Προβληματισμοί ΣΕΤΕ για το νομοσχέδιο του υπ. Τουρισμού
Τον προβληματισμό του για την αποτελεσματικότητα που μπορεί να έχουν κρίσιμα άρθρα του σχεδίου νόμου που έχει στη διαβούλευση το υπουργείο Τουρισμού εκφράζει ο ΣΕΤΕ. Στο «μικροσκόπιο» του ΣΕΤΕ μπαίνουν μεταξύ άλλων οι «Πρότυποι Τουριστικοί Προορισμοί Ολοκληρωμένης Διαχείρισης», αλλά και οι «Αρμοδιότητες Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμού και κατ’ εξαίρεση σύσταση μονομετοχικού Οργανισμού Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμού».
Σε σχέση με τους Πρότυπους Τουριστικούς Προορισμούς Ολοκληρωμένης διαχείρισης ο ΣΕΤΕ σημειώνει: «Για τον χαρακτηρισμό ενός προορισμού ως “Προτύπου Τουριστικού Προορισμού Ολοκληρωμένης Διαχείρισης” θα πρέπει να ορίζονται συγκεκριμένα κριτήρια, ποιοτικά αλλά κυρίως ποσοτικά, για να μην προκύπτει ανασφάλεια δικαίου και ο κίνδυνος να αποτελέσει εργαλείο άσκησης προσωπικής πολιτικής του εκάστοτε υπουργού. Προτείνεται συνεπώς να εμπλουτισθούν ο ορισμός και τα κριτήρια αναγνώρισης με στοιχεία και χαρακτηριστικά που θα έχουν κατά το δυνατόν μετρήσιμο χαρακτήρα. Τέτοια χαρακτηριστικά είναι ιδίως η ύπαρξη τουριστικών εγκαταστάσεων μιας κρίσιμης μάζας και συνολικής δυναμικότητας, η εξυπηρέτηση της περιοχής από αεροδρόμια ή λιμένες, οδικό δίκτυο, η διαμορφωμένη υψηλή και συνεχής ζήτηση».
Λειτουργικός χαρακτήρας
«Επιπρόσθετα», αναφέρει ο ΣΕΤΕ, «τα κριτήρια για την αναγνώριση Πρότυπων Τουριστικών Προορισμών θα πρέπει να έχουν λειτουργικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω προορισμοί, μπορεί να μην εμπίπτουν στα διοικητικά όρια ενός και μόνο δήμου, αλλά να εκτείνονται σε περισσότερους δήμους. Συνεπώς θα πρέπει στον ορισμό να καταστεί σαφές ότι ο χαρακτηρισμός ενός Πρότυπου Τουριστικού Προορισμού μπορεί να γίνεται ανεξαρτήτως διοικητικών ορίων. Αυτό συνάδει και με τη σύνθεση των Αναπτυξιακών Οργανισμών των ΟΤΑ, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων μπορούν κατά νόμο να συμμετέχουν και περισσότεροι δήμοι. Συνεπώς, η αίτηση για τον χαρακτηρισμό μιας περιοχής ως Πρότυπου Τουριστικού Προορισμού μπορεί να υποβάλλεται από περισσότερους ΟΤΑ». Τέλος, υπογραμμίζει ότι ο «ορισμός των Πρότυπων Τουριστικών Προορισμών Ολοκληρωμένης Διαχείρισης φαίνεται να αφορά περιοχές που έχουν ήδη μεγάλη ανάπτυξη. Θα έπρεπε, όμως, να αφήνει τη δυνατότητα για χαρακτηρισμό και περιοχών που έχουν τις προ
οπτικές να αναπτυχθούν και ο χαρακτηρισμός τους να διευκολύνει την ύπαρξη σχεδίου για τη βιώσιμη ανάπτυξή τους».
Όσον αφορά τις «Αρμοδιότητες Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμού και κατ’ εξαίρεση σύσταση μονομετοχικού Οργανισμού Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμού » , υπογραμμίζει χαρακτηριστικά: «Οι οργανισμοί διαχείρισης και προώθησης προορισμών (DMOs) αποτελούν ίσως την αχίλλειο πτέρνα του ελληνικού τουρισμού. Παρόλο που η πρόθεση νομοθέτησης επί του θέματος συμβολίζει το ενδιαφέρον της πολιτείας επί του ζητήματος, δυστυχώς, η ύπαρξη θεσμικού πλαισίου δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε ικανή συνθήκη για τη δημιουργία και καλή λειτουργία DMOs. Οι DMOs προϋποθέτουν κουλτούρα συνεργασίας όλων των εμπλεκομένων του τουρισμού, καθώς και
τεχνογνωσία και εξειδίκευση και όχι απαραίτητα θεσμικό πλαίσιο. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου παρουσιάζει ένα πολύπλοκο πλαίσιο, που δύσκολα θα εφαρμοστεί, ενώ για τις περιπτώσεις που αυτό θα επιτευχθεί δεν συντρέχουν οι βασικές προϋποθέσεις για να παραχθούν αποτελέσματα».
Για τον ΣΕΤΕ, δεν αντιμετωπίζεται μεταξύ άλλων η περίπτωση πολλών DMOs ανά προορισμό (Δήμος, Περιφέρεια), καθώς και η μη ταύτιση των «προορισμών» με τα διοικητικά όρια, αλλά και η χρηματοδότηση (το 1% των εσόδων είναι αυθαίρετο και επιπλέον δεν λύνει το ζήτημα της ανταποδοτικότητας του τέλους παρεπιδημούντων) και πρόσβαση σε ΕΣΠΑ κονδύλια δεν θα έχουν όλοι οι DMO. Παράλληλα τονίζει ότι «δεν αντιμετωπίζεται το ζήτημα της τεχνογνωσίας, καθώς καμία πρόνοια δεν λαμβάνεται να μη συμβεί αυτό που συμβαίνει κατά κόρον στην τοπική αυτοδιοίκηση σε σχέση με τα θέματα τουρισμού που απαιτούν εξειδίκευση. Είναι απολύτως αναγκαίος ο ορισμός στη διοίκηση ανθρώπων που γνωρίζουν, εκτός από δημόσια διοίκηση, τα ζητήματα του τουρισμού (προβολή και ανάπτυξη προϊόντος), που θα υλοποιήσουν πολιτικές προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. Η επιλογή των κατάλληλων ανθρώπων, όσο κι αν δεν μπορεί να προβλεφθεί διά νόμου, αποτελεί το μεγάλο στοίχημα μιας νομοθετικής παρέμβασης που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε οι Οργανισμοί να αποτελέσουν δυνάμεις προόδου για τον προορισμό». Τέλος, αναφέρει ότι αποκλείεται η συμμετοχή των ιδιωτικών φορέων/ενώσεων, το οποίο είναι τελείως στην αντίθετη από την επιθυμητή κατεύθυνση.
[SID:14478494]