Γιατί οι τραπεζικές μετοχές δεν προσελκύουν αγοραστές
«Αγκάθι» η σύγκριση των επιδόσεων σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη
Θα επιχειρήσουμε μια σχετικά απλή προσέγγιση στο φαινόμενο της ελληνικής αγοράς. Δηλαδή στο γιατί δυσκολεύεται να αποκτήσει σταθερότητα στην ανοδική της τάση, ενώ τα περισσότερα χρηματιστήρια του πλανήτη από το φθινόπωρο πέρυσι, με την είδηση της κυκλοφορίας των εμβολίων βαδίζουν σταθερά, με ενδιάμεσα φυσικά κάποιες διορθώσεις ψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδά τους ή πολύ κοντά σε αυτά.
Για αυτή την ενοχλητική διαφοροποίηση την «ευθύνη» φέρουν οι τραπεζικές μετοχές και για την ακρίβεια, ίσως φταίει το γεγονός πως η σύγκριση με τις επιδόσεις του κλάδου στην Ευρωζώνη καθιστά πολύ γοητευ
τικότερες τις μετοχές σχεδόν όλων των άλλων τραπεζών. Αφορμή για τις παρατηρήσεις που ακολουθούν έδωσε ένα άρθρο στην WSJ, με τίτλο «Οι τράπεζες της Ευρώπης ανταμείβουν τους κυνηγούς ευκαιριών».
Φέτος, ο δείκτης Euro Stoxx Banks σημείωσε άνοδο 26% -σε σύγκριση με αύξηση 14,5% για τον ευρύτερο δείκτη αναφοράς Euro Stoxx 600- και πρόσφατα ανέκτησε όλο το έδαφος που έχασε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Μερικές μεμονωμένες μετοχές έχουν αποδώσει ακόμα καλύτερα. Η ισπανική Banco de Sabadell SA, η οποία είχε σφυροκοπηθεί κατά την περίοδο των lockdown λόγω της πανδημίας, αυξήθηκε κατά 60% το 2021, ενώ η γαλλική τράπεζα
Societe Generale SA σημείωσε άνοδο σχεδόν 50%.
Οι μετοχές της Deutsche Bank διαπραγματεύονται πάνω από τα επίπεδα που βρισκόντουσαν πριν από την πανδημία. Έπειτα από χρόνια απωλειών, ο διευθύνων σύμβουλος Christian Sewing ξεκίνησε μια αναθεώρηση το 2019 με επίκεντρο τη μείωση του κόστους. Μια πιο λιτή τράπεζα και μια άνοδος στη δραστηριότητα της αγοράς βοήθησαν την τράπεζα νωρίτερα, το 2021, να δημοσιεύσει το ισχυρότερο τρίμηνό της σε επτά χρόνια. Η χαμηλή παρουσία επισφαλών χρεογράφων στον ισολογισμό της βοήθησε επίσης. Σε μεγάλο βαθμό, οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών έχουν αυξηθεί πολύ φέτος επει
δή μειώθηκαν πάρα πολύ το 2020. Και ενώ τα κέρδη ήταν εντυπωσιακά, η άνοδος συμβαδίζει με τον δείκτη τραπεζών S&P 500 στις ΗΠΑ. Σε χρονικό πλαίσιο ενός έτους, οι τράπεζες των ΗΠΑ, οι οποίες είναι πολύ πιο κερδοφόρες, έχουν καλύτερες επιδόσεις.
Τα προ πανδημίας επίπεδα της αγοράς ήταν για τον Γ.Δ. γύρω από τις 920 μονάδες, με ανώτερο σε κλείσιμο το 2020 τις 949 περίπου. Για τον ΔΤΡ τα επίπεδα που βρισκόταν όταν ξεκίνησε η κατηφόρα ήταν σε κλείσιμο οι 798 μονάδες και το ανώτερο το 2020 γι’ αυτόν όταν κορύφωσε ο Γ.Δ., ήτοι στις 24/1/20, ήταν στις 950 μονάδες. Από αυτά και μόνο γίνεται σαφές πως ο κλάδος που στήριξε επί χρό
νια την αγορά, παρουσιάζει τεράστια υστέρηση έναντι του μέσου όρου. Διότι χθες ο Γ.Δ. ήταν στις 878 μονάδες, ήτοι -4,6% χαμηλότερα από το ξεκίνημα της κατηφόρας λόγω πανδημίας και -7,5% από την κορυφή του 2020. Τα ίδια μεγέθη για τον ΔΤΡ είναι -39,5% χαμηλότερα από τον κορύφωσή του το 2020 και -33% από την τιμή του πριν από την πανδημία.
Η ΑΛΦΑ στις 24/1/20 ήταν στο 1,855 ευρώ και ξεκίνησε την κατηφόρα από το 1,596, ενώ χθες πάλευε να κρατηθεί στο 1,005 ευρώ και απέχει -46% από το κλείσιμο στις 24/1 και -37% από την έναρξη της κατρακύλας λόγω πανδημίας. Η ΕΤΕ από τα υψηλά του 2020 είναι -23% χαμηλότερα και από τα προ παν
δημίας επίπεδα -11%. Η ΕΥΡΩΒ στον κορύφωση της αγοράς το 2020 ήταν στο 0,908 ευρώ και στην αρχή της κατηφόρας στις 21/2 ήταν στο 0,74 ευρώ και χθες βρέθηκε στο 0,82 ευρώ και άρα είναι -10% κάτω από την τιμή της στις 24/1, αλλά +10% πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα. Για την ΠΕΙΡ με βάση τις αναπροσαρμοσμένες τιμές της η τιμή στις 24/1 ήταν 54,9 ευρώ και στις 20/2/20 ήταν στα 50,1 ευρώ. Χθες βρέθηκε στο 1,41 και για αυτήν τα ποσοστά περιττεύουν. Τα ποσοστά αξίζουν σαν τάξη μεγέθους και χωρίς πολλά - πολλά αποκαλύπτουν τους λόγους για τη μειωμένη ελκυστικότητα των ελληνικών τραπεζών.
[SID:14487511]