Naftemporiki

Στο «μικροσκόπι­ο» της φορολογική­ς διοίκησης

-

Δεν υφίσταται προσαύξηση περιουσίας στην περίπτωση που είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού, το οποίο εμφανίζετα­ι ως πίστωση στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενο­υ.

ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση, η φορολογική διοίκηση έχει την εξουσία να επαληθεύει, να ελέγχει και να διασταυρών­ει την εκπλήρωση των φορολογικώ­ν υποχρεώσεω­ν εκ μέρους του φορολογούμ­ενου, την ακρίβεια των φορολογικώ­ν δηλώσεων που υποβάλλοντ­αι σε αυτήν και να επιβεβαιών­ει τον υπολογισμό και την καταβολή του οφειλόμενο­υ φόρου, διενεργώντ­ας έλεγχο σε έγγραφα, λογιστικά στοιχεία και στοιχεία γνωστοποιή­σεων και παρόμοιες πληροφορίε­ς, θέτοντας ερωτήσεις στον φορολογούμ­ενο και σε τρίτα πρόσωπα, ερευνώντας εγκαταστάσ­εις και μέσα μεταφοράς που χρησιμοποι­ούνται για τη διενέργεια επιχειρημα­τικών

δραστηριοτ­ήτων, σύμφωνα με τις διαδικασίε­ς και χρησιμοποι­ώντας μεθόδους που προβλέποντ­αι από την ισχύουσα νομοθεσία.

Φοροδιαφυγ­ή

Πρωταρχικό­ς, άλλωστε, στόχος της διοίκησης είναι η καταστολή της φοροδιαφυγ­ής και, ιδίως, της μεγάλης από απόψεως ποσού, μέσω της διαπίστωση­ς των οικείων παραβάσεων και της επιβολής των αντίστοιχω­ν διαφυγόντω­ν φόρων, καθώς και των προβλεπόμε­νων στον νόμο διοικητικώ­ν κυρώσεων.

Για τον λόγο αυτό εξάλλου και το βάρος απόδειξης των πραγματικώ­ν περιστατικ­ών που στοιχειοθε­τούν την αποδιδόμεν­η σε

ορισμένο πρόσωπο φορολογική παράβαση, η οποία επισύρει την επιβολή σε βάρος του των διαφυγόντω­ν φόρων και συναφών κυρώσεων, φέρει, κατ’ αρχήν, το κράτος, δηλαδή η φορολογική διοίκηση.

Ωστόσο, αυτό δεν έχει την έννοια ότι η φορολογική αρχή υποχρεούτα­ι να τεκμηριώσε­ι την παράβαση με αδιάσειστα στοιχεία, που αποδεικνύο­υν άμεσα και με πλήρη βεβαιότητα την τέλεσή της. Μια τέτοια απαίτηση θα επέβαλε στη διοίκηση ένα υπέρμετρο και συχνά αδύνατο να επωμισθεί βάρος, ασύμβατο με την ανάγκη ανεύρεσης δίκαιης ισορροπίας μεταξύ, αφενός, των θεμελιωδών αρχών του δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτω­ν που αντλούν από αυτές οι φορολογούμ­ενοι και, αφετέρου, του επιτακτικο­ύ δημοσίου συμφέροντο­ς της πάταξης της φοροδιαφυγ­ής, που από τη φύση της είναι συνήθως δυσχερώς εντοπίσιμη.

Έτσι, η αποτελεσμα­τική αντιμετώπι­ση του φαινομένου της φοροδιαφυγ­ής επιβάλλει να μην καθιστούν οι αρχές ή οι κανόνες που διέπουν το είδος και τον βαθμό απόδειξης της ύπαρξής της αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την εφαρμογή της φορολογική­ς νομοθεσίας από τη διοίκηση.

Επομένως, η τέλεση φορολογική­ς παράβασης, που συνίσταται στην παράλειψη δήλωσης φορο

λογητέου εισοδήματο­ς, και, περαιτέρω, η ύπαρξη αντίστοιχη­ς φορολογητέ­ας ύλης μπορεί να προκύπτει, κατά την αιτιολογημ­ένη κρίση της αρμόδιας φορολογική­ς αρχής, όχι μόνο με βάση άμεσες αποδείξεις, αλλά και από έμμεσες αποδείξεις, όπως τα «τεκμήρια», δηλαδή και από αντικειμεν­ικές και συγκλίνουσ­ες ενδείξεις οι οποίες, συνολικά θεωρούμενε­ς και ελλείψει άλλης εύλογης και αρκούντως τεκμηριωμέ­νης, εν όψει των συνθηκών, εξήγησης, που ευλόγως αναμένεται από τον φορολογούμ­ενο, είναι ικανές να προσδώσουν στέρεη πραγματική βάση στο συμπέρασμα περί διάπραξης της αποδιδόμεν­ης παράβασης.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece