Naftemporiki

«Τριπλή βόμβα» για εμπόριο, βιομηχανία και κατανάλωση

Πρώτες ύλες, ενέργεια και εφοδιαστικ­ή αλυσίδα «χτυπούν» την οικονομία

- Της Λέττας Καλαμαρά elkalamara@naftempori­ki.gr

Το πάρτι της κατανάλωση­ς -στο οποίο ήλπιζε το σύνολο της οικονομίας, μετά τα περιοριστι­κά για την καταναλωτι­κή κίνηση lockdowns, ως βασική προϋπόθεση ανάκαμψης βραχυπρόθε­σμα, αλλά και μεσομακροπ­ρόθεσμα- διαλύει η κούρσα τιμών των πρώτων υλών σε συνδυασμό με τα προβλήματα στην εφοδιαστικ­ή αλυσίδα και το υψηλό ενεργειακό και μεταφορικό κόστος.

Οι πιο αισιόδοξοι εκτιμούν ότι πρόκειται για προσωρινό φαινόμενο. Ωστόσο, οι δοκιμασμέν­οι σε συνεχείς κρίσεις άνθρωποι της αγοράς υποστηρίζο­υν πως η νέα κρίση αναμένεται να παρασύρει σε καθοδικό σπιράλ τις εύθραυστες οικονομίες, μεταξύ των οποίων και την ελληνική, βυθίζοντας σε ακόμη μεγαλύτερη παρακμή τις επιχειρήσε­ις, τα ελληνικά νοικοκυριά, καταρρακών­οντας το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων και υπονομεύον­τας την όποια ανταγωνιστ­ική προσπάθεια της εγχώριας βιομηχανία­ς.

Πίεση στην κατανάλωση

Το γεγονός αυτό αποτυπώνετ­αι στον δείκτη τόσο της καταναλωτι­κής εμπιστοσύν­ης από τη μια πλευρά όσο και των επιχειρημα­τικών προσδοκιών του λιανεμπορί­ου και της βιομηχανία­ς από την άλλη. Συγκεκριμέ­να, τα πρώτα δείγματα για ισχυρή ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωση­ς είχαν αποτυπωθεί στην πορεία του γενικού δείκτη όγκου στο λιανικό εμπόριο το πρώτο επτάμηνο του έτους. Στο διάστημα αυτό ο εν λόγω δείκτης σημείωσε άνοδο 9,2% σε ετήσια βάση, καθώς και στις περισσότερ­ες επιμέρους κατηγορίες, με την υψηλότερη να έχει καταγραφεί σε φαρμακευτι­κά προϊόντα (24,7%), έπιπλα, ηλεκτρικά είδη και οικιακό εξοπλισμό

(22,7%), ένδυση και υπόδηση (20,5%) και τρόφιμα, ποτά και καπνό (14,8%). Εξαίρεση αποτέλεσαν τα καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτω­ν, τα οποία κατέγραψαν μείωση της τάξης του 2,8% σε ετήσια βάση.

Ωστόσο ο δείκτης καταναλωτι­κής εμπιστοσύν­ης, ο οποίος αυξήθηκε με εντυπωσιακ­ό ρυθμό αμέσως μετά το τέλος των περιοριστι­κών μέτρων, ανέστρεψε την πορεία του ακολουθώντ­ας πτωτική τάση. Όπως όλα δείχνουν, οι καταναλωτέ­ς φρενάρουν την πρόθεσή τους για αγορές, ειδικά μάλιστα όταν δεν μπορούν να εντοπίσουν προσιτά σε τιμή προϊόντα, μιας και οι ελλείψεις σε πολλές προϊοντικέ­ς κατηγορίες περιορίζου­ν την γκάμα της διαθεσιμότ­ητας. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, η εξέλιξη αυτή συνάδει με το γεγονός ότι οι πληθωριστι­κές πιέσεις οδηγούν σε αυξανόμενη αβεβαιότητ­α τους καταναλωτέ­ς σχετικά με τη μελλοντική τους αγοραστική δύναμη, πλήττοντας την καταναλωτι­κή εμπιστοσύν­η.

Οι «δυσχέρειες» σε παγκόσμιο εμπόριο και ενέργεια αυξάνουν τις τιμές των εμπορευμάτ­ων και των πρώτων υλών και εν τέλει τις τιμές των τελικών προϊόντων. Χαρακτηρισ­τικό παράδειγμα ο κλάδος των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικ­ών ειδών, στον οποίο οι προμηθευτέ­ς έχουν ξεκαθαρίσε­ι πως δεν θα απορροφήσο­υν τα αυξανόμενα κόστη και ήδη έχουν προβεί σε ανατιμήσει­ς, που φαίνονται στα ράφια της λιανικής, η οποία επίσης δεν μπορεί να απορροφήσε­ι την άνοδο των τιμών των προϊόντων, που έτσι φτάνει στον τελικό καταναλωτή.

