Σε αναμονή για τη διανομή μερίσματος η Εθνική Τράπεζα
Περιμένει την έγκριση του επόπτη - Στα 358 εκατ. τα κ.μ.φ. τριμήνου
Αύξηση κατά 45% των οργανικών κερδών μετά φόρων παρουσίασε ο όμιλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος σε ετήσια βάση, με αποτέλεσμα τα αναλογούντα κέρδη μετά φόρων να φτάσουν τα 358 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 38% σε ετήσια και 14% σε τριμηνιαία βάση.
ΣΕ Ο,ΤΙ ΑΦΟΡΑ το μέρισμα, η διοίκηση της τράπεζας, κατά την παρουσίασή της στους επενδυτές, δήλωσε πως αναμένει το σήμα από τον επόπτη. Στόχος πάντως της ΕΤΕ, όπως αυτός έχει διατυπωθεί, είναι η διανομή κερδών ύψους 20% έως 25% για τη χρήση 2023.
Ας σημειωθεί πως παρατηρήθηκε μια μικρή υποχώρηση των καταθέσεων, ωστόσο δεν αφορά τους ιδιώτες που είναι η μεγάλη καταθετική βάση της τράπεζας, ενώ παρατηρήθηκαν και αυξημένες αποπληρωμές δανείων, που αφορούν κυρίως ενεργειακά χαρτοφυλάκια.
Η ΕΚΤ έχει καθυστερήσει να δώσει σήμα για τη μείωση των επιτοκίων, ωστόσο η διοίκηση της τράπεζας μιλάει για αναμενόμενο περιορισμό των spreads κατά 2%.
Σε ό,τι αφορά τα δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου η τράπεζα προχώρησε σε προβλέψεις μειωτικές των κεφαλαίων κατά 100 εκατ. ευρώ, ωστόσο θεωρεί πως τα δάνεια αυτά έχουν καλά καλύμματα και πως στο τέλος της ημέρας και οι εγγυήσεις του Δημοσίου θα δοθούν όπου τα καλύμματα δεν επαρκέσουν.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους διατηρήθηκαν σε επίπεδα άνω των 600 εκατ., -2,8% σε τριμηνιαία βάση, έναντι του ιστορικά υψηλού δ’ τριμήνου 2023, αντανακλώντας τον αντίκτυπο από το κόστος αντιστάθμισης και το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης. Τα κόστη αυτά απορροφήθηκαν μερικώς από τη θετική επίδραση της αύξησης των μέσων υπολοίπων δανείων, η οποία οδήγησε
τα καθαρά έσοδα από τόκους εξυπηρετούμενων δανείων υψηλότερα σε τριμηνιαία βάση.
Η δυναμική των εσόδων από προμήθειες διατηρήθηκε (+15% ετησίως). Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 55 μ.β., σημαντικά χαμηλότερα του στόχου των 65 μ.β. που έχει τεθεί για το 2024, αντανακλώντας τα υψηλά ποσοστά κάλυψης ΜΕΑ (Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων) σε όλα τα χαρτοφυλάκια των σταδίων 1, 2, 3.
Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,6% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων και σε 19,7% σε επίπεδο αναλογούντων κερδών μετά φόρων.
Αύξηση παρουσίασαν τα εξυπηρετούμενα δάνεια κατά 1,1 δισ. ευρώ ετησίως. Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 3,7% σε
επίπεδο ομίλου, με τα ΜΕΑ μετά από προβλέψεις να ανέρχονται σε 0,2 δισ. το α’ τρίμηνο 2024.
Ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 18,6%, με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 21,3%.
Ο δείκτης MREL του ομίλου διαμορφώθηκε σε 26,5%, υπερβαίνοντας την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου 2025, ύψους 25,3%, κατά 120 μ.β.
Ο κ. Παύλος Μυλωνάς, CEO της τράπεζας, δήλωσε μεταξύ άλλων: «Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, παραμένουμε πιστοί στη δέσμευσή μας να στηρίξουμε την ανάπτυξη της οικονομίας και τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες των πελατών μας, προσδίδοντας παράλληλα προστιθέμενη αξία στους μετόχους μας. Με στρατηγική έμφαση στον τεχνολογικό και ψηφιακό μετασχηματισμό μας και έχοντας την αταλάντευτη στήριξη των ανθρώπων μας, συνεχίζουμε να εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της εμπειρίας και των προοπτικών των πελατών μας, ως η τράπεζα πρώτης επιλογής».
Η δυναμική των εσόδων από προμήθειες της ΕΤΕ διατηρήθηκε στο τρίμηνο (+15% ετησίως).