Διαβουλεύσεις στην ΕΚΤ για τη μετά ΡΕΡΡ εποχή
Στο «τραπέζι» και η συνέχιση αγοράς ελληνικών ομολόγων
Πυρετώδεις διαβουλεύσεις γίνονται στους κόλπους της ΕΚΤ για το πώς θα διατηρηθεί η ευελιξία και μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος αγορών ομολόγων (PEPP) τον Μάρτιο του 2022, με διάφορα θέματα να τίθενται πλέον στο «τραπέζι», ανάμεσά τους και η συνέχιση της αγοράς ελληνικών ομολόγων.
Τέσσερα μέλη του δ.σ. της ΕΚΤ, που έκαναν δηλώσεις στους FT, χωρίς ωστόσο να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους, τόνισαν ότι η ΕΚΤ εξετάζει διάφορους τρόπους να διατηρήσει τουλάχιστον ένα μέρος της ευελιξίας που απέκτησε με το ΡΕΡΡ, το οποίο εξαιρείται από το όριο των αγορών εθνικών κρατικών ομολόγων. Ένας εξ αυτών δήλωσε, μάλιστα, ότι η ΕΚΤ εξετάζει διάφορους τρόπους για να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικό κρατικό χρέος, το οποίο αποκλείεται από το κανονικό πρόγραμμα ΑΡΡ, αφού η πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας μας βρίσκεται χαμηλότερα από το investment grade.
Εντός του πλαισίου της αυξημένης ευελιξίας, η ΕΚΤ επεξεργάζεται και σχέδιο αύξησης του ορίου αγορών των ομολόγων που εκδίδονται από την Ε.Ε. από το σημερινό όριο του 10%. Τα τέσσερα μέλη του δ.σ. ανέφεραν ότι τόσο το θέμα αυτό όσο και τα υπόλοιπα θα εξεταστούν σε δύο έκτακτες συνεδριάσεις τον Νοέμβριο προκειμένου να αποφασιστεί ο βαθμός στήριξης που θα δοθεί στις αγορές από το επόμενο έτος. Το σχέδιο θα χρειαστεί την πλειοψηφία των 25 μελών του δ.σ. της ΕΚΤ, η οποία μέχρι στιγμής έχει αποφύγει οιοδήποτε σχόλιο. Βεβαίως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ιδέες αυτές δεν θα βρουν σύμφωνους τους πλέον συντηρητικούς αξιωματούχους της ΕΚΤ, μεταξύ των οποίων ο Γενς Βάιντμαν της Μπούντεσμπανκ και ο Κλάας Νοτ της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας.
Η αλλαγή στη στρατηγική της ΕΚΤ συμπίπτει με τα σχέδια της Κομισιόν να αυξήσει τις εκδόσεις ομολόγων που προορίζονται για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε., ύψους 800 δισ. ευρώ. Οι Βρυξέλλες φιλοδοξούν να εκδώσουν φέτος ομόλογα ύψους 80 δισ. ευρώ για το Ταμείο Ανάκαμψης και 160 δισ. ευρώ το επόμενο έτος, γεγονός που θα μετατρέψει την Ε.Ε. σε κορυφαίο εκδότη χρέους. Ωστόσο, μία αύξηση των ομολογιακών εκδόσεων της Ε.Ε. θα βοηθούσε την ΕΚΤ να στηρίξει τις χρηματοοικονομικές αγορές χωρίς να αλλάξει τους κανόνες που της απαγορεύουν να αγοράζει περισσότερο από το ένα τρίτο του κρατικού χρέους κάθε χώρας ξεχωριστά. «Αίροντας το όριο για τις αγορές υπερεθνικού χρέους, η ΕΚΤ θα αποκτούσε μεγαλύτερα περιθώρια χειρισμών ως προς τις αγορές εθνικών κρατικών ομολόγων και παράλληλα θα έδειχνε σαφώς ότι στηρίζει το πρόγραμμα της Ε.Ε.» αναφέρει η Έλγκα Μπαρτς, επικεφαλής μακροοικονομικών ερευνών της BlackRock Investment Institute.
Ο πληθωρισμός
Aκόμη ένα σημαντικό στοιχείο που θα απασχολήσει την ΕΚΤ είναι ο πληθωρισμός και το εάν θα συνεχίσει να προβλέπει ότι θα επιστρέψει κάτω του στόχου της, του 2%, το επόμενο έτος. «Θεωρώ ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να αναθεωρεί ανοδικά τον πήχη των προβλέψεών της για τον πληθωρισμό έως το δεύτερο εξάμηνο του 2022. Πιστεύω επίσης ότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα συνεχιστεί έως τα τέλη του 2023» εκτιμά ο Φρέντερικ Ντακροζέ, στρατηγικός αναλυτής της Pictet Wealth Management.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας στο φετινό Per Jacobsson Lecture του ΔΝΤ, επανέλαβε ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά τις διαπραγματεύσεις για τους μισθούς και άλλες δευτερογενείς επιπτώσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μισθολογικές αυξήσεις διαρκείας και σημείωσε ότι η νομισματική πολιτική θα συνεχίσει να στηρίζει
την οικονομία προκειμένου να σταθεροποιήσει τον πληθωρισμό στον στόχο του 2% σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Ωστόσο, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας Κλάας Νοτ, ένα από τα «γεράκια» της ΕΚΤ, προέβη χθες σε μία ιδιαίτερα «προχωρημένη» δήλωση, λέγοντας ότι τα επιτόκια θα αρχίσουν να αυξάνονται όταν οι κεντρικές τράπεζες αρχίσουν να αποσύρουν τα πιο σημαντικά προγράμματα στήριξης. Μιλώντας στο τηλεοπτικό πρόγραμμα WNL είπε ωστόσο ότι τα επιτόκια στο μέλλον δεν θα ξεπεράσουν το 3% έως 4%, παρότι θεωρεί ότι ο πληθωρισμός θα είναι μάλλον παροδικός.
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι επίσης το γεγονός ότι η Λαγκάρντ έκανε λόγο για έναν «βιομηχανικό κύκλο πιο ασταθή», εξαιτίας της «εισαγόμενης μεταβλητότητας» που τείνει να αυξηθεί παρά να περιοριστεί. Και αυτό, επειδή -όπως εξήγησε- η παγκοσμιοποιημένη φύση της οικονομίας της Ευρωζώνης την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη σε συστημικές κρίσεις από τις διαταραχές στην παγκόσμια αλυσίδα τροφοδοσίας.
«Υπάρχουν ενδείξεις ότι η παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή κρίσεων για την Ευρώπη παρά σταθεροποιητικό παράγοντα απέναντι στις όποιες διακυμάνσεις ενεργητικού. Οι ελλείψεις στην παγκόσμια αλυσίδα τροφοδοσίας επηρεάζουν την Ευρωζώνη περισσότερο από τις υπόλοιπες οικονομίες, καθότι είναι η πλέον εκτεθειμένη στην παγκοσμιοποίηση» είπε η Λαγκάρντ. [SID:14712985]