Οι δεύτερες σκέψεις μετά την αντίδραση χωρίς πειθώ
Προβληματισμένοι οι αναλυτές από τη συναλλακτική απαξίωση και την εικόνα απομόνωσης στο Χ.Α.
Αν και η παραμονή του μέσου όρου σε συγκεκριμένο εύρος τιμών διακόπηκε απότομα την τρίτη εβδομάδα του πτωτικού Σεπτεμβρίου με το άλμα του γενικού δείκτη κατά 3,95% στις 14/9, η «βουτιά» κατά 4,29% ύστερα από πέντε συνόδους (21/9) τον επανέφερε στη ζώνη των 610 έως 660 μονάδων. Από ψυχολογικής πλευράς οι θεσμικοί θα ήταν φυσικό να εμφανίσουν μια ανυπομονησία για άνοδο, όταν τα διεθνή χρηματιστήρια εμφάνισαν σημαντικό rebound. Προχθές, ωστόσο, όταν και δόθηκε αυτή η ευκαιρία, η δυναμική της αγοράς δεν αποκάλυψε την ύπαρξη τέτοιων προθέσεων. Οι εγχώριοι παράγοντες διαπιστώνουν τις δυσκολίες που υπάρχουν, καθώς η πανδημία του Covid-19 δείχνει να μην τίθεται υπό έλεγχο και οι επενδυτές δεν ξεχνούν τις επιβαρύνσεις των τραπεζών από αυτήν την κατάσταση, διατηρώντας τον ΔΤΡ γύρω από τις 300 μονάδες.
Σύμφωνα με τον Ηλία Ζαχαράκη, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Fast Finance ΑΕΠΕΥ, «οι κλάδοι που θα εξακολουθήσουν να έχουν ενδιαφέρον είναι η ενέργεια (τρέχει ανεξαρτήτως κλίματος), η πληροφορική (όσες απέμειναν συγκεντρώνουν όλη την πελατεία, ενώ έχουν μεγάλες πιθανότητες για νέα δημόσια έργα στο μέλλον), οι κατασκευές (έχουν σημαντικά νέα έργα τα επόμενα χρόνια από ευρωπαϊκά κονδύλια και ξένες επενδύσεις) και η βιομηχανία (θα αυξήσει τζίρους από τα επερχόμενα νέα δημόσια έργα). Θα συνεχίσουν να προβληματίζουν οι τράπεζες (μέχρι να βρουν κεφάλαια και να ξεφορτωθούν τα “κόκκι
να” θα είναι νευρικές και σε πολύ χαμηλές αποτιμήσεις) και το λιανικό εμπόριο (αν οι εταιρείες του κλάδου δεν ρίξουν το βάρος στις πωλήσεις μέσω Internet θα βλέπουν διολίσθηση των πωλήσεων, με τον ανταγωνισμό να τους καταπίνει). Παντός καιρού θα παραμείνουν οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας (προβληματίζονται μόνο από τη διοίκησή τους, ειδικά όταν είναι δημοσίου τομέα) και τα τρόφιμα».
Ο Δημήτρης Τζάνας, διευθυντής Επενδύσεων της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, μεταξύ άλλων, σχολίασε: « Με σκηνικό χρηματιστηριακής ευφορίας ελέω της άφθονης ρευστότητας που προσφέρουν οι κεντρικές τράπεζες κινούνται οι διεθνείς αγορές, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη πρωταγωνιστής είναι ο τραπεζικός κλάδος που προ
σπαθεί να ανακτήσει μέρος των ύψους περίπου 40% ετησίων απωλειών του (στην Ελλάδα είναι πάνω από 65%). Στις ΗΠΑ, η άνοδος συνδέεται με την πιθανολογούμενη επικείμενη ψήφιση ενός ακόμη γενναίου πακέτου στήριξης από το Κογκρέσο, ύψους τουλάχιστον 2 τρισ. δολαρίων. Για ακόμη μία φορά, όμως, η ευφορία των αγορών δεν αφορά το ελληνικό χρηματιστήριο, το οποίο παραμένει αμέτοχο, με τη συναλλακτική απαξίωση να το χαρακτηρίζει και με τα αντανακλαστικά των αγοραστών να εξαντλούν τη δυναμική τους στις πρώτες 1-2 ώρες της συνεδρίασης. Την ίδια ώρα, σημαντικές εν δυνάμει συναντήσεις, όπως αυτή του πρωθυπουργού με τους εκπροσώπους της αμερικανικής International Development Finance Corporation, δεν συγκινούν την
επενδυτική κοινότητα».
Σύμφωνα με τον κ. Τζάνα, «οι λόγοι της απομόνωσης του ελληνικού χρηματιστηρίου από τα επενδυτικά δρώμενα δεν είναι άγνωστοι και είναι σκόπιμο να επισημανθούν για μια ακόμη φορά:
H συντήρηση υφεσιακού περιβάλλοντος στην ελληνική οικονομία που φτάνει τις συνθήκες αποπληθωρισμού, καθώς η φετινή κατάρρευση του τουρισμού και οι επιπτώσεις στην οικονομία λόγω της έξαρσης της πανδημίας αναμένεται να οδηγήσουν ίσως και σε διψήφιο ποσοστό υποχώρησης του ΑΕΠ φέτος.
Ο χαμηλός βαθμός ορατότητας στον τραπεζικό κλάδο, καθώς οι συνθήκες της πανδημίας διαμορφώνουν προϋποθέσεις για νέα NPLs (6-10 δισ. ευρώ κατά τη
Morgan Stanley, την ΤτΕ κ.ά.) κι ενώ δεν αναμένεται να γνωστοποιηθεί το ύψος τους πριν από το τέλος του 2021.
Η αδυναμία διαμόρφωσης πειστικού εθνικού σχεδιασμού, ώστε να οι αγορές να υιοθετήσουν το σενάριο ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ένα ενδιαφέρον growth story από το 2021 απορροφώντας κονδύλια 70 δισ. ευρώ τα επόμενα έτη.
Οι χρόνιες παθογένειες του ελληνικού χρηματιστηρίου και το έλλειμμα μιας ολιστικής πολιτικής για την αντιμετώπισή τους.
Τέλος, παρά την αναγγελία έναρξης ελληνοτουρκικού διαλόγου στο εγγύς μέλλον, το απρόβλεπτο της προσωπικότητας του Ταγίπ Ερντογάν συντηρεί υψηλό βαθμό γεωπολιτικής αβεβαιότητας στην Ανατολική Μεσόγειο».