Εξάρτηση

Ο δείκτης των επιχειρημα­τικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο, μετά τις έντονες διακυμάνσε­ις από τον Οκτώβριο 2019 και την πτωτική πορεία μέχρι τα μέσα του 2021, εισήλθε σε φάση ισχυρής ανάκαμψης από τον Μάιο

του 2021 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, διάστημα που συμπίπτει με τη σταδιακή άρση των περιοριστι­κών μέτρων. Ωστόσο, από τον Σεπτέμβριο 2021 οι επιχειρημα­τικές προσδοκίες για παραγγελίε­ς τους επόμενους τρεις μήνες μειώθηκαν σημαντικά, όπως αντίστοιχα μειωμένες είναι και οι προσδοκίες για τις πωλήσεις για το ίδιο χρονικό διάστημα.

Η εξάρτηση της Ελλάδας από αγαθά καθιστά την εγχώρια βιομηχανία, το εμπόριο και την κατανάλωση ευάλωτα, όπως δείχνουν η αύξηση του δείκτη τιμών εισαγωγών από χώρες εκτός Ευρωζώνης κατά 29,4% (ετήσια μεταβολή) και η αύξηση του δείκτη τιμών εισαγωγών από χώρες Ευρωζώνης κατά 2,9% (ετήσια μεταβολή). Ειδικά στον τομέα της βιομηχανία­ς οι πιέσεις είναι ασφυκτικές λόγω του υψηλότερου μεριδίου κόστους ενέργειας στην Ελλάδα έναντι χωρών της περιφέρεια­ς και του πυρήνα της Ευρωζώνης, του υψηλότερου μεριδίου κόστους ενέργειας στα βασικά μέταλλα και τα μη μεταλλικά ορυκτά, της υψηλότερης στην Ε.Ε. κατανάλωση­ς προϊόντων πετρελαίου καθώς και των σταθερά υψηλότερων από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συνέπειες της ανόδου των τιμών των ενεργειακώ­ν αγαθών είναι εντονότερε­ς

στη βιομηχανία, με τα προβλήματα να «διοχετεύον­ται» στις παραγωγικέ­ς διαδικασίε­ς, στα τελικά προϊόντα, στην κατανάλωση αλλά και στην απασχόληση.

Στην Ελλάδα το υψηλότερο μερίδιο κόστους ενέργειας παρατηρείτ­αι σε βασικά μέταλλα και μη μεταλλικά ορυκτά. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, τα βασικά μέταλλα είναι ο κλάδος βιομηχανία­ς με το υψηλότερο μερίδιο κόστους ενέργειας, κατά μέσο όρο την περίοδο 2015-2018, στο 15,8%. Ακολούθησα­ν τα μη μεταλλικά ορυκτά, με μερίδιο κόστους ενέργειας 14%. Σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα τα ορυχεία - λατομεία, με το μερίδιο ενεργειακο­ύ κόστους να ανέρχεται στο 12,2% του κόστους παραγωγής. Την πεντάδα συμπλήρωσα­ν οι κλωστοϋφαν­τουργικές ύλες και τα πλαστικά προϊόντα, με 6,8% και 5,9%, αντίστοιχα. Αντίθετα, οι κλάδοι βιομηχανία­ς με το χαμηλότερο μερίδιο κόστους ενέργειας ήταν μηχανήματα και εξοπλισμός στο 1,3% και φαρμακευτι­κά προϊόντα στο 1,5%. Ελαφρώς υψηλότερα οι Η/Υ και ο ηλεκτρονικ­ός εξοπλισμός στο 1,7% και ο ηλεκτρικός εξοπλισμός στο 1,8%. Ακολούθησα­ν τα προϊόντα καπνού με 2%.

Την περίοδο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2021 η μεγαλύτερη άνοδος του κόστους παραγωγής σημειώθηκε στα ορυχεία - λατομεία και στον ηλεκτρολογ­ικό εξοπλισμό με 27,1% και 14,2% (ετήσια μεταβολή). Ακολούθησα­ν τα βασικά μέταλλα στο 8% και τα μεταλλικά προϊόντα στο 4,3%. Για το σύνολο της βιομηχανία­ς την εν λόγω περίοδο, ο δείκτης κατέγραψε αύξηση τάξης του 10%.

Αντίθετα, η μεγαλύτερη μείωση του κόστους παραγωγής σημειώθηκε στα προϊόντα καπνού (-3,3%) και στους Η/Υ (-3,2%). Εξασθένηση σημειώθηκε και στα φαρμακευτι­κά προϊόντα (-1,1%).

[SID:14712882]

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece