Οι ΗΠΑ στη μέγγενη του χρέους - Αγωνία παγκοσμίως
Πάνω από 34,4 τρισ. δολ. - Αυξάνεται κατά ένα τρισ. δολ. κάθε 100 ημέρες
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν περισσότερα χρέη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πάνω από 34,4 τρισεκατομμύρια δολάρια ή 120% του ΑΕΠ. Κάπου 100.000 δολάρια ανά Αμερικανό.
ΑΥΤΟ το ρεκόρ έρχεται πολύ πιο γρήγορα από το αναμενόμενο: το 2020 οι προβλέψεις από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου ήταν ότι το αμερικανικό χρέος θα έφτανε σε αυτά τα επίπεδα το οικονομικό έτος 2029.
Την τελευταία φορά που ο δείκτης χρέους της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν υψηλότερος απ’ ό,τι είναι σήμερα ήταν το 1946, αμέσως μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Αλλά αυτή είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου: Πρακτικά, το αμερικανικό δημόσιο χρέος αυξάνεται κατά ένα τρισ. δολ. κάθε 100 ημέρες: Για να ανέβει μάλιστα από τα 32 σε 33 τρισεκατομμύρια δολάρια χρειάστηκαν 92 ημέρες, από τα 33 έως τα 34 τρισ. 106 ημέρες και από τα 34 στα 35 τρισ. θα χρειαστούν 95 ημέρες» γράφει η Wall Street Journal.
«Δεδομένου ότι το δολάριο ανήκει πλέον σε περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, η εύρεση ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων κάθε 100 ημέρες γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Κυρίως επειδή το γιεν είναι φθηνό και οι Ιάπωνες δεν αγοράζουν πλέον δολάρια. Κινέζοι και Ρώσοι, αλλά και άλλες
χώρες του παγκόσμιου Νότου προωθούν ήδη την αποδολαριοποίηση της οικονομίας τους» εξηγούν στη «Ν» παράγοντες της αγοράς.
Δύο αμερικανικοί οίκοι αξιολόγησης, ο Standard & Poor's και ο Fitch, που ήταν πάντα πολύ γενναιόδωροι προς τους αμερικανικούς τίτλους, αναγκάστηκαν να μειώσουν τις αξιολογήσεις τους όσον αφορά την ικανότητα των ΗΠΑ να αποπληρώσουν το χρέος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν την αξιολόγηση τριπλού Α, την υψηλότερη βαθμολογία, η οποία θα μπορούσε να έχει επίδραση τόσο στο κόστος του χρέους όσο και στην τάση των επενδυτών να δανείζονται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Αντίθετα, η Moody's επιβεβαίωσε την τριπλή αξιολόγηση A, μειώνοντας όμως την προοπτική από σταθερή σε αρνητική.
Ερωτήματα για τη βιωσιμότητα
Η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αναμένουν ότι σε 10 χρόνια το ομοσπονδιακό χρέος θα έχει απογειωθεί στα 52 τρισεκατομμύρια δολάρια. Προς το παρόν φαίνεται να θέλουν να αγνοήσουν τις βαθύτερες αιτίες των κρίσεων, την κερδοσκοπική χρηματοδότηση, τις τράπεζες που είναι πολύ μεγάλες για να πτωχεύσουν, για να επικεντρωθούν στη μείωση των δαπανών του κοινωνικού προϋπολογισμού και στην αύξηση των φόρων.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) ανέφερε, μάλιστα, ότι οι πληρωμές τόκων για το χρέος θα αντιστοιχούν
στα τρία τέταρτα της αύξησης του ελλείμματος την επόμενη δεκαετία, ανεβάζοντάς το από 5,6% του ΑΕΠ το 2024 σε 6,1% το 2034 - δηλαδή πολύ πάνω από τον μέσο όρο του 3,7% τα τελευταία 50 χρόνια.
Όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, «οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν υψηλά επίπεδα κρατικών δαπανών, με τις στρατιωτικές δαπάνες να παραμένουν σταθερές στο 9,3% του ΑΕΠ τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αυτό εγείρει κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητα τέτοιου επιπέδου
CBO: Οι πληρωμές τόκων για το χρέος θα αντιστοιχούν στα τρία τέταρτα της αύξησης του ελλείμματος σε 10 χρόνια.
δαπανών, ειδικά λόγω της αυξανόμενης επιβάρυνσης του χρέους. Οι προβλέψεις δείχνουν μια ανησυχητική αλλαγή στις δημοσιονομικές προτεραιότητες κατά την επόμενη πενταετία».
Σύμφωνα με τη μη κερδοσκοπική «Επιτροπή για έναν Υπεύθυνο Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό», το οικονομικό έτος 2023 η κυβέρνηση δαπάνησε περισσότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους της παρά για την άμυνα ή τη στέγαση, τις μεταφορές και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό συνεπάγεται δυνητικό περιορισμό των πόρων για επενδύσεις σε άλλους κρίσιμους τομείς, υπογραμμίζοντας περαιτέρω την πολυπλοκότητα της κατάστασης.
Ασφαλή καταφύγια
Σε αυτό το πλαίσιο, εξηγείται και η στροφή των επενδυτών σε ασφα
λή καταφύγια, όπως ο χρυσός, όσο κι αν η τιμή του πολύτιμου μετάλλου υποχώρησε ελαφρά χθες στις αγορές πρώτων υλών στα 2.332 δολάρια η ουγκιά για άμεση παράδοση.
Αν και το Bitcoin υποχώρησε ελαφρά χθες, η τιμή του -πάνω από τα 62.300 δολάρια- έχει φθάσει στο υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2021.
Τους τελευταίους μήνες επίσης, η αύξηση των επιτοκίων κατέστρεψε αρκετές περιφερειακές τράπεζες που ήταν γεμάτες με κρατικά ομόλογα χαμηλής απόδοσης.
Η Republic First Bank έγινε η πρώτη αμερικανική περιφερειακή τράπεζα που κατέρρευσε φέτος και ταυτόχρονα η τελευταία προσθήκη στη «λίστα» των μικρομεσαίων τραπεζών που ξεκίνησαν να καταρρέουν πριν από έναν χρόνο.