Η αυξημένη διασπορά ανοίγει νέους δρόμους στις εισηγμένες
Τα οφέλη της μεταβίβασης υψηλότερων ποσοστών μ/κ σε διεθνή funds
Οι περισσότεροι επιχειρηματίες που έχουν σήμερα τις εταιρείες τους εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών και είναι ταυτόχρονα και ιδρυτές τους τις ελέγχουν με ποσοστά που δεν ξεπερνούν την καταστατική πλειοψηφία (33%).
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ είναι τα παραδείγματα: του κ. Ευάγγελου Μυτιληναίου, που ελέγχει τον πολυσχιδή όμιλο με ποσοστό 26,53% και ετοιμάζεται για την είσοδο της μετοχής στο Λονδίνο σε παράλληλη διαπραγμάτευση με την Αθήνα μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2024, του κ. Απόστολου Βακάκη, που διοικεί τον όμιλο Jumbo, ο οποίος έχει ποσοστό 19,36%, ενώ ο κ. Γιώργος Περιστέρης συμμετέχει με ποσοστό 11,05% στην Τέρνα Ενεργειακή και με 29,96% στη μητρική εταιρεία ΓΕΚ Τέρνα. Επίσης, η κ. Δάφνη Φουρλή ελέγχει το 17,36% της Fourlis Συμμετοχών. Ταυτόχρονα, με ποσοστά χαμηλότερα της καταστατικής πλειοψηφίας ελέγχουν τις εταιρείες τους οι κ.κ. Σωκράτης Κόκκαλης (Intralot - Intracom Holdings), Ιωάννης - Ιπποκράτης Στασινόπουλος (Viohalco) και Παναγιώτης Τσινάβος (Κρι Κρι).
Κατά το παρελθόν, ο έλεγχος των εισηγμένων του Χ.Α. από τους Έλληνες επιχειρηματίες - ιδρυτές τους με ποσοστά μεγαλύτερα του 50% και του 60% ξένιζε τόσο τα εγχώρια όσο και τα διεθνή funds. Ήταν, μάλιστα, σημείο αρνητικού σχολιασμού, αφού υπήρχε η άποψη ότι μια εταιρεία μπορεί να διοικηθεί με χαμηλότερα ποσοστά και αυτός είναι ο λόγος που εισέρχεται στο Χρηματιστήριο, να διατεθούν οι μετοχές στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Αρκετά ξένα funds, άλλωστε, ενώ κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 2000 επιθυμούσαν να εισέλθουν σε εταιρείες της μεγάλης κεφαλαιοποίησης, δίσταζαν επειδή οι επιχειρηματίες αντιδρούσαν σθεναρά, θεωρώντας ότι τα funds μπορεί στο μέλλον να δράσουν ως «λευκοί ιππότες» και να εξαγοράσουν τις επιχειρήσεις.
εταιρικής διακυβέρνησης και του ESG. Σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αναζητούν και βρίσκουν με μεγάλη άνεση νέα κεφάλαια, μέσω placement ή αυξήσεων μετοχικών κεφαλαίων που υπερκαλύπτονται πολλές φορές.
Το μείζον θέμα για μια εισηγμένη είναι να έχει μεγάλη διασπορά των μετοχών της στο ευρύ επενδυτικό κοινό και σε θεσμικούς επενδυτές, ώστε η μετοχή της να μπορεί να κινεί αξιόλογους όγκους και να μην είναι «παγωμένη» στο χρηματιστηριακό
ταμπλό. Πρέπει να επισημανθεί ότι η είσοδος των ξένων κεφαλαίων, κυρίως στις εμποροβιομηχανικές μετοχές του δείκτη FTSE 25, πριν από την είσοδο (2010) της Ελλάδας στον αστερισμό των μνημονίων, προσέφερε πολύτιμη ρευστότητα στις επιχειρήσεις. Κυρίως, όμως, τους εξασφάλισε «διεθνές διαβατήριο» να αναζητήσουν μέσω ομολογιακών εκδόσεων φρέσκα κεφάλαια στο εξωτερικό, τα οποία οι εγχώριες τράπεζες αδυνατούσαν να καλύψουν. Ακόμη και πριν από την κρίση χρέους που έπληξε την Ελλάδα από το 2008, η ελληνική αγορά ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου ήταν μικρή με βάση τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πρότυπα.
Οι μετοχές μεσαίας κεφαλαιοποίησης, ως επί το πλείστον, κατατάσσονται στις αναπτυξιακές (growth) εταιρείες και όχι στις εταιρείες αξίας (value). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υπεραπόδοση των εταιρειών μεσαίας κεφαλαιοποίησης έναντι των εταιρειών υψηλής κεφαλαιοποίησης στον κύκλο που ακολούθησε την κρίση της πανδημίας. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι παρατηρήσαμε μια μεταστροφή του επενδυτικού ενδιαφέροντος στις εταιρείες αξίας έναντι ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο, στην Ελλάδα κάτι τέτοιο δεν φάνηκε να πραγματοποιείται.
Η συμμετοχή ξένων ή και εγχώριων funds στο μετοχικό κεφάλαιο των εισηγμένων τούς προσδίδει κύρος και υψηλότερη ρευστότητα. 19,36% το μερίδιο του Απ. Βακάκη στο μ/κ της Jumbo.