβεβαίωνε την άποψή τους ότι, για τους περισσότερους Αμερικανούς, το βιοτικό επίπεδο έχει σταματήσει για χρόνια. Μετά τις αλλαγές στον υπολογισμό του, επέστρεψε στο σωστό δρόμο εγκαταλείποντας μια παραπλανητική εμφάνιση στασιμότητας από το 2000 έως το 2016. Η μέση τιμή του οικογενειακού εισοδήματος, η οποία προσαρμόζεται για τον πληθωρισμό χρησιμοποιώντας τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, σημείωσε άνοδο 9,2% από το 2016 έως το 2019 και έφτασε στα υψηλότερα επίπεδα κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών (2017-19).
Αλλά η πανδημία είναι πιθανό να εξαφανίσει το εξαιρετικά θετικό οικονομικό αποτέλεσμα της περιόδου της διακυβέρνησης Τραμπ και οι αναλυτές προσπαθούν μέσα από δεδομένα υγειονομικού ενδιαφέροντος και μακροοικονομικού περιεχομένου, να ανακαλύψουν το αποτέλεσμα σε συγκεκριμένες πολιτείες. Επειδή ο πληθυσμός τους μπορεί να ταλαντευτεί είτε προς τους Ρεπουμπλικάνους είτε προς τους Δημοκρατικούς. Είναι του Ουισκόνσιν και του Μίσιγκαν που μάλλον κερδίζουν οι Δημοκρατικοί και της Φλόριντα, της Αριζόνα, της Πενσιλβανία και Βόρειας Καρολίνας που έχουν το πάνω χέρι οι Ρεπουμπλικάνοι.
Στατιστικές πληροφορίες
Όταν η ορατότητα των επενδυτών είναι μειωμένη από σειρά αιτίων που δεν έχουν καμία περιοδικότητα όπως η πανδημία του 2020, ή εμφανίζονται αραιά περιοδικά όπως οι εκλογές, τα στατιστικά δεδομένα από την προϊστορία των αγορών αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.
Ο S&P 500, που θεωρείται ο αντιπροσωπευτικότερος μετοχικός δείκτης στον κόσμο, έφτασε στο ρεκόρ υψηλών βίου στις 2 Σεπτεμβρίου. Είναι 7,88% χαμηλότερα με βάση τα κλεισίματα τότε και την Παρασκευή (25/9). Ο Σεπτέμβριος έχει παράδοση στο να είναι ο χειρότερος μήνας του έτους για το χρηματιστήριο. Από το 1928, η μέση απώλεια του μήνα ήταν 1,0%. Τα επιβαρυντικά από τη στατιστική νέα είναι ότι ο S&P 500 έχανε 4,6% κατά μέσο όρο κατά τη διάρκεια των 49 πτωτικών Σεπτεμβρίων από τους 91 στο ξεκίνημα του φθινοπώρου μήνες, από το 1928. Το θετικό ωστόσο είναι ότι οι καθοδικοί Σεπτέμβριοι δημιουργούν ευκαιρίες αγοράς για το υπόλοιπο του έτους με μέσο όρο κέρδους για Οκτώβριο (0,4%), Νοέμβριο (0,8%) και Δεκέμβριο (1,3%). Ωστόσο, 38 φορές από το 1928 που τον Οκτώβριο σημειώθηκε πτώση, ο S&P 500 μειώθηκε κατά μέσο 4,7%. Από αυτά φαίνεται ότι φέτος η πτώση είναι πολύ πάνω από τις μέσες απώλειες των καθοδικών Σεπτεμβρίων και επίσης γίνεται σαφές πως όταν ο Οκτώβριος αποδειχθεί πτωτικός, προκαλεί σημαντικές απώλειες στον βαρύτερο μετοχικό δείκτη του πλανήτη. Βέβαια είναι γνωστή στους αγοραίους η έκφραση: Η προηγούμενη απόδοση δεν αποτελεί εγγύηση για μελλοντικές αποδόσεις.
Πολλοί παράγοντες από το στρατόπεδο των bulls είδαν και βλέπουν τις ρευστοποιήσεις από τις 2 Σεπτεμβρίου ως «υγιή διόρθωση». Θεωρώντας ότι η αγορά καλό είναι να αφομοιώσει τα κέρδη της από τις 23 Μαρτίου για να δώσει στα εταιρικά κέρδη λίγο χρόνο για να καλύψουν την απόσταση που έχουν έναντι της ανόδου της τιμής των μετοχών. Έχουν όμως αρχίσει και ανησυχούν, ενώ θα φοβηθούν περισσότερο εάν συνεχιστεί η κατρακύλα της αγοράς. Το στατιστικά βέβαιο σύμφωνα με τον Mark Hulbert στο MarketWatch είναι ότι ο Οκτώβριος αναδεικνύεται στατιστικά ο μήνας του χρόνου με τη μεγαλύτερη μεταβλητότητα. Χρησιμοποιώντας την τυπική απόκλιση των ημερήσιων αλλαγών του Dow Jones Industrial Average κάθε μήνα, του Οκτωβρίου είναι στο 1,43%, με τη μέση τιμή για όλους τους μήνες στο 1,09%. Η αγορά συνήθως ανεβαίνει τον Οκτώβριο όπως αναφέραμε πιο πάνω και σε συνδυασμό με την αστάθεια, δίνει στους επενδυτές μία από τις καλύτερες ευκαιρίες για να μπουν σε μετοχές που θα κρατήσουν έως το τέλος του έτους ή και έως την αρχή του επόμενου.
Πολλοί επενδυτές πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν είναι πιο πιθανό να αυξήσει τους φόρους και προτιμούν μια δεύτερη θητεία για τον Τραμπ, ο οποίος τάσσεται υπέρ της απορρύθμισης και θεωρείται καλύτερος για το χρηματιστήριο συνολικά